Το Spiegel ξεμπροστιάζει με τέχνη και ονόματα, το 1% των πλούσιων Ελλήνων
Από τη lifo
Για τους πλούσιους Έλληνες που απολαμβάνουν τη χλιδή του πλούτου τους ενώ οι υπόλοιποι υποφέρουν από τη λιτότητα και την κρίση, γράφει το γερμανικό Spiegel, αυτή τη φορά αναφερόμενο σε ονόματα και σε συγκεκριμένες αγαπημένες συνήθειες.
Το περιοδικό "αρπάζει" με δημοσιογραφική τέχνη μέσα από συνεντεύξεις, τις πληροφορίες για το πώς περνά το 1% περίπου των Ελλήνων, την ώρα που το 99% στενάζει. Όπως γράφει η αρθρογράφος «ακόμη βλέπεις στα ακριβά προάστια τις Cayenne να κινούνται στους δρόμους και κυρίες να απολαμβάνουν τον καφέ τους, με την Hermes στο χέρι.» Σημειώνεται ότι η λέξη «φιλανθρωπία» «αν και ελληνική, δεν είναι και τόσο διαδεδομένη στη χώρα» ενώ επισημαίνεται πως οι πολύ πλούσιοι Έλληνες, ακόμη δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει κρίση.
«Ας μιλήσουμε για τέχνη»
Η ρεπόρτερ του Spiegel επισκέπτεται τη βίλα του εφοπλιστή Οικονόμου στο Μαρούσι και η εκπρόσωπος του που περιμένει στην είσοδο της λέει ότι ευχαρίστως θα συζητήσει μαζί της για τέχνη. «Μόνο λίγοι και εκλεκτοί έχουν λάβει τη φούξια πρόσκληση για την έκθεση "Talking Heads".»
Στο σπίτι του, ένας νέος Μποτερό, απόκτημα 330 χιλιάδων ευρώ αλλά και άλλα έργα έτοιμα για επίδειξη στα εγκαίνια της πρώτης έκθεσης της συλλογής του. "Ο δισεκατομμυριούχος Γιώργος Οικονόμου θα προτιμούσε να μην συζητήσει καθόλου για την πατρίδα του αλλά για τέχνη... Αυτό το μικρό κομμάτι παραδείσου προστατεύεται πολύ καλά από πύλη ασφαλείας, φρουρά και μηχανήματα αναγνώρισης αποτυπωμάτων» , σημειώνει η δημοσιογράφος και συνεχίζει δηκτικά: « Η κόρη του Αλεξάνδρα καθισμένη στην πολυτελή Μερσεντές λέει ότι δεν αισθάνεται πια τόσο ασφαλής, όπως παλιά. Φοβάται μην πέσει θύμα απαγωγής. Και οι πλούσιοι έχουν τα βάσανα τους». Όταν η εκπρόσωπος του Οικονόμου ερωτάται, τι κάνει ο εφοπλιστής για την πατρίδα του απαντά: «Δεν έχουμε να πούμε τίποτα πάνω σε αυτό».
Στη συνέχεια απαριθμούνται όλα αυτά που δεν κάνουν οι Έλληνες του πλούτου για την δοκιμαζόμενη πατρίδα τους, με το κράτος να τους βοηθά απαλλάσσοντας από φόρους τους εφοπλιστές και ρίχνοντας τα βάρη στις πλάτες των φτωχών.
«Αγαπώ την πατρίδα μου»
Υπάρχει επίσης το παράδειγμα της οικογένειας Πατίτσα που είναι μία από τους κερδισμένους από τις φοροαπαλλαγές. Ο Λέων Πατίτσας, ο 36χρονος κληρονόμος της εφοπλιστικής εταιρείας, λέει ότι "ο στόλος της εμπορικής ναυτιλίας είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο", και πιστεύει ότι οι απαλλαγές από το φόρο «δεν είναι ένα προνόμιο αφού η ναυτιλία εξασφαλίζει 400 χιλιάδες θέσεις στα ελληνικά ναυπηγεία και θα μπορούσαν να πάνε αλλού». Διαμαρτύρεται επίσης, γιατί «το κράτος δεν προσφέρει πια καμία ασφάλεια, για τους επενδυτές, επιχειρηματίες σαν κι αυτόν. Οι άνθρωποι στην Ελλάδα πιστεύουν ότι το κεφάλαιο φταίει για τα πάντα και όχι τα ισχυρά συνδικάτα που καταστρέφουν πραγματικά τις θέσεις εργασίας με μη ρεαλιστικές απαιτήσεις».
Όταν ερωτάται γιατί δεν φωτογραφίζεται πια σε λαμπερά περιοδικά με τη σύζυγο του, απαντά: «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί…πολλοί άνθρωποι είναι ζηλιάρηδες." Όταν τον ρωτά η δημοσιογράφος τι τον κρατά στην Ελλάδα, λέει: «Αγαπώ τη χώρα μου».
«Η κρίση δεν είναι μια ηλίθια ιδέα των ευρωπαίων»
Ακόμη στο περιοδικό μιλά η 47χρονη Έλλη Πατέρα «που πριν 10 χρόνια άνοιξε τη δική της κτηματομεσιτική εταιρεία, επειδή είχε βαρεθεί να είναι απλώς μια κληρονόμος. Μιλά από τη Μύκονο και το μπαρ Nammos όπου ένα μπουκάλι σαμπάνια Armand de Brignac ανοίγει για τον πελάτη έναντι 120.000 ευρώ.»
Η Πατέρα εξηγεί ότι πριν από το 2009, κάθε σπίτι με κήπο ξαφνικά «κόστιζε € 5 εκατομμύρια. Ο καθένας ήθελε να αγοράσει - όσο πιο ακριβό, τόσο το καλύτερο."
«Αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε τις αιτίες της κρίσης», σχολιάζει. «Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι η κρίση είναι μόνο μια κακιά, ηλίθια ιδέα των Ευρωπαίων."
Ο Πέτρος Νομικός επίσης, πιστεύει ότι οι Έλληνες είναι φρικτοί πολίτες και ενθουσιώδεις πατριώτες. Εκείνος τουλάχιστον κάτι προσπαθεί να κάνει για τη χώρα του. Έχει ιδρύσει μια πρωτοβουλία για να βοηθήσει τους Έλληνες να επαναγοράσουν το χρέος τους. Πρωτοβουλία αδύνατη αφού το μεγαλύτερο ποσοστό του χρέους βρίσκεται στα χέρια δημόσιων πιστωτών και όχι στην αγορά. Μέχρι τον Αύγουστο, οι δωρεές στην πρωτοβουλία του Νομικού είχαν ξεπεράσει τα 2.500.000. Περίπου τόσα είναι ακόμα, τρείς μήνες μετά.
«Έξι μήνες για ένα ψυγείο»
Στο Spiegel μιλά και ο Πέτρος Κόκκαλης που έχει φτιάξει έναν οικολογικό κήπο σε μια από τις πιο φτωχές περιοχές της Αθήνας. Δηλώνει ότι η κρίση του άνοιξε τα μάτια και λέει ότι ξέρει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η πατρίδα του. Π.χ. δηλώνει ότι για να βάλει ένα μπαρ με ψυγείο για τον κήπο του χρειάστηκε να περιμένει έξι μήνες. Και όταν ερωτάται αν έχει βγάλει λεφτά στο εξωτερικό, απαντά αστειευόμενος: "Σίγουρα όχι όλα».
Όταν ερωτάται έξυπνα, μήπως είναι αυτή ακριβώς η κυβερνητική αδράνεια που επέτρεψε στον πατέρα του να γίνει τόσο πλούσιος, ο Πέτρος Κόκκαλης κουνά με απαξία τους ώμους του. «Η κατάσταση ακόμα δεν έχει γίνει πιο δίκαιη και πιο αποτελεσματική», λέει.
Προς το παρόν, μοιράζει φυλλάδια του λαχανόκηπου του. «Η είσοδος στους μαθητές κοστίζει 4 ευρώ αλλά λόγω της κρίσης ο Πέτρος σκέφτεται να το μειώσει στα 2 ευρώ.» Όταν η ρεπόρτερ ρωτά γιατί να υπάρχει εισιτήριο, εκείνος απαντά: «Θέλουμε το έργο να είναι αυτάρκες».
Για τους πλούσιους Έλληνες που απολαμβάνουν τη χλιδή του πλούτου τους ενώ οι υπόλοιποι υποφέρουν από τη λιτότητα και την κρίση, γράφει το γερμανικό Spiegel, αυτή τη φορά αναφερόμενο σε ονόματα και σε συγκεκριμένες αγαπημένες συνήθειες.
Το περιοδικό "αρπάζει" με δημοσιογραφική τέχνη μέσα από συνεντεύξεις, τις πληροφορίες για το πώς περνά το 1% περίπου των Ελλήνων, την ώρα που το 99% στενάζει. Όπως γράφει η αρθρογράφος «ακόμη βλέπεις στα ακριβά προάστια τις Cayenne να κινούνται στους δρόμους και κυρίες να απολαμβάνουν τον καφέ τους, με την Hermes στο χέρι.» Σημειώνεται ότι η λέξη «φιλανθρωπία» «αν και ελληνική, δεν είναι και τόσο διαδεδομένη στη χώρα» ενώ επισημαίνεται πως οι πολύ πλούσιοι Έλληνες, ακόμη δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει κρίση.
«Ας μιλήσουμε για τέχνη»
Η ρεπόρτερ του Spiegel επισκέπτεται τη βίλα του εφοπλιστή Οικονόμου στο Μαρούσι και η εκπρόσωπος του που περιμένει στην είσοδο της λέει ότι ευχαρίστως θα συζητήσει μαζί της για τέχνη. «Μόνο λίγοι και εκλεκτοί έχουν λάβει τη φούξια πρόσκληση για την έκθεση "Talking Heads".»
Στο σπίτι του, ένας νέος Μποτερό, απόκτημα 330 χιλιάδων ευρώ αλλά και άλλα έργα έτοιμα για επίδειξη στα εγκαίνια της πρώτης έκθεσης της συλλογής του. "Ο δισεκατομμυριούχος Γιώργος Οικονόμου θα προτιμούσε να μην συζητήσει καθόλου για την πατρίδα του αλλά για τέχνη... Αυτό το μικρό κομμάτι παραδείσου προστατεύεται πολύ καλά από πύλη ασφαλείας, φρουρά και μηχανήματα αναγνώρισης αποτυπωμάτων» , σημειώνει η δημοσιογράφος και συνεχίζει δηκτικά: « Η κόρη του Αλεξάνδρα καθισμένη στην πολυτελή Μερσεντές λέει ότι δεν αισθάνεται πια τόσο ασφαλής, όπως παλιά. Φοβάται μην πέσει θύμα απαγωγής. Και οι πλούσιοι έχουν τα βάσανα τους». Όταν η εκπρόσωπος του Οικονόμου ερωτάται, τι κάνει ο εφοπλιστής για την πατρίδα του απαντά: «Δεν έχουμε να πούμε τίποτα πάνω σε αυτό».
Στη συνέχεια απαριθμούνται όλα αυτά που δεν κάνουν οι Έλληνες του πλούτου για την δοκιμαζόμενη πατρίδα τους, με το κράτος να τους βοηθά απαλλάσσοντας από φόρους τους εφοπλιστές και ρίχνοντας τα βάρη στις πλάτες των φτωχών.
«Αγαπώ την πατρίδα μου»
Υπάρχει επίσης το παράδειγμα της οικογένειας Πατίτσα που είναι μία από τους κερδισμένους από τις φοροαπαλλαγές. Ο Λέων Πατίτσας, ο 36χρονος κληρονόμος της εφοπλιστικής εταιρείας, λέει ότι "ο στόλος της εμπορικής ναυτιλίας είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο", και πιστεύει ότι οι απαλλαγές από το φόρο «δεν είναι ένα προνόμιο αφού η ναυτιλία εξασφαλίζει 400 χιλιάδες θέσεις στα ελληνικά ναυπηγεία και θα μπορούσαν να πάνε αλλού». Διαμαρτύρεται επίσης, γιατί «το κράτος δεν προσφέρει πια καμία ασφάλεια, για τους επενδυτές, επιχειρηματίες σαν κι αυτόν. Οι άνθρωποι στην Ελλάδα πιστεύουν ότι το κεφάλαιο φταίει για τα πάντα και όχι τα ισχυρά συνδικάτα που καταστρέφουν πραγματικά τις θέσεις εργασίας με μη ρεαλιστικές απαιτήσεις».
Όταν ερωτάται γιατί δεν φωτογραφίζεται πια σε λαμπερά περιοδικά με τη σύζυγο του, απαντά: «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί…πολλοί άνθρωποι είναι ζηλιάρηδες." Όταν τον ρωτά η δημοσιογράφος τι τον κρατά στην Ελλάδα, λέει: «Αγαπώ τη χώρα μου».
«Η κρίση δεν είναι μια ηλίθια ιδέα των ευρωπαίων»
Ακόμη στο περιοδικό μιλά η 47χρονη Έλλη Πατέρα «που πριν 10 χρόνια άνοιξε τη δική της κτηματομεσιτική εταιρεία, επειδή είχε βαρεθεί να είναι απλώς μια κληρονόμος. Μιλά από τη Μύκονο και το μπαρ Nammos όπου ένα μπουκάλι σαμπάνια Armand de Brignac ανοίγει για τον πελάτη έναντι 120.000 ευρώ.»
Η Πατέρα εξηγεί ότι πριν από το 2009, κάθε σπίτι με κήπο ξαφνικά «κόστιζε € 5 εκατομμύρια. Ο καθένας ήθελε να αγοράσει - όσο πιο ακριβό, τόσο το καλύτερο."
«Αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε τις αιτίες της κρίσης», σχολιάζει. «Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι η κρίση είναι μόνο μια κακιά, ηλίθια ιδέα των Ευρωπαίων."
Ο Πέτρος Νομικός επίσης, πιστεύει ότι οι Έλληνες είναι φρικτοί πολίτες και ενθουσιώδεις πατριώτες. Εκείνος τουλάχιστον κάτι προσπαθεί να κάνει για τη χώρα του. Έχει ιδρύσει μια πρωτοβουλία για να βοηθήσει τους Έλληνες να επαναγοράσουν το χρέος τους. Πρωτοβουλία αδύνατη αφού το μεγαλύτερο ποσοστό του χρέους βρίσκεται στα χέρια δημόσιων πιστωτών και όχι στην αγορά. Μέχρι τον Αύγουστο, οι δωρεές στην πρωτοβουλία του Νομικού είχαν ξεπεράσει τα 2.500.000. Περίπου τόσα είναι ακόμα, τρείς μήνες μετά.
«Έξι μήνες για ένα ψυγείο»
Στο Spiegel μιλά και ο Πέτρος Κόκκαλης που έχει φτιάξει έναν οικολογικό κήπο σε μια από τις πιο φτωχές περιοχές της Αθήνας. Δηλώνει ότι η κρίση του άνοιξε τα μάτια και λέει ότι ξέρει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η πατρίδα του. Π.χ. δηλώνει ότι για να βάλει ένα μπαρ με ψυγείο για τον κήπο του χρειάστηκε να περιμένει έξι μήνες. Και όταν ερωτάται αν έχει βγάλει λεφτά στο εξωτερικό, απαντά αστειευόμενος: "Σίγουρα όχι όλα».
Όταν ερωτάται έξυπνα, μήπως είναι αυτή ακριβώς η κυβερνητική αδράνεια που επέτρεψε στον πατέρα του να γίνει τόσο πλούσιος, ο Πέτρος Κόκκαλης κουνά με απαξία τους ώμους του. «Η κατάσταση ακόμα δεν έχει γίνει πιο δίκαιη και πιο αποτελεσματική», λέει.
Προς το παρόν, μοιράζει φυλλάδια του λαχανόκηπου του. «Η είσοδος στους μαθητές κοστίζει 4 ευρώ αλλά λόγω της κρίσης ο Πέτρος σκέφτεται να το μειώσει στα 2 ευρώ.» Όταν η ρεπόρτερ ρωτά γιατί να υπάρχει εισιτήριο, εκείνος απαντά: «Θέλουμε το έργο να είναι αυτάρκες».