Η νέα γενιά των «επαναστατών» του ΣΥΡΙΖΑ μπέρδεψε την επανάσταση με την ανομία
Του Πάσχου Μανδραβέλη
Είναι γνωστό από την αριστερή φιλολογία, που κυκλοφορούσε καθ’ όλη την διάρκεια της μεταπολίτευσης, ότι «η επανάσταση παράγει δίκαιο». Στη χώρα της ανομίας, ακόμη κι αυτός ο θεωρητικός προβληματισμός ελληνοποιήθηκε. Σύμφωνα με την εγχώρια προβληματική, τρεις κατσαπλιάδες που δηλώνουν επαναστάτες μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, χωρίς να λογοδοτούν σε κανένα. Μπορούν να δολοφονούν και να βαφτίζουν τα εγκλήματά τους «πολιτικά»· μπορούν να γρονθοκοπούν κάποιον και, έχοντας το ελαφρυντικό ότι οι «γροθιές ήταν αγωνιστικά σφιγμένες», να αθωωθούν· μπορούν να καταλαμβάνουν όποιο χώρο γυαλίζει στο μάτι τους και αν σηκώσουν ένα πανό με τα σύμβολα της επανάστασης, μαύρο φίδι έφαγε όποιον τους ενοχλήσει. Δεν χρειάζονται κάποια ευρύτερη δημοκρατική νομιμοποίηση· απλώς δηλώνουν συνήγοροι της κοινωνίας, χωρίς να τους το έχει ζητήσει κανείς.
Στην προβληματική του παραεπαναστατικού δικαίου είχε τη δική του συμβολή και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Οταν ρωτήθηκε ο κ. Αλέξης Τσίπρας αν το κόμμα του θα έκανε κατάληψη στο Harvard, επειδή διδάσκει εκεί ο κ. Γιώργος Παπανδρέου, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απάντησε: «Η κλίμακα της αντίστασης και της διαμαρτυρίας νομιμοποιείται από την αποδοχή της από το κοινωνικό σύνολο και από το δημοκρατικό των διαδικασιών μας μέσα από τις οποίες λαμβάνονται αυτές οι αποφάσεις... το ερώτημά σας είναι λίγο οξύμωρο, διότι στο Harvard θα ήταν λίγο δύσκολο να γίνει κατάληψη».
Προφανώς στα γραφεία της ΔΗΜΑΡ ήταν εύκολη η κατάληψη. Αλλά πριν καταδικάσει (έστω με μισόλογα) ο ΣΥΡΙΖΑ την ενέργεια στην Αγίου Κωνσταντίνου, έψαξε αν η απόφαση ελήφθη με δημοκρατικές διαδικασίες; Διότι, σύμφωνα με το δόγμα Τσίπρα, αν ψήφισαν οι αλληλέγγυοι, ποιο είναι το πρόβλημα;
Η αλήθεια είναι ότι αυτές οι πρακτικές κατά κάποιον τρόπο έγιναν επί μακρόν ανεκτές και από την κοινωνία και από την πολιτεία. Επειδή η πολιτική δράση της Αριστεράς διώχθηκε από το μετεμφυλιακό κράτος, κάθε δράση που είχε αριστερή ταμπέλα θεωρήθηκε «νόμιμη». Τι κι αν καταστρατηγούνταν οι νόμοι του κράτους ή/και της λογικής; Αρκούσε η επίκληση του «αγώνα» για να συγχωρεθούν όλα τα κρίματα.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι το παραεπαναστατικό δίκαιο στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης περιοριζόταν από τον σεβασμό που έτρεφε η Αριστερά στη δημοκρατία, προφανώς επειδή έπαθε τα πάνδεινα από την έλλειψή της. Υπήρχαν άρρητοι κανόνες στην κομματική αντιπαράθεση που τηρούνταν αυστηρά. Δεν νοείτο, για παράδειγμα, να κάνει το ΚΚΕ αντισυγκεντρώσεις σε πολιτικούς του αντιπάλους. Είχε την εμπειρία και μπορούσε να κάνει την πολιτική επεξεργασία ώστε να κατανοήσει πού μπορεί να οδηγήσουν τέτοιου τύπου παραεπαναστατικές πρωτοβουλίες. Γι’ αυτό και τις καταδίκαζε με τον πιο σαφή και αυστηρό τρόπο.
Δυστυχώς, η νέα γενιά των «επαναστατών» του ΣΥΡΙΖΑ μπέρδεψε την επανάσταση με την ανομία, τη χυδαιότητα με τον πολιτικό λόγο, τη δημοκρατία με τη χούντα, το Μνημόνιο με την Κατοχή. Αδυνατεί να ξεχωρίσει τις έννοιες, δεν μπορεί να κάνει την αναγκαία επεξεργασία. Αυτό το έλλειμμα προσπαθεί να καλύψει με όλο και μεγαλύτερη χυδαιότητα και όλο περισσότερη παραεπανάσταση. Μόνο που αυτού του τύπου η πολιτική έχει κοντά ποδάρια...
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 11.1.2013
Είναι γνωστό από την αριστερή φιλολογία, που κυκλοφορούσε καθ’ όλη την διάρκεια της μεταπολίτευσης, ότι «η επανάσταση παράγει δίκαιο». Στη χώρα της ανομίας, ακόμη κι αυτός ο θεωρητικός προβληματισμός ελληνοποιήθηκε. Σύμφωνα με την εγχώρια προβληματική, τρεις κατσαπλιάδες που δηλώνουν επαναστάτες μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, χωρίς να λογοδοτούν σε κανένα. Μπορούν να δολοφονούν και να βαφτίζουν τα εγκλήματά τους «πολιτικά»· μπορούν να γρονθοκοπούν κάποιον και, έχοντας το ελαφρυντικό ότι οι «γροθιές ήταν αγωνιστικά σφιγμένες», να αθωωθούν· μπορούν να καταλαμβάνουν όποιο χώρο γυαλίζει στο μάτι τους και αν σηκώσουν ένα πανό με τα σύμβολα της επανάστασης, μαύρο φίδι έφαγε όποιον τους ενοχλήσει. Δεν χρειάζονται κάποια ευρύτερη δημοκρατική νομιμοποίηση· απλώς δηλώνουν συνήγοροι της κοινωνίας, χωρίς να τους το έχει ζητήσει κανείς.
Στην προβληματική του παραεπαναστατικού δικαίου είχε τη δική του συμβολή και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Οταν ρωτήθηκε ο κ. Αλέξης Τσίπρας αν το κόμμα του θα έκανε κατάληψη στο Harvard, επειδή διδάσκει εκεί ο κ. Γιώργος Παπανδρέου, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απάντησε: «Η κλίμακα της αντίστασης και της διαμαρτυρίας νομιμοποιείται από την αποδοχή της από το κοινωνικό σύνολο και από το δημοκρατικό των διαδικασιών μας μέσα από τις οποίες λαμβάνονται αυτές οι αποφάσεις... το ερώτημά σας είναι λίγο οξύμωρο, διότι στο Harvard θα ήταν λίγο δύσκολο να γίνει κατάληψη».
Προφανώς στα γραφεία της ΔΗΜΑΡ ήταν εύκολη η κατάληψη. Αλλά πριν καταδικάσει (έστω με μισόλογα) ο ΣΥΡΙΖΑ την ενέργεια στην Αγίου Κωνσταντίνου, έψαξε αν η απόφαση ελήφθη με δημοκρατικές διαδικασίες; Διότι, σύμφωνα με το δόγμα Τσίπρα, αν ψήφισαν οι αλληλέγγυοι, ποιο είναι το πρόβλημα;
Η αλήθεια είναι ότι αυτές οι πρακτικές κατά κάποιον τρόπο έγιναν επί μακρόν ανεκτές και από την κοινωνία και από την πολιτεία. Επειδή η πολιτική δράση της Αριστεράς διώχθηκε από το μετεμφυλιακό κράτος, κάθε δράση που είχε αριστερή ταμπέλα θεωρήθηκε «νόμιμη». Τι κι αν καταστρατηγούνταν οι νόμοι του κράτους ή/και της λογικής; Αρκούσε η επίκληση του «αγώνα» για να συγχωρεθούν όλα τα κρίματα.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι το παραεπαναστατικό δίκαιο στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης περιοριζόταν από τον σεβασμό που έτρεφε η Αριστερά στη δημοκρατία, προφανώς επειδή έπαθε τα πάνδεινα από την έλλειψή της. Υπήρχαν άρρητοι κανόνες στην κομματική αντιπαράθεση που τηρούνταν αυστηρά. Δεν νοείτο, για παράδειγμα, να κάνει το ΚΚΕ αντισυγκεντρώσεις σε πολιτικούς του αντιπάλους. Είχε την εμπειρία και μπορούσε να κάνει την πολιτική επεξεργασία ώστε να κατανοήσει πού μπορεί να οδηγήσουν τέτοιου τύπου παραεπαναστατικές πρωτοβουλίες. Γι’ αυτό και τις καταδίκαζε με τον πιο σαφή και αυστηρό τρόπο.
Δυστυχώς, η νέα γενιά των «επαναστατών» του ΣΥΡΙΖΑ μπέρδεψε την επανάσταση με την ανομία, τη χυδαιότητα με τον πολιτικό λόγο, τη δημοκρατία με τη χούντα, το Μνημόνιο με την Κατοχή. Αδυνατεί να ξεχωρίσει τις έννοιες, δεν μπορεί να κάνει την αναγκαία επεξεργασία. Αυτό το έλλειμμα προσπαθεί να καλύψει με όλο και μεγαλύτερη χυδαιότητα και όλο περισσότερη παραεπανάσταση. Μόνο που αυτού του τύπου η πολιτική έχει κοντά ποδάρια...
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 11.1.2013