Μανδραβέλης: Ακόμη δεν ξέρουμε πόσους δημοσίους υπαλλήλους έχουμε και πόσο τους πληρώνουμε
Του Πάσχου Μανδραβέλη/Καθημερινή
Τρία χρόνια μετά τη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους, ακόμη δεν ξέρουμε πόσους δημοσίους υπαλλήλους έχουμε και πόσο τους πληρώνουμε. Προσπάθησε να το μάθει πρόσφατα ο βουλευτής της Ν.Δ. Ευάγγελος Μπασιάκος με ερώτηση στη Βουλή, αλλά πήρε από τον κ. Χρήστο Σταϊκούρα μια απάντηση στο περίπου. Οπως δημοσίευσε προχθές η «Καθημερινή», στο έγγραφο που εξέδωσε η 24η Διεύθυνση Λογαριασμών Δημοσίου, «δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τον αριθμό των δικαιούχων υπαλλήλων, ούτε για το ύψος της μισθοδοσίας των υπαλλήλων του λοιπού ευρύτερου δημόσιου τομέα».
Σύμφωνα με αυτό το έγγραφο -και χωρίς να ξέρουμε τι γίνεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα- το 2005 από τον τακτικό προϋπολογισμό δόθηκαν για μισθούς και πρόσθετες παροχές 13,9 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούσαν στο 7,2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Το 2009, που ήταν το πιο χουβαρνταλίδικο έτος της πρόσφατης ιστορίας, αυτό το κονδύλι ανέβηκε στα 18,5 δισ. ευρώ ήτοι στο 8% του ΑΕΠ. Η εκτίμηση για το 2012 είναι ότι οι δαπάνες του κράτους για μισθούς και πρόσθετες παροχές (σημειώνουμε πάλι: χωρίς να υπολογίζουμε τον ευρύτερο δημόσιο τομέα) θα φτάσει στα επίπεδα περίπου του 2005, δηλαδή στα 13,7 δισ. ευρώ.
Με δεδομένο ότι το ΑΕΠ του 2012 είναι στο ύψος του 2005 (193 δισ. ευρώ), το ποσοστό επί του ΑΕΠ της δαπάνης για μισθούς και πρόσθετες παροχές του στενού δημόσιου τομέα παραμένει στο 7%. Κι αν χιονίζει και αν βρέχει, μία είναι η σταθερά του κοινού μας βίου: οι μισθοί και οι παροχές των υπαλλήλων της κεντρικής κυβέρνησης αθροίζουν πάντα ποσοστό περί το 7% του παραγόμενου πλούτου της χώρας.
Σύμφωνα με μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Evaluating Government Employment and Compensation, 2010) ο μέσος όρος των δαπανών για μισθούς κεντρικής κυβέρνησης στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης την περίοδο 200-2008 ήταν 5,2% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 2-3 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερο από τις εγχώριες δαπάνες την περίοδο 2005-2012, χρονιές στις οποίες περιλαμβάνεται και η κρίση με τις αιματηρές υποτίθεται οικονομίες του δημόσιου τομέα. Ακόμη και η Αφρική πληρώνει λιγότερα: 6,5% του ΑΕΠ. Σιμά-κοντά στην Ελλάδα είναι η Μέση Ανατολή και η Κεντρική Ασία με 7,1%, αν λέει κάτι αυτό για τη χώρα μας.
Αυτό όμως που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι η σταθερότητα του ποσοστού του παραγόμενου πλούτου που πάει για μισθούς και παροχές των δημοσίων υπαλλήλων. Μπορεί το πολιτικό μας σύστημα να κατηγορείται για ανικανότητα, αλλά τα καταφέρνει μια χαρά στην αναπαραγωγή του υπάρχοντος μοντέλου. Οχι μόνο ποιοτικά (με τις προσλήψεις «ημετέρων» πολιτευτών, όπου είναι δυνατόν να γίνουν αυτές), αλλά και ποσοτικά. Είτε οι Ελληνες παράγουν λιγότερα είτε καταναλώνουν περισσότερα, η ταρίφα για μισθούς του στενού δημόσιου τομέα είναι στάνταρ: 7%-8% του τζίρου της οικονομίας.
Τι κι αν όλοι υπόσχονται μείωση του κράτους; Τι κι αν άπαντες ορκίζονται στην κατάργηση δημόσιων φορέων και οργανισμών που δεν έχουν λόγο ύπαρξης; Ανακοινώνονται προθέσεις, γίνεται για λίγο ο κακός χαμός και κατόπιν το σύστημα επιστρέφει στην προτεραία κατάσταση. Ξοδεύει για τη γραφειοκρατία του 2% του ΑΕΠ περισσότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Αυτή τη γραφειοκρατία, την οποία -μην το ξεχάσουμε αυτό!- οσονούπω θα την πατάξουν...
Τρία χρόνια μετά τη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους, ακόμη δεν ξέρουμε πόσους δημοσίους υπαλλήλους έχουμε και πόσο τους πληρώνουμε. Προσπάθησε να το μάθει πρόσφατα ο βουλευτής της Ν.Δ. Ευάγγελος Μπασιάκος με ερώτηση στη Βουλή, αλλά πήρε από τον κ. Χρήστο Σταϊκούρα μια απάντηση στο περίπου. Οπως δημοσίευσε προχθές η «Καθημερινή», στο έγγραφο που εξέδωσε η 24η Διεύθυνση Λογαριασμών Δημοσίου, «δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τον αριθμό των δικαιούχων υπαλλήλων, ούτε για το ύψος της μισθοδοσίας των υπαλλήλων του λοιπού ευρύτερου δημόσιου τομέα».
Σύμφωνα με αυτό το έγγραφο -και χωρίς να ξέρουμε τι γίνεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα- το 2005 από τον τακτικό προϋπολογισμό δόθηκαν για μισθούς και πρόσθετες παροχές 13,9 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούσαν στο 7,2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Το 2009, που ήταν το πιο χουβαρνταλίδικο έτος της πρόσφατης ιστορίας, αυτό το κονδύλι ανέβηκε στα 18,5 δισ. ευρώ ήτοι στο 8% του ΑΕΠ. Η εκτίμηση για το 2012 είναι ότι οι δαπάνες του κράτους για μισθούς και πρόσθετες παροχές (σημειώνουμε πάλι: χωρίς να υπολογίζουμε τον ευρύτερο δημόσιο τομέα) θα φτάσει στα επίπεδα περίπου του 2005, δηλαδή στα 13,7 δισ. ευρώ.
Με δεδομένο ότι το ΑΕΠ του 2012 είναι στο ύψος του 2005 (193 δισ. ευρώ), το ποσοστό επί του ΑΕΠ της δαπάνης για μισθούς και πρόσθετες παροχές του στενού δημόσιου τομέα παραμένει στο 7%. Κι αν χιονίζει και αν βρέχει, μία είναι η σταθερά του κοινού μας βίου: οι μισθοί και οι παροχές των υπαλλήλων της κεντρικής κυβέρνησης αθροίζουν πάντα ποσοστό περί το 7% του παραγόμενου πλούτου της χώρας.
Σύμφωνα με μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Evaluating Government Employment and Compensation, 2010) ο μέσος όρος των δαπανών για μισθούς κεντρικής κυβέρνησης στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης την περίοδο 200-2008 ήταν 5,2% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 2-3 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερο από τις εγχώριες δαπάνες την περίοδο 2005-2012, χρονιές στις οποίες περιλαμβάνεται και η κρίση με τις αιματηρές υποτίθεται οικονομίες του δημόσιου τομέα. Ακόμη και η Αφρική πληρώνει λιγότερα: 6,5% του ΑΕΠ. Σιμά-κοντά στην Ελλάδα είναι η Μέση Ανατολή και η Κεντρική Ασία με 7,1%, αν λέει κάτι αυτό για τη χώρα μας.
Αυτό όμως που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι η σταθερότητα του ποσοστού του παραγόμενου πλούτου που πάει για μισθούς και παροχές των δημοσίων υπαλλήλων. Μπορεί το πολιτικό μας σύστημα να κατηγορείται για ανικανότητα, αλλά τα καταφέρνει μια χαρά στην αναπαραγωγή του υπάρχοντος μοντέλου. Οχι μόνο ποιοτικά (με τις προσλήψεις «ημετέρων» πολιτευτών, όπου είναι δυνατόν να γίνουν αυτές), αλλά και ποσοτικά. Είτε οι Ελληνες παράγουν λιγότερα είτε καταναλώνουν περισσότερα, η ταρίφα για μισθούς του στενού δημόσιου τομέα είναι στάνταρ: 7%-8% του τζίρου της οικονομίας.
Τι κι αν όλοι υπόσχονται μείωση του κράτους; Τι κι αν άπαντες ορκίζονται στην κατάργηση δημόσιων φορέων και οργανισμών που δεν έχουν λόγο ύπαρξης; Ανακοινώνονται προθέσεις, γίνεται για λίγο ο κακός χαμός και κατόπιν το σύστημα επιστρέφει στην προτεραία κατάσταση. Ξοδεύει για τη γραφειοκρατία του 2% του ΑΕΠ περισσότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Αυτή τη γραφειοκρατία, την οποία -μην το ξεχάσουμε αυτό!- οσονούπω θα την πατάξουν...