"Στο απόσπασμα" η ΔΕΗ για τη νέα ασφυξία στην ενεργειακή αγορά
Έχουμε μπροστά μας ένα δύσκολο χειμώνα κατά τον οποίο θα δοκιμαστούν οι εύθραυστες ισορροπίες στην αγορά ενέργειας, τονίζει στο EnergyPress παράγοντας της αγοράς ενέργειας, που επισημαίνει ότι ήδη η αγορά έχει μπει σε δοκιμασία καθώς έχει επανέλθει το πρόβλημα ρευστότητας που ως "ντόμινο" ξεκινάει από τη ΔΕΗ και φτάνει στη ΔΕΠΑ η οποία τις τελευταίες ημέρες πιέζει τους ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγούς να καταβάλλουν τις οφειλές τους.
Η πλευρά της ιδιωτικής ηλεκτροπαραγωγής εκτοξεύει βολές προς τη ΔΕΗ εξαιτίας του περίφημου «διπλού ταμπλό» που εμφανίζεται να παίζει στη χονδρεμπορική αγορά και στην παραγωγή.
Ήδη, στους κύκλους της αγοράς επικρατεί αναβρασμός, καθώς ενώ έγιναν οδυνηρές θυσίες με το «κούρεμα» των μεταβατικών μηχανισμών που οδήγησε το σύνολο των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών να λειτουργεί στο όριο της βιωσιμότητας, το όφελος που προέκυψε δεν πέρασε στη λειτουργία του συστήματος και φυσικά δε μετακυλήθηκε στους καταναλωτές, όπως θα ήταν το λογικό.
Για το φαινόμενο στοχοποιείται η επιλογή της ΔΕΗ να καλύπτει το κενό που δημιουργήθηκε από μονάδες φυσικού αερίου και όχι από λιγνίτες. Τι ακριβώς έχει συμβεί; Μετά το κούρεμα των μεταβατικών μηχανισμών, οι μονάδες αερίου των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών λειτουργούν στο «ρελαντί» καλύπτοντας οριακά τα κόστη τους, αφήνοντας χώρο για να αυξηθεί η λιγνιτική παραγωγή (το βασικό επιχείρημα της ΔΕΗ όλο το προηγούμενο διάστημα όταν ο συνδυασμός ΑΔΙ και cost recovery οδηγούσε σε αντιοικονομική λειτουργία το σύστημα αφήνοντας εκτός αγοράς λιγνιτικές μονάδες, που υποκαθίστανται από «ακριβότερες» μονάδες αερίου).
Η αγορά ανέμενε λοιπόν ότι με τις αλλαγές στη χονδρεμπορική αγορά θα αυξανόταν η λιγνιτική παραγωγή. Εις μάτην. Το κενό καλύπτεται με τη λειτουργία μονάδων αερίου της ΔΕΗ (Κομοτηνή, Λαύριο 4,5) οι οποίες μάλιστα είναι λιγότερο αποδοτικές από τις μονάδες των ανεξάρτητων παραγωγών που υποκατέστησαν. Η επιλογή αυτή μάλιστα αντί να μειώνει το κόστος λειτουργίας του συστήματος, το επιβαρύνει με ένα κόστος της τάξης των 450 χιλιάδων ευρώ ημερησίως.
Το φαινόμενο έχει ήδη επισημανθεί στη ΔΕΗ, καθώς επηρεάζει τη συνολική λειτουργία του συστήματος και άρα όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά. Έγιναν θυσίες για εξοικονόμηση όχι για να λειτουργούν άλλα αέρια λιγότερο αποδοτικά, αναφέρει χαρακτηριστικά πηγή της αγοράς στο EnergyPress.
Πάντως όπως επισημαίνεται από την αγορά, το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στη ΔΕΗ, η οποία ανεξήγητα έχει επιλέξει να μην αυξήσει τη λειτουργία των λιγνιτών της, παρότι αυτό είναι εφικτό (συμβαίνει σποραδικά κάποιες ώρες την ημέρα). Το επιπλέον κόστος της ΔΕΗ, αυξάνει ταυτόχρονα και τη στενότητα προς τους άλλους παίκτες της αγοράς, αφού περιορίζονται οι πληρωμές σε ΑΔΜΗΕ και ΛΑΓΗΕ. Με τη σειρά τους οι διαχειριστές εμφανίζουν και εκείνοι καθυστερήσεις στις δικές τους πληρωμές προς τους συμμετέχοντες: αυτή τη στιγμή οι οφειλές έχουν ξεπεράσει το μήνα και οδεύουν ολοταχώς κοντά στους δύο μήνες (η μεγαλύτερη καθυστέρηση που έχει καταγραφεί ήταν τον περασμένο Μάρτιο όταν οι οφειλές έφτασαν τους τρεις μήνες).
Και επιπρόσθετα το θέμα έχει αρχίσει να ακουμπά και τη ΔΕΠΑ, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες έχει στείλει τις πρώτες επιστολές σε πελάτες της (δεν πρόκειται στην παρούσα φάση για εξώδικα παρά μόνο για ενημερωτικές επιστολές) υπενθυμίζοντας στους πελάτες τους ότι υπάρχουν οφειλές σε εκκρεμότητα.
Η εικόνα πάντως που μεταφέρεται από την αγορά των ηλεκτροπαραγωγών είναι ότι αυτή τη φορά η στάση που θα τηρηθεί δε θα είναι τόσο ανεκτική όσο την περασμένη άνοιξη: δεν είμαστε διατεθειμένοι να σηκώσουμε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες το βάρος όλου του συστήματος και να στοχοποιηθούμε για πρακτικές και επιλογές τρίτων, τονίζουν χαρακτηριστικά…
Η πλευρά της ιδιωτικής ηλεκτροπαραγωγής εκτοξεύει βολές προς τη ΔΕΗ εξαιτίας του περίφημου «διπλού ταμπλό» που εμφανίζεται να παίζει στη χονδρεμπορική αγορά και στην παραγωγή.
Ήδη, στους κύκλους της αγοράς επικρατεί αναβρασμός, καθώς ενώ έγιναν οδυνηρές θυσίες με το «κούρεμα» των μεταβατικών μηχανισμών που οδήγησε το σύνολο των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών να λειτουργεί στο όριο της βιωσιμότητας, το όφελος που προέκυψε δεν πέρασε στη λειτουργία του συστήματος και φυσικά δε μετακυλήθηκε στους καταναλωτές, όπως θα ήταν το λογικό.
Για το φαινόμενο στοχοποιείται η επιλογή της ΔΕΗ να καλύπτει το κενό που δημιουργήθηκε από μονάδες φυσικού αερίου και όχι από λιγνίτες. Τι ακριβώς έχει συμβεί; Μετά το κούρεμα των μεταβατικών μηχανισμών, οι μονάδες αερίου των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών λειτουργούν στο «ρελαντί» καλύπτοντας οριακά τα κόστη τους, αφήνοντας χώρο για να αυξηθεί η λιγνιτική παραγωγή (το βασικό επιχείρημα της ΔΕΗ όλο το προηγούμενο διάστημα όταν ο συνδυασμός ΑΔΙ και cost recovery οδηγούσε σε αντιοικονομική λειτουργία το σύστημα αφήνοντας εκτός αγοράς λιγνιτικές μονάδες, που υποκαθίστανται από «ακριβότερες» μονάδες αερίου).
Η αγορά ανέμενε λοιπόν ότι με τις αλλαγές στη χονδρεμπορική αγορά θα αυξανόταν η λιγνιτική παραγωγή. Εις μάτην. Το κενό καλύπτεται με τη λειτουργία μονάδων αερίου της ΔΕΗ (Κομοτηνή, Λαύριο 4,5) οι οποίες μάλιστα είναι λιγότερο αποδοτικές από τις μονάδες των ανεξάρτητων παραγωγών που υποκατέστησαν. Η επιλογή αυτή μάλιστα αντί να μειώνει το κόστος λειτουργίας του συστήματος, το επιβαρύνει με ένα κόστος της τάξης των 450 χιλιάδων ευρώ ημερησίως.
Το φαινόμενο έχει ήδη επισημανθεί στη ΔΕΗ, καθώς επηρεάζει τη συνολική λειτουργία του συστήματος και άρα όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά. Έγιναν θυσίες για εξοικονόμηση όχι για να λειτουργούν άλλα αέρια λιγότερο αποδοτικά, αναφέρει χαρακτηριστικά πηγή της αγοράς στο EnergyPress.
Πάντως όπως επισημαίνεται από την αγορά, το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στη ΔΕΗ, η οποία ανεξήγητα έχει επιλέξει να μην αυξήσει τη λειτουργία των λιγνιτών της, παρότι αυτό είναι εφικτό (συμβαίνει σποραδικά κάποιες ώρες την ημέρα). Το επιπλέον κόστος της ΔΕΗ, αυξάνει ταυτόχρονα και τη στενότητα προς τους άλλους παίκτες της αγοράς, αφού περιορίζονται οι πληρωμές σε ΑΔΜΗΕ και ΛΑΓΗΕ. Με τη σειρά τους οι διαχειριστές εμφανίζουν και εκείνοι καθυστερήσεις στις δικές τους πληρωμές προς τους συμμετέχοντες: αυτή τη στιγμή οι οφειλές έχουν ξεπεράσει το μήνα και οδεύουν ολοταχώς κοντά στους δύο μήνες (η μεγαλύτερη καθυστέρηση που έχει καταγραφεί ήταν τον περασμένο Μάρτιο όταν οι οφειλές έφτασαν τους τρεις μήνες).
Και επιπρόσθετα το θέμα έχει αρχίσει να ακουμπά και τη ΔΕΠΑ, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες έχει στείλει τις πρώτες επιστολές σε πελάτες της (δεν πρόκειται στην παρούσα φάση για εξώδικα παρά μόνο για ενημερωτικές επιστολές) υπενθυμίζοντας στους πελάτες τους ότι υπάρχουν οφειλές σε εκκρεμότητα.
Η εικόνα πάντως που μεταφέρεται από την αγορά των ηλεκτροπαραγωγών είναι ότι αυτή τη φορά η στάση που θα τηρηθεί δε θα είναι τόσο ανεκτική όσο την περασμένη άνοιξη: δεν είμαστε διατεθειμένοι να σηκώσουμε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες το βάρος όλου του συστήματος και να στοχοποιηθούμε για πρακτικές και επιλογές τρίτων, τονίζουν χαρακτηριστικά…