Η ηθική και η ηθικολογία της πολιτικής
Του Μιχάλη Πιτένη
Οι αποκαλύψεις του πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών κ. Αντώνη Κάντα ακόμα και αν δεν επιβεβαιωθούν πλήρως, μας φέρνουν και πάλι μπροστά σε μια θλιβερή πραγματικότητα. Μέρος του πολιτικού προσωπικού της χώρας που για κάποιο διάστημα συμμετείχε στη διακυβέρνηση της, χρησιμοποιούσε τα αξιώματα του για να αποκομίζει οικονομικά οφέλη.
Το ελληνικό δημόσιο φυσικά ζημιώθηκε και οπωσδήποτε ένα μέρος του συνολικού υπέρογκου χρέους που πασχίζουμε να αποπληρώσουμε οφείλεται σ΄ αυτή την πρακτική. Τώρα, αν είναι το ένα τοις χιλίοις, το ένα τοις εκατό ή πολύ περισσότερο, έχει βεβαίως τη σημασία του, αλλά το σημαντικότερο, μάλλον, είναι άλλο. Δημόσιοι λειτουργοί, επί σειρά πολλών ετών, μας ζημίωσαν όχι επειδή απεδείχθησαν ανίκανοι ή πήραν λανθασμένες αποφάσεις, αλλά διότι φρόντιζαν, κυρίως, για την τσέπη τους. Μας ζημίωσαν, όμως, μόνο οικονομικά ή η ζημιά που προκάλεσαν ήταν πολύ μεγαλύτερη και βαθύτερη;
Αν θέλουμε να ΄μαστε ειλικρινείς μεταξύ μας, τα φαινόμενα αυτά δεν εμφανίστηκαν μόνο κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, αλλά είναι αποτελέσματα μιας από τις παθογένειες που ταλαιπωρούν το ελληνικό κράτος σχεδόν από την ημέρα της σύστασης του. Το ότι συμβαίνουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια ή ότι συμβαίνουν και σε άλλες χώρες, δεν δικαιολογεί φυσικά την ύπαρξη τους. Όπως δεν δικαιολογείται και το γεγονός πως έχουμε αποδεχθεί ότι «αυτά γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται πάντα στην Ελλάδα». Άποψη που εμπεριέχει την ανοχή ή την εύκολη συγχώρεση, τις οποίες εκμεταλλεύτηκαν όχι μόνο για να μακροημερεύσουν διάφοροι που πολιτεύτηκαν ξεκάθαρα με ιδιοτέλεια, αλλά και όσοι τους αντέγραψαν και τους αντικατέστησαν επαξίως στη συνέχεια, διαιωνίζοντας αυτό το νοσηρό φαινόμενο.
Τι θα έπρεπε, λοιπόν, να ΄χε γίνει; Ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο θα απέτρεπε τέτοια φαινόμενα; Δεν είναι απόλυτα σίγουρο καθώς εμφανίστηκαν και εμφανίζονται και σε χώρες που το διαθέτουν και είναι άτεγκτες και σκληρές στην τήρηση των νόμων.
Άρα, πού καταλήγουμε; Πώς το βασικό στοιχείο που μπορεί να εμποδίσει την εμφάνιση τέτοιων φαινομένων είναι όσοι ασχολούνται με την πολιτική και ασκούν εξουσία να έχουν μέσα τους ξεκάθαρη την έννοια της ηθικής. Της ηθικής που θα τιθασεύει την οποιαδήποτε τάση ιδιοτέλειας υπάρχει στον άνθρωπο- πολιτικό και θα τον οδηγεί στο να προτάσσει τη λογική της αποκλειστικής εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος.
Δεν είναι εύκολο ή απλό και πάνω απ΄ όλα δεν είναι αυτονόητο. Ακόμα και αν υποθέσουμε πως ένα μεγάλο μέρος όσων ασχολούνται με την πολιτική οδηγήθηκαν σ΄ αυτή λόγω των ιδεών και των πιστεύω τους, είναι δύσκολο να πειστούμε πως το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών εξακολουθεί μετά από χρόνια να λειτουργεί και να πολιτεύεται με βάση αυτές. Σίγουρα όλοι αυτοί δεν θα καταλήξουν, αργά ή γρήγορα, στο να γίνουν εκτός από συλλέκτες αξιωμάτων και συλλέκτες μιζών, αλλά όταν λείπουν εν γένει οι ηθικές αντιστάσεις και ο βασικός στόχος γίνεται η εξυπηρέτηση του εγώ και όχι του εμείς, τι μας πείθει ότι δεν θα το κάνουν;
Ατυχώς, πάρα πολλοί πολιτικοί μας έχουν μπερδέψει, πιθανότατα σκοπίμως, την έννοια της ηθικής με αυτή της ηθικολογίας. Απόλυτα κατανοητό. Για να υπηρετήσεις την πρώτη χρειάζεται συνεχή προσπάθεια και πολύς κόπος. Η δεύτερη είναι απλώς «λόγια στον αέρα».
Τόσο αυτοί, όμως, που προσφεύγουν στην ηθικολογία, όσο και αυτοί που εμπλέκονται στα διάφορα οικονομικά σκάνδαλα, νερό στον ίδιο μύλο ρίχνουν. Της πλήρους απαξίωσης της πολιτικής. Και αυτό είναι πολύ κακό εφόσον αποδεχθούμε πως λύσεις για να βγούμε απ΄ τη δύσκολη θέση στην οποία βρισκόμαστε ως κοινωνία από την πολιτική μόνο μπορούμε να περιμένουμε.
Οι αποκαλύψεις του πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών κ. Αντώνη Κάντα ακόμα και αν δεν επιβεβαιωθούν πλήρως, μας φέρνουν και πάλι μπροστά σε μια θλιβερή πραγματικότητα. Μέρος του πολιτικού προσωπικού της χώρας που για κάποιο διάστημα συμμετείχε στη διακυβέρνηση της, χρησιμοποιούσε τα αξιώματα του για να αποκομίζει οικονομικά οφέλη.
Το ελληνικό δημόσιο φυσικά ζημιώθηκε και οπωσδήποτε ένα μέρος του συνολικού υπέρογκου χρέους που πασχίζουμε να αποπληρώσουμε οφείλεται σ΄ αυτή την πρακτική. Τώρα, αν είναι το ένα τοις χιλίοις, το ένα τοις εκατό ή πολύ περισσότερο, έχει βεβαίως τη σημασία του, αλλά το σημαντικότερο, μάλλον, είναι άλλο. Δημόσιοι λειτουργοί, επί σειρά πολλών ετών, μας ζημίωσαν όχι επειδή απεδείχθησαν ανίκανοι ή πήραν λανθασμένες αποφάσεις, αλλά διότι φρόντιζαν, κυρίως, για την τσέπη τους. Μας ζημίωσαν, όμως, μόνο οικονομικά ή η ζημιά που προκάλεσαν ήταν πολύ μεγαλύτερη και βαθύτερη;
Αν θέλουμε να ΄μαστε ειλικρινείς μεταξύ μας, τα φαινόμενα αυτά δεν εμφανίστηκαν μόνο κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, αλλά είναι αποτελέσματα μιας από τις παθογένειες που ταλαιπωρούν το ελληνικό κράτος σχεδόν από την ημέρα της σύστασης του. Το ότι συμβαίνουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια ή ότι συμβαίνουν και σε άλλες χώρες, δεν δικαιολογεί φυσικά την ύπαρξη τους. Όπως δεν δικαιολογείται και το γεγονός πως έχουμε αποδεχθεί ότι «αυτά γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται πάντα στην Ελλάδα». Άποψη που εμπεριέχει την ανοχή ή την εύκολη συγχώρεση, τις οποίες εκμεταλλεύτηκαν όχι μόνο για να μακροημερεύσουν διάφοροι που πολιτεύτηκαν ξεκάθαρα με ιδιοτέλεια, αλλά και όσοι τους αντέγραψαν και τους αντικατέστησαν επαξίως στη συνέχεια, διαιωνίζοντας αυτό το νοσηρό φαινόμενο.
Τι θα έπρεπε, λοιπόν, να ΄χε γίνει; Ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο θα απέτρεπε τέτοια φαινόμενα; Δεν είναι απόλυτα σίγουρο καθώς εμφανίστηκαν και εμφανίζονται και σε χώρες που το διαθέτουν και είναι άτεγκτες και σκληρές στην τήρηση των νόμων.
Άρα, πού καταλήγουμε; Πώς το βασικό στοιχείο που μπορεί να εμποδίσει την εμφάνιση τέτοιων φαινομένων είναι όσοι ασχολούνται με την πολιτική και ασκούν εξουσία να έχουν μέσα τους ξεκάθαρη την έννοια της ηθικής. Της ηθικής που θα τιθασεύει την οποιαδήποτε τάση ιδιοτέλειας υπάρχει στον άνθρωπο- πολιτικό και θα τον οδηγεί στο να προτάσσει τη λογική της αποκλειστικής εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος.
Δεν είναι εύκολο ή απλό και πάνω απ΄ όλα δεν είναι αυτονόητο. Ακόμα και αν υποθέσουμε πως ένα μεγάλο μέρος όσων ασχολούνται με την πολιτική οδηγήθηκαν σ΄ αυτή λόγω των ιδεών και των πιστεύω τους, είναι δύσκολο να πειστούμε πως το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών εξακολουθεί μετά από χρόνια να λειτουργεί και να πολιτεύεται με βάση αυτές. Σίγουρα όλοι αυτοί δεν θα καταλήξουν, αργά ή γρήγορα, στο να γίνουν εκτός από συλλέκτες αξιωμάτων και συλλέκτες μιζών, αλλά όταν λείπουν εν γένει οι ηθικές αντιστάσεις και ο βασικός στόχος γίνεται η εξυπηρέτηση του εγώ και όχι του εμείς, τι μας πείθει ότι δεν θα το κάνουν;
Ατυχώς, πάρα πολλοί πολιτικοί μας έχουν μπερδέψει, πιθανότατα σκοπίμως, την έννοια της ηθικής με αυτή της ηθικολογίας. Απόλυτα κατανοητό. Για να υπηρετήσεις την πρώτη χρειάζεται συνεχή προσπάθεια και πολύς κόπος. Η δεύτερη είναι απλώς «λόγια στον αέρα».
Τόσο αυτοί, όμως, που προσφεύγουν στην ηθικολογία, όσο και αυτοί που εμπλέκονται στα διάφορα οικονομικά σκάνδαλα, νερό στον ίδιο μύλο ρίχνουν. Της πλήρους απαξίωσης της πολιτικής. Και αυτό είναι πολύ κακό εφόσον αποδεχθούμε πως λύσεις για να βγούμε απ΄ τη δύσκολη θέση στην οποία βρισκόμαστε ως κοινωνία από την πολιτική μόνο μπορούμε να περιμένουμε.