Η δύσκολη στρατηγική της πειθούς
Του Μιχάλη Πιτένη
Έχοντας μπροστά μας δύο σημαντικές και καθοριστικές για το πολιτικό μέλλον της χώρας εκλογικές αναμετρήσεις (για την αυτοδιοίκηση και το Ευρωκοινοβούλιο), ένα από τα βασικά ερωτήματα που ήδη υπάρχουν σχετίζεται με το ρόλο που θα παίξει στην έκβαση τους ο πολιτικός λόγος.
Ένα ερώτημα που φυσικά υπάρχει πάντα σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, αλλά που σήμερα αποκτά ξεχωριστή σημασία για έναν πολύ απλό λόγο. Ζούμε σε μια εντελώς διαφορετική εποχή, σε μια χώρα που την τελευταία πενταετία έχασε πολλά από εκείνα τα στοιχεία που τη χαρακτήριζαν, ενώ τροποποιήθηκαν δραματικά οι προτεραιότητες και οι πραγματικές ανάγκες των πολιτών. Γι΄ αυτό έχει μεγάλη σημασία τι πολιτικό λόγο θα επιλέξουν όσοι διεκδικήσουν την ψήφο μας, καθώς η πιεστική, σε βαθμό ασφυξίας, ανάγκη για ένα ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο σχέδιο, τόσο για τη χώρα όσο και για τις τοπικές κοινωνίες, δεν επιτρέπει να ακολουθηθεί η τακτική του πρόσφατου παρελθόντος. Λόγια στον αέρα και αποτέλεσμα από μηδέν έως πενιχρό.
Πριν από 14 χρόνια (τον Απρίλιο του 2000) ο καθηγητής κ. Γ. Μπαμπινιώτης είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο υπό τον τίτλο «Τα παιχνίδια του πολιτικού λόγου», όπου σημείωνε και τα εξής: «Οι στρατηγικές που έχει στη διάθεσή του (σ. σ. ο πολιτικός λόγος) είναι κυρίως δύο: η λογική επικοινωνιακή προσέγγιση και η βιωματική (συγκινησιακή). Η πρώτη είναι η δύσκολη στρατηγική τής πειθούς, η δεύτερη είναι η ευκολότερη στρατηγική τού συνθήματος. Ιδανική για τον πολιτικό λόγο είναι η στρατηγική τής πειθούς, συνδυασμένη με περιορισμένης εκτάσεως συγκινησιακές απηχήσεις. Ο πολιτικός λόγος τής πειθούς είναι αποδεικτικός λόγος. Στηρίζεται στο επιχείρημα, στην απόδειξη τής αλληλουχίας πράξεων και υποσχέσεων που συνιστά την αξιοπιστία τού πολιτικού λόγου, σε μελετημένο σχεδιασμό με συγκεκριμένα προγράμματα, σε καθαρό περίγραμμα αρχών και θέσεων, σε δημιουργικές και αποτελεσματικές προτάσεις που μπορούν να επιλύσουν σημαντικά και υπαρκτά προβλήματα τού πολίτη καθώς και σε οράματα που μπορούν να εμπνεύσουν τον πολίτη. Από την άλλη μεριά, ο πολιτικός λόγος τού συνθήματος ενεργοποιεί και εκμεταλλεύεται τα συναισθήματα τού πολίτη: φόβους, άγχος, αγανάκτηση, μίσος, φανατισμό, συμπάθεια, χαρά, ευφορία, ενθουσιασμό, συναισθήματα υπεροχής και δύναμης, συναισθήματα αδικίας, καταπίεσης κ.λπ. Συνθήματα, όπως λ.χ. εκείνο τού ΠΑΣΟΚ για μια πολιτική υποστήριξης των «μη προνομιούχων» ή η επαγγελία τής Ν.Δ. για «καλύτερες μέρες», περνώντας μέσα από τα συναισθήματα τού πολίτη γεννούν έντονες προσδοκίες, πολιτικά αξιοποιήσιμες, δηλ. εξαργυρώσιμες σε ψήφους. Συνήθης τακτική στη ρητορική τού πολιτικού λόγου που απευθύνεται στο συναίσθημα τού ψηφοφόρου είναι η κινδυνολογία: η πρόκληση φόβου από ποικίλους επερχόμενους κινδύνους, τους οποίους καλείται να αποτρέψει ο πολίτης, ψηφίζοντας συγκεκριμένο κόμμα».
Δέκα τέσσερα χρόνια πριν, σε μια άλλη εποχή, σε μια άλλη χώρα, αλλά η στρατηγική που ακολουθούν οι πολιτικές δυνάμεις του σήμερα, πανομοιότυπες. Το τραγικό είναι πως η πλειοψηφία τους δεν ρέπει απλώς αλλά έχει απολύτως υιοθετήσει την ευκολότερη στρατηγική του πολιτικού λόγου, αυτή που ο κ. Μπαμπινιώτης ονομάζει «στρατηγική του συνθήματος».
Το έδαφος είναι στρωμένο, οι συνθήκες ιδανικές, αλλά δεν θα πρέπει και κάποιος να νοιαστεί για το πραγματικό διακύβευμα των εκλογών που είναι το μέλλον όλων, επιλέγοντας τη «δύσκολη στρατηγική της πειθούς» με αποδείξεις και επιχειρήματα;
Σίγουρα υπάρχουν και δεν είναι λίγοι αυτοί που πραγματικά νοιάζονται και έχουν επιλέξει τη «δύσκολη στρατηγική». Μπορεί να τους κοστίσει βέβαια, με πολλές και σημαντικές προσωπικές απώλειες, καθώς στις μέρες μας το συναίσθημα και η κινδυνολογία είναι στην πρώτη γραμμή και συνάμα το απλωμένο και εύκολο γήπεδο για τους ρήτορες του συνθήματος, τους περιστασιακούς εθνεγέρτες και τους αδίστακτους καιροσκόπους. Δεν πρέπει όμως σε καμιά περίπτωση να κάνουν πίσω. Δεν μπορεί, αυτοί οι πολίτες όσο προδομένοι και απογοητευμένοι και αν αισθάνονται, σίγουρα δεν θα ήθελαν να περάσουν γύρω απ΄ το λαιμό τους και τη θηλιά που κρατούν, αλλά κρύβουν επιμελώς, οι συνθηματολόγοι και οι φορείς του διχασμού και του τίποτα.
Γι΄ αυτό όσοι πιστεύουν και υπηρετούν τη «δύσκολη στρατηγική της πειθούς», ας αρχίσουν να παρουσιάζουν τα επιχειρήματα και τις προτάσεις τους. Σίγουρα κάποια στιγμή η βουή θα κοπάσει. Αν σήμερα τους ακούν λίγοι σύντομα θα τους ακούν οι πολλοί. Και τότε θα αισθανθούν απόλυτα δικαιωμένοι καθώς θα έχουν προσφέρει πραγματικά τη μεγαλύτερη υπηρεσία στην πατρίδα. Θα έχουν μιλήσει για όσα πραγματικά χρειάζεται.
Έχοντας μπροστά μας δύο σημαντικές και καθοριστικές για το πολιτικό μέλλον της χώρας εκλογικές αναμετρήσεις (για την αυτοδιοίκηση και το Ευρωκοινοβούλιο), ένα από τα βασικά ερωτήματα που ήδη υπάρχουν σχετίζεται με το ρόλο που θα παίξει στην έκβαση τους ο πολιτικός λόγος.
Ένα ερώτημα που φυσικά υπάρχει πάντα σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, αλλά που σήμερα αποκτά ξεχωριστή σημασία για έναν πολύ απλό λόγο. Ζούμε σε μια εντελώς διαφορετική εποχή, σε μια χώρα που την τελευταία πενταετία έχασε πολλά από εκείνα τα στοιχεία που τη χαρακτήριζαν, ενώ τροποποιήθηκαν δραματικά οι προτεραιότητες και οι πραγματικές ανάγκες των πολιτών. Γι΄ αυτό έχει μεγάλη σημασία τι πολιτικό λόγο θα επιλέξουν όσοι διεκδικήσουν την ψήφο μας, καθώς η πιεστική, σε βαθμό ασφυξίας, ανάγκη για ένα ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο σχέδιο, τόσο για τη χώρα όσο και για τις τοπικές κοινωνίες, δεν επιτρέπει να ακολουθηθεί η τακτική του πρόσφατου παρελθόντος. Λόγια στον αέρα και αποτέλεσμα από μηδέν έως πενιχρό.
Πριν από 14 χρόνια (τον Απρίλιο του 2000) ο καθηγητής κ. Γ. Μπαμπινιώτης είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο υπό τον τίτλο «Τα παιχνίδια του πολιτικού λόγου», όπου σημείωνε και τα εξής: «Οι στρατηγικές που έχει στη διάθεσή του (σ. σ. ο πολιτικός λόγος) είναι κυρίως δύο: η λογική επικοινωνιακή προσέγγιση και η βιωματική (συγκινησιακή). Η πρώτη είναι η δύσκολη στρατηγική τής πειθούς, η δεύτερη είναι η ευκολότερη στρατηγική τού συνθήματος. Ιδανική για τον πολιτικό λόγο είναι η στρατηγική τής πειθούς, συνδυασμένη με περιορισμένης εκτάσεως συγκινησιακές απηχήσεις. Ο πολιτικός λόγος τής πειθούς είναι αποδεικτικός λόγος. Στηρίζεται στο επιχείρημα, στην απόδειξη τής αλληλουχίας πράξεων και υποσχέσεων που συνιστά την αξιοπιστία τού πολιτικού λόγου, σε μελετημένο σχεδιασμό με συγκεκριμένα προγράμματα, σε καθαρό περίγραμμα αρχών και θέσεων, σε δημιουργικές και αποτελεσματικές προτάσεις που μπορούν να επιλύσουν σημαντικά και υπαρκτά προβλήματα τού πολίτη καθώς και σε οράματα που μπορούν να εμπνεύσουν τον πολίτη. Από την άλλη μεριά, ο πολιτικός λόγος τού συνθήματος ενεργοποιεί και εκμεταλλεύεται τα συναισθήματα τού πολίτη: φόβους, άγχος, αγανάκτηση, μίσος, φανατισμό, συμπάθεια, χαρά, ευφορία, ενθουσιασμό, συναισθήματα υπεροχής και δύναμης, συναισθήματα αδικίας, καταπίεσης κ.λπ. Συνθήματα, όπως λ.χ. εκείνο τού ΠΑΣΟΚ για μια πολιτική υποστήριξης των «μη προνομιούχων» ή η επαγγελία τής Ν.Δ. για «καλύτερες μέρες», περνώντας μέσα από τα συναισθήματα τού πολίτη γεννούν έντονες προσδοκίες, πολιτικά αξιοποιήσιμες, δηλ. εξαργυρώσιμες σε ψήφους. Συνήθης τακτική στη ρητορική τού πολιτικού λόγου που απευθύνεται στο συναίσθημα τού ψηφοφόρου είναι η κινδυνολογία: η πρόκληση φόβου από ποικίλους επερχόμενους κινδύνους, τους οποίους καλείται να αποτρέψει ο πολίτης, ψηφίζοντας συγκεκριμένο κόμμα».
Δέκα τέσσερα χρόνια πριν, σε μια άλλη εποχή, σε μια άλλη χώρα, αλλά η στρατηγική που ακολουθούν οι πολιτικές δυνάμεις του σήμερα, πανομοιότυπες. Το τραγικό είναι πως η πλειοψηφία τους δεν ρέπει απλώς αλλά έχει απολύτως υιοθετήσει την ευκολότερη στρατηγική του πολιτικού λόγου, αυτή που ο κ. Μπαμπινιώτης ονομάζει «στρατηγική του συνθήματος».
Το έδαφος είναι στρωμένο, οι συνθήκες ιδανικές, αλλά δεν θα πρέπει και κάποιος να νοιαστεί για το πραγματικό διακύβευμα των εκλογών που είναι το μέλλον όλων, επιλέγοντας τη «δύσκολη στρατηγική της πειθούς» με αποδείξεις και επιχειρήματα;
Σίγουρα υπάρχουν και δεν είναι λίγοι αυτοί που πραγματικά νοιάζονται και έχουν επιλέξει τη «δύσκολη στρατηγική». Μπορεί να τους κοστίσει βέβαια, με πολλές και σημαντικές προσωπικές απώλειες, καθώς στις μέρες μας το συναίσθημα και η κινδυνολογία είναι στην πρώτη γραμμή και συνάμα το απλωμένο και εύκολο γήπεδο για τους ρήτορες του συνθήματος, τους περιστασιακούς εθνεγέρτες και τους αδίστακτους καιροσκόπους. Δεν πρέπει όμως σε καμιά περίπτωση να κάνουν πίσω. Δεν μπορεί, αυτοί οι πολίτες όσο προδομένοι και απογοητευμένοι και αν αισθάνονται, σίγουρα δεν θα ήθελαν να περάσουν γύρω απ΄ το λαιμό τους και τη θηλιά που κρατούν, αλλά κρύβουν επιμελώς, οι συνθηματολόγοι και οι φορείς του διχασμού και του τίποτα.
Γι΄ αυτό όσοι πιστεύουν και υπηρετούν τη «δύσκολη στρατηγική της πειθούς», ας αρχίσουν να παρουσιάζουν τα επιχειρήματα και τις προτάσεις τους. Σίγουρα κάποια στιγμή η βουή θα κοπάσει. Αν σήμερα τους ακούν λίγοι σύντομα θα τους ακούν οι πολλοί. Και τότε θα αισθανθούν απόλυτα δικαιωμένοι καθώς θα έχουν προσφέρει πραγματικά τη μεγαλύτερη υπηρεσία στην πατρίδα. Θα έχουν μιλήσει για όσα πραγματικά χρειάζεται.