Header Ads

Η συγκλονιστική Άλωση της Κων/πολης και η κοσμοϊστορική σημασία της

(της Παρθένας Τσοκτουρίδου)
Στις 29 Μαΐου του 1453 γίνεται πολιορκία και άλωση της Κων/πολης από τους Οθωμανούς Τούρκους, οι οποίοι είχαν ιδρύσει κράτος στη Μ. Ασία και ήταν μια συνεχής απειλή για το Βυζάντιο, που τη δυνάμωνε ο θρησκευτικός φανατισμός.

Η άλωση της πρωτεύουσας του Βυζαντίου προκάλεσε κλονισμό στη δύση, αλλά και όλα τα σχέδια που καταστρώθηκαν για να διωχθεί ο άπιστος από την χριστιανική Ανατολή ήταν ατελέσφορα. Η σημασία της για τον Ελληνισμό ήταν περισσότερο συμβολική παρά ουσιαστική. Κι αυτό γιατί τα περισσότερα από τα ελληνικά εδάφη είχαν περάσει στην εξουσία των Οθωμανών πολλά χρόνια πριν και στα χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της Κων/πολης οι Οθωμανοί απλώς εδραίωσαν την εξουσία πάνω στην ορθόδοξη χριστιανική Οικουμένη.

.Η Άλωση: Οι Τούρκοι πολιόρκησαν την Κων/πολη και προσπάθησαν να την καταλάβουν, χωρίς να το πετύχουν, το 1392, 1398, 1412, 1422 και 1432. από τις αρχές του 1453 μ. Χ. τουρκικά στρατεύματα από διάφορες κατευθύνσεις άρχισαν να πλησιάζουν τη Βασιλεύουσα. Πρώτος έφθασε ο Κοτζά μπέης με την εμπροσθοφυλακή και πολύ εύκολα κυρίεψε τα τελευταία ελεύθερα κάστρα της στο Θρακικό έδαφος (΄Αγιο Στέφανο, Επιβάτες, Ηράκλεια, Βιζύη, Πύργο, Αγχίαλο, Μεσημβρία). Τον Απρίλιο φάνηκε και ο σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ με τον κύριο όγκο του στρατού του. Έστησε τη σκηνή του απέναντι από την πύλη του Αγίου Ρωμανού και άρχισε την πολιορκία.

Μέσα στην πόλη οι υπερασπιστές της 8.000 περίπου Έλληνες και 2.000 ξένοι, είχαν εμπιστευθεί τις ελπίδες τους κυρίως στα χερσαία τείχη, τα οποία πίστευαν πως ήταν σε θέση να συγκρατήσουν τις επιθέσεις των 300.000. Τούρκων πολιορκητών. Ολόκληρο τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1453 οι συγκρούσεις δε σταμάτησαν καθόλου και διακρίνονταν για το πείσμα και τη σκληρότητα τους και από τις δύο πλευρές. Στις 24 Μαΐου ο σουλτάνος ζήτησε την παράδοση της πόλης, αλλά ο Κων/νος Παλαιολόγος του έδωσε την απάντηση που ταίριαζε στο ήθος του: «Το να σου παραδοθεί η πόλη δεν είναι στην εξουσία μου ούτε στην εξουσία οποιουδήποτε άλλου από τους κατοίκους, γιατί κοινή είναι η απόφαση να πεθάνουμε θεληματικά και να μη λογαριάσουμε τη ζωή μας.

Οι τελευταίες πέντε μέρες ήταν πραγματικά θλιβερές για τη Βασιλεύουσα. Εκτός από τις θρησκευτικές διενέξεις των κατοίκων της, όπως αφηγούντο τα χρονικά της εποχής και άλλα γεγονότα κλόνιζαν το ηθικό τους: η κοινή δυσθυμία ύστερα από την αποτυχημένη απόπειρα να πυρποληθεί ο τουρκικός στόλος μέσα στον Κεράτιο, οι φιλονικίες Βενετών και Γενουατών, η κόπωση και η απειθαρχία των Ελλήνων υπερασπιστών, τα κρούσματα διαρροής και λιποταξιών, η έλλειψη και ακρίβεια των τροφίμων και η άρνηση των πλούσιων οικογενειών να ενισχύσουν οικονομικά τον αυτοκράτορα.

Εκτός από αυτά, διάφοροι παλιοί χρησμοί, φήμες και τυχαία φαινόμενα (λάμψεις στον ουρανό, σκοτεινά σύννεφα, σεισμοί, σφοδρές ανοιξιάτικες καταιγίδες με «φρικώδεις» κεραυνούς κλπ) τροφοδοτούσαν τη νευρικότητα, τη δεισιδαιμονία και τη θρησκοληψία των πολιορκημένων. Ορισμένα μάλιστα κρούσματα παροξυσμού οφείλονταν οπωσδήποτε στο άγχος των κρίσιμων εκείνων ημερών. Έτσι π.χ. 3 ή 4 μέρες πριν από τη μεγάλη επίθεση, κατά τη διάρκεια συγκινητικής λιτανείας, έτυχε να ξεφύγει η εικόνα της Παναγίας από τα χέρια των ιερέων που την κρατούσαν και να πέσει στο έδαφος. Την ίδια στιγμή συνέπεσε να ξεσπάσει και μια βιβλική καταιγίδα, που σχημάτισε χείμαρρους ικανούς να παρασύρουν με την ορμή τους μικρά παιδιά. Το γεγονός αυτό προκάλεσε εκδηλώσεις πραγματικής υστερίας, γιατί όλοι πίστεψαν ότι «όλα θα χαθούν και θα παρασυρθούν σαν χείμαρρος και ορμητικό νερό».

Ο τελευταίος Παλαιολόγος είχε απόλυτα συνειδητοποιήσει την κατάσταση ου είχε διαμορφωθεί γύρω του. Κάλεσε τους άρχοντες και ζήτησε να γίνει ότι ήταν δυνατόν για τη σωτηρία της πόλης. Οι πλούσιοι όμως εξακολουθούσαν να δυστροπούν κι αρνούνταν να θέσουν στη διάθεση του τα πλούτη τους. Γι' αυτό αναγκάστηκε να δράσει ριζοσπαστικά: έλιωσε τα πολύτιμα ιερά σκεύη και έκοψε νομίσματα με την υπόσχεση να πληρώσει στα ιερά ιδρύματα το τετραπλάσιο, αν σωζόταν η πόλη. Πρόσταξε τους δημάρχους να καταγράψουν όλους τους άνδρες τους, κοσμικούς και κληρικούς, αυτούς που μπορούσαν και ήθελαν να πολεμήσουν. Άρχισε να συγκεντρώνει τρόφιμα για τους πολεμιστές και τις οικογένειες τους και έκανε ότι μπορούσε για την καλύτερη οργάνωση της άμυνας.

Στην πόλη όμως δεν έμεινε πια τίποτε άλλο, από το να ζήσει για τελευταία φορά ορισμένες στιγμές, ίσως τις πιο συγκινητικές του χιλιόχρονου μεγαλείου της. Τη νύχτα της Δευτέρας, 29ης Μαΐου 1453, ο Κωνσταντίνος, αφού παρακολούθησε την υποβλητική λιτανεία του λαού στους δρόμους της Πόλης, κοινώνησε στην Αγία Σοφία και πήγε στα ανάκτορα, όπου ζήτησε συγνώμη από όλους.

Σε λίγες ώρες, κατά τα ξημερώματα, άρχισε η μεγάλη επίθεση από στεριά και θάλασσα. Η αμυντική γραμμή δεν άντεξε και ανοίχτηκαν ρήγματα σε πολλά σημεία. Σε ένα από αυτά, πάνω στα χαλάσματα του εσωτερικού τείχους μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Ρωμανού, βρήκε το θάνατο ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, προσπαθώντας να αναχαιτίσει το χείμαρρο των εισβολέων.

Έτσι η πόλη βρέθηκε στα χέρια των Τούρκων. Οι σκηνές που διαδραματίσθηκαν σ' αυτήν κατά τις πρώτες μέρες ήταν απερίγραπτης φρίκης. Οι κατακτητές έσφαζαν όσους αντιστέκονταν, λεηλατούσαν, αιχμαλώτιζαν, βίαζαν. Πλήθη ανδρών, γυναικών και παιδιών, που είχαν καταφύγει στην Αγία Σοφία, αφού αντιστάθηκαν για λίγο, αναγκάστηκαν στο τέλος να παραδοθούν με όρους. Ο μεγάλος πορθητής Μωάμεθ Β΄ μπήκε στην Πόλη το μεσημέρι της 29ης Μαΐου και με συνοδεία ισχυρής ακολουθίας έφτασε στην Αγία Σοφία για να προσευχηθεί και να ευχαριστήσει τον Αλλάχ. Από κείνη τη στιγμή το σύμβολο του βυζαντινού Ελληνισμού μετατρεπόταν σε μουσουλμανικό τέμενος, ο Τούρκος σουλτάνος εγκατέστησε στην Κων/πολη το παλάτι του και έπαιρνε τον τίτλο «Αμιράς Τουρκορωμαίων».



ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ:

Μπροστά πηγαίνει ο βασιλιάς, κτυπούνε οι καμπάνες

πίσω του κλήρος, ο λαός, άντρες, παιδιά και μάνες

ήχοι παντού σκορπίσανε στον άπνοο αγέρα

η νύχτα κλαίει λυπητερά που θα' ρθει η άλλη μέρα.



ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ:

Άγια Θεοδοσία μου, σε προσκυνώ με πόνο

αύριο γιορτάζει η μνήμη σου και σου ανάβω μόνο

λαμπάδα και θυμίαμα, τραντάφυλλα σ' αφήνω

δώσε μου θάρρος στην καρδιά, άφοβος για να μείνω.



Τον κόσμο όλο φώτισε θαυματουργή οσία

δώσ' του ελπίδα στην καρδιά πως θα' ρθει σωτηρία

στολίζουν την εικόνα σου με του Μαγιού λουλούδια

έχουνε γιορτινή χαρά, ψέλνουν και λεν τραγούδια.



Έφτασ' η κρίσιμη στιγμή εμείς να μαχηθούμε

και για την Πόλη την τρανή όλοι να δοξαστούμε

η Άγια η Πίστη μας με του Χριστού το αίμα

θα είναι στου Δικέφαλου του Αετού το Στέμμα.



Λαέ, εμπρός να δώσουμε τη μάχη τη μεγάλη

με τους βαρβάρους άπιστους που ο Θεός θα βάλει

στον Άδη, μέσα στην πυρά, εκεί θε να τους κάψει

η γη θ' ανοίξει για να μπουν μέσα της να τους θάψει.



Το θράσος κι η μανία τους θα είναι για φοβέρα

να μη τρομάξετε αδερφοί από βοής αέρα

οι βόμβες και τα βέλη τους σ' αυτούς θε να γυρίσουν

και σαν την άμμο αμέτρητες όλους θα τους θερίσουν.



Άσπιλη Δέσποινα εσύ, Μαρία αειπαρθένε

βοήθησε μας, στην καρδιά, σπόρους ελπίδας σπέρνε

την Πόλη μας προστάτεψε, δώσε μας την ειρήνη

και του πολέμου το σπαθί ας φέρει την γαλήνη.



Όλοι ας δοξολογήσουμε τα Άγια, τα Θεία

και ας υμνήσουμε γλυκά με την Αγια-Σοφία

την Αγιότητα Θεού και του Χριστού τη Χάρη

ο Χάρος αύριο το πρωί τους άπιστους να πάρει.



ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ:

Ω, Πόλη, όλων κεφαλή, του κόσμου το καμάρι

ο λάρυγγας την γλώσσα μου την έκανε κουβάρι

το στόμα μου σφραγίστηκε, σταμάτησε το πνεύμα

σαν είδα να ρημάζονται εικόνες μ' ένα νεύμα.



Τα τίμια και ιερά σκεύη της εκκλησίας

γίναν κομμάτια, γράφτηκε θρήνος λεηλασίας.

Ω, Πόλη! Που το κάλλος σου; Που ο παράδεισος σου;

Που ο λαός σου ο πιστός; Τ' ασήμι, ο χρυσός σου;



Πατήθηκε η Αγια-Σοφιά, παραδοθήκαν όλοι

ο Πατριάρχης κι ο λαός αιχμάλωτοι στην Πόλη

τα πρόσωπα χάμω στη γη Θεό ευχαριστούνε

παίρνουνε χώμα, αλείφονται για να ευλογηθούνε.



ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ:

Πασάδες κι εσείς Μπέηδες, σ' όλους απαγορεύω

αξιωματούχους και στρατό εσάς υπαγορεύω

κανένα μη σκοτώσετε ούτε να σκλαβωθούνε

αφήστε τους ελεύθερους Τούρκους να προσκυνούνε.



Η νίκη μας είναι τρανή, η ήττα τους μεγάλη

η ιστορία σαν κι αυτή δεν ξαναείδε άλλη.

Και όσοι φύγαν; Στο καλό! Δεν θα ξανα' ρθουν άλλοι

η ρωμιοσύνη χάθηκε, μαύρα φτερά θα βάλει.



Οι δρόμοι είναι λεύτεροι αυτούς για να γεμίσουν

ερημωμένες εκκλησιές αυτοί για να θρηνήσουν

άταφοι είναι οι νεκροί, που να' βρουν να τους θάψουν;

αφήστε τους να φύγουνε κι αυτούς να παν να ψάξουν.



Έσβησε η ελπίδα τους κι η λευτεριά για πάντα

ευχάριστα είναι για μας ετούτα τα συμβάντα

οι άγγελοι τους έφυγαν κι έμειναν οι διαβόλοι

έραναν με τ' αίμα τους του Μωάμεθ το περβόλι.



Νάτοι οι ραγιάδες, έφτασαν στ' ανάκτορα εκεί πέρα

κοιτάζουνε αμίλητοι, ψηλά έχουν τα χέρια

όλοι θρηνούν, προσεύχονται στον Άγιο τους Πατέρα

ν' ανοίξουνε οι ουρανοί να μη ξανάδουν μέρα.



Είδατε; Τι σας έλεγα; Μαύρες οχιές τους ζώνουν

σαν πληγωμένοι λέοντες αυτοί θα μαραζώνουν

και πάντοτε θα νοσταλγούν την ένδοξη την Πόλη

θα' ρχονται να την βλέπουνε απ' τις ηπείρους όλοι.



Να μάθουν να μη πολεμούν για δόξα και για νίκη

να μάθουνε τα πρόβατα πως τα φυλάνε λύκοι

που θα τους έχουν σκλάβους τους για τα στερνά τα χρόνια

κεφάλι να μη σκώσουνε ποτέ και να' ναι αιώνια.



ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ:

Μα ξεγελάστηκε η Τουρκιά, πίστευε και θαρρούσε

πως της Ελλάδας τα παιδιά για πάντα θα πατούσε

δεν άκουσε ο Σουλτάνος τους τι ψίθυρους σκορπάνε:

«Πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θα' ναι».



Η σημασία της Άλωσης: Η πτώση της Πόλης, της «κοινής των Ελλήνων εστίας», είχε αναμφισβήτητα κοσμοϊστορική σημασία. Ότι χάθηκε ήταν κοινό κτήμα της χριστιανοσύνης και του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Γι' αυτό για πολλούς αιώνες συγκίνησε καλλιτέχνες, ποιητές και σοφούς της Ευρώπης. Αλλά και σ' αυτούς τους λαούς της, στους Σλάβους, Ρουμάνους, Ούγγρους, γερμανούς, Γάλλους, Ιταλούς και Ισπανούς η τραγωδία εκείνη προκάλεσε ειλικρινή αισθήματα θλίψης και πένθους, καθώς και μεγάλο ερεθισμό, τον οποίο τα συγκρουόμενα ποικίλα συμφέροντα των ισχυρών δεν άφησαν να εξελιχτεί σε μια οργανωμένη εκστρατεία εναντίον των Τούρκων.

Πολλοί Έλληνες προαισθάνονταν την Άλωση και την θεωρούσαν βέβαιη, αλλά όμως ποτέ δεν ήθελαν να πιστέψουν το πράγμα αυτό. Κάποια κρυφή ελπίδα είχαν ότι την τελευταία στιγμή κάτι θα συνέβαινε, που θα μετέβαλλε άρδην την κατάσταση. Προφητείες κυκλοφορούσαν και παρηγορούσαν τις λαϊκές μάζες. Η αδυναμία και ο φόβος τους έκαναν να ζητούν να βρουν ερείσματα στην παρέμβαση του Θεού, ο οποίος δεν ήταν δυνατό ν' αφήσει ανυπεράσπιστη τη «βασιλίδα των πόλεων» και τους είχαν βυθίσει βαθύτερα στον θρησκευτικό φανατισμό. Η Άλωση όμως συνέτριψε τις ελπίδες τους και το πλήγμα ήταν βαρύτατο για τον ελληνικό λαό.

Το γεγονός αυτό μαρτυρούν ως σήμερα οι σωζόμενοι πάμπολλοι λόγιοι και λαϊκοί θρύλοι, ποιητικοί και πεζοί και οι πολύ περισσότεροι ακόμη σκοτεινή χρησμοί, θρύλοι και παραδόσεις. Η χρησμολογική αυτή φιλολογία αποδεικνύει όχι μόνο την συνταρακτική απήχηση του γεγονότος εκείνου στις ψυχές των χριστιανών, αλλά και τη ζωηρή πίστη των Ελλήνων στην «αποκατάσταση» τους. Η Άλωση της Κων/πολης από τους Τούρκους αποτέλεσε για την ιστορία του ελληνικού έθνους την συμβατική αρχή της περιόδου της Τουρκοκρατίας, έστω κι αν λείψανα της βυζαντινής αυτοκρατορίας εξακολουθούν να επιζούν ακόμη για μερικά χρόνια, έστω κι αν άλλες ελληνικές χώρες μένουν κάτω από την εξουσία των Φράγκων ηγεμόνων ή Φράγκικων κρατών. Κι αυτό γιατί η πτώση της Πόλης προδίκασε την τύχη όλων των άλλων λειψάνων της μεσαιωνικής ελληνικής αυτοκρατορίας.

Η Κων/πολη έπαψε πια τουλάχιστον προσωρινά να αποτελεί μεγάλο πολιτιστικό κέντρο επικοινωνίας Ανατολής και Δύσης. Η πτώση της είχε ακόμη επιδράσεις και την επιδείνωση της συμπεριφοράς των Τούρκων έναντι των Ελλήνων ραγιάδων, στην περιφρόνηση αυτών που δεν είχαν πια κράτος και ουσιαστικά καμία δύναμη.

Τα σύννεφα της σκλαβιάς προκάλεσαν αναπόφευκτα την παρακμή και την εξαφάνιση πολλών πνευματικών εστιών του Ελληνισμού. Η Άλωση αποτέλεσε θλιβερό ορόσημο στην πτώση του πνευματικού επιπέδου. Ωστόσο, μετά την εκλογή του πατριάρχη Γενναδίου, ορισμένες ελληνικές οικογένειες άρχισαν να ενδιαφέρονται ζωηρά για την εκπαίδευση των παιδιών τους και ο ίδιος, τον ίδιο κιόλας χρόνο που έγινε Πατριάρχης (1454), ίδρυσε την Πατριαρχική Σχολή, στην οποία φοίτησαν και μορφώθηκαν εκατοντάδες νέων, καθώς και θρησκευτικοί, πολιτικοί και πνευματικοί ηγέτες των Ελλήνων αλλά και άλλων Βαλκανικών Εθνών.

Οι δημογραφικές ανακατατάξεις που συντελέστηκαν σε ολόκληρη τη διάρκεια του 16ου και του 17οθ αι. στη Θράκη, είχαν ουσιαστικές επιπτώσεις στην πληθυσμιακή σύνθεση και στην εμπορική ανάπτυξη των μεγαλύτερων Θρακικών αστικών κέντρων. Αναμφισβήτητα η ερημωμένη σχεδόν Κων/πολη αποτέλεσε και πάλι την εποχή αυτή τον σπουδαιότερο ρόλο έλξης των συμπαγών μουσουλμανικών, ιδιαίτερα όμως ελληνικών, εβραϊκών και αρμενικών πληθυσμών της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Ο ανασυνοικισμός της, που συντελείται αμέσως μετά την Άλωση στα πλαίσια της τουρκικής εποικιστικής πολιτικής, πραγματοποιήθηκε αρχικά με τη βίαιη μετακίνηση ελληνικών, εβραϊκών και μουσουλμανικών πληθυσμών και αργότερα με την αθρόα συρροή Ελλήνων εμπόρων, βιοτεχνών και εργατών, οι οποίοι προέρχονταν από κάθε γωνιά της ελληνικής γης και αναζητούσαν εργασία.

Στην Κων/πολη επιστρέφουν, ακόμη, παλιοί χριστιανοί κάτοικοι της, οι οποίοι είχαν στο μεταξύ απελευθερωθεί, εποικίζονται ως δουλοπάροικοι πολλοί βίαια εκτοπισμένοι χριστιανοί γεωργοί που θεωρούνταν αιχμάλωτοι πολέμου και παρατηρείται μαζική συρροή Ελλήνων από την Πελοπόννησο, τη Θάσο, τη Σαμοθράκη, τη Μυτιλήνη, το Άργος, τη Μήδεια, την Αγαθούπολη, τη Σηλύβρια, την Ορεστιάδα, την Ανδριανούπολη, την Παλαιά και Νέα Φώκαια, την Τραπεζούντα, τη Σινώπη και το Αργυρόκαστρο.

Έτσι ο πληθυσμός της Κων/πολης, ο οποίος συγκροτούνταν από Έλληνες, Αρμένιους, Εβραίους, Σύριους, Τούρκους και Ευρωπαίους, γνώρισε αλματώδη αριθμητική αύξηση ώστε - από 300.000 - 500.000 κατοίκους στις αρχές του 16ου αι. - υπολογιζόταν στα τέλη του ίδιου αιώνα γύρω στις 700.000 και προσέγγιζε, έναν αιώνα αργότερα, τις 800.000 και υπήρξε πόλος έλξης ολόκληρου του ελληνισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας.



(ΕΠΑΙΝΟΣ «ΝΑΝΑ ΚΟΝΤΟΥ» ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΜΥΡΝΑΙΩΝ - ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΕΤΟΣ 2010)
Από το Blogger.