Header Ads

Διπλωματικός καζαμίας 2019

Μελετούμε απόκρυφα κείμενα, συμβουλευόμαστε κρυστάλλινες σφαίρες, αναδιφούμε τα ωροσκόπια, καταφεύγουμε στη χαρτομαντεία. Χρησιμοποιώντας όλα αυτά τα εγνωσμένου κύρους επιστημονικά εργαλεία, μπορούμε με απόλυτη ασφάλεια να προβλέψουμε τις εξελίξεις για τη νέα χρονιά σε πέντε θέματα που πολύ θα μας απασχολήσουν το 2019. 

«Προφητεία που σοκάρει: οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα βελτιωθούν θεαματικά»

Ευχάριστο όνειρο, αλλά θα παραμείνει όνειρο. Καμιά φορά, μάλιστα, τα όνειρα δεν αργούν να εξελιχθούν σε εφιάλτες. Ανεξάρτητα από τις εσωτερικές διεργασίες στην Τουρκία, η πολιτική των διεκδικήσεων έναντι της Ελλάδας δεν πρόκειται να αλλάξει. Η Τουρκία διαπνέεται από αναθεωρητικό πνεύμα, το οποίο αφενός τροφοδοτείται από τη διευρυνόμενη διαφορά των απόλυτων ποσοτικών μεγεθών (δημογραφικών, οικονομικών κ.λπ.) ανάμεσα στην ίδια και στην Ελλάδα, και αφετέρου ενισχύεται από τη σταθερή επιδίωξη της Άγκυρας να καταστεί ηγεμονικός παράγοντας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Οι αμφισβητήσεις ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων θα συνεχιστούν με αμείωτη ένταση. Επιθετικές δηλώσεις Τούρκων επισήμων, προκλητικές ενέργειες του τουρκικού πολεμικού ναυτικού, παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, ακόμα και πτήσεις μαχητικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά νησιά, θα παραμείνουν στην ημερήσια διάταξη. Το ερώτημα είναι εάν κάποια από όλα αυτά τα επεισόδια θα κινδυνεύσει να εξελιχθεί σε θερμότερη κρίση, με απρόβλεπτες συνέπειες: τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί. Η πείρα δεκαετιών διδάσκει ότι η Τουρκία επιδιώκει να σύρει την Ελλάδα προς την οδό της αναμέτρησης όταν εκτιμά ότι η ισορροπία, στρατιωτική και διπλωματική, είναι αποφασιστικά ευνοϊκή για την Άγκυρα. Η Αθήνα δεν έχει κανένα λόγο να παίξει το τουρκικό παιχνίδι της έντασης. Αντίθετα, θα πρέπει να συνεχίσει να βαδίζει στο δρόμο της οικοδόμησης περιφερειακών συμμαχιών (όπως, για παράδειγμα με το Ισραήλ), ο οποίος έχει χαραχτεί εδώ και αρκετά χρόνια. 

Η Κύπρος στον αστερισμό της ενέργειας

 Η τουρκική πίεση θα παραμείνει αισθητή και στην Κύπρο. Τόσο σε διακηρυκτικό, όσο και σε πρακτικό (πολιτικό και στρατιωτικό) επίπεδο, η Άγκυρα θα κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να εμφανίζει την Κυπριακή Δημοκρατία ως κράτος μειωμένης κυριαρχίας, το οποίο δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη διεθνώς. Αντίθετα, είναι σχεδόν μηδαμινές οι πιθανότητες η Τουρκία να εμποδίσει την υλοποίηση σχεδίων, όπως εκείνο της έρευνας στην κυπριακή ΑΟΖ από την Exxon Mobil, τα οποία βασίζονται στη σύμπραξη ισχυρών παικτών και συγκεντρώνουν μεγάλη διεθνή υποστήριξη. Η ενίσχυση της σημασίας της Κύπρου ως δυνητικού ενεργειακού παραγωγού και διαμετακομιστή κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχιστεί. Τα ενεργειακά ζητήματα δεν αποκλείεται να δώσουν κάποια ώθηση και στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, αν και η προοπτική εξεύρεσης κοινά αποδεκτής και βιώσιμης λύσης αποτελεί εγχείρημα υψηλής δυσκολίας, πρωτίστως εξαιτίας της τουρκικής αδιαλλαξίας: στόχος της Άγκυρας είναι, στην πραγματικότητα, η εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος στην Κύπρο, το οποίο θα της επιτρέπει τον άμεσο έλεγχο του βόρειου τμήματος του νησιού και τη δορυφοροποίηση του υπόλοιπου. 

Τα αμερικανικά μερομήνια

Κρίσιμος παράγοντας στη διαμόρφωση των ισορροπιών στην ευρύτερη περιοχή μας, με αναπόφευκτη επίδραση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στο Κυπριακό, θα παραμείνουν οι ΗΠΑ. Η πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν έχει επιφέρει πλήγματα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Όμως, η αξία της Τουρκίας ως συμμάχου παραμένει υψηλή για τους Αμερικανούς. Κατά συνέπεια, θα συνεχίσουν να επιδιώκουν τη διατήρηση όσο το δυνατόν στενότερων δεσμών με την Άγκυρα και οπωσδήποτε την αποφυγή της τουρκικής αποσκίρτησης από τη δυτική συμμαχία. Η προοπτική αμερικανικής απαγκίστρωσης από τη Συρία, στο βαθμό που θα πραγματοποιηθεί, θα προσπορίσει οφέλη για την Τουρκία, καθώς, σε συνδυασμό με την επικράτηση του καθεστώτος Άσαντ στον συριακό εμφύλιο πόλεμο, απομακρύνει το –απολύτως απευκταίο για την Άγκυρα– ενδεχόμενο δημιουργίας ενός προπλάσματος κουρδικού κράτους στο συριακό έδαφος. Από την άλλη πλευρά, δεν διαφαίνεται –τουλάχιστον όχι στο άμεσο μέλλον– κάποια προοπτική θεαματικής βελτίωσης των σχέσεων ανάμεσα στην Τουρκία και στο Ισραήλ. Έτσι, η σύμπραξη του Ισραήλ με την Ελλάδα και την Κύπρο αναμένεται να συνεχιστεί και, ενδεχομένως, να αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερο βάθος. 

Το χειρόγραφο των Πρεσπών και η παρεξηγήσιμη λέξη που αρχίζει από Μ- και τελειώνει σε -ία

Το 2019 θα είναι οπωσδήποτε κρίσιμο για τις σχέσεις της Ελλάδας με την ΠΓΔΜ, καθώς θα οριστικοποιηθεί το μέλλον της Συμφωνίας των Πρεσπών. Μέσα στον Ιανουάριο θα καταλήξει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης στη Βουλή της γειτονικής χώρας. Εάν, όπως όλα δείχνουν, η αναθεώρηση καρποφορήσει, τότε το διπλωματικό μπαλάκι θα βρεθεί μοιραία στο ελληνικό τερέν. Η Βουλή των Ελλήνων θα κληθεί να κυρώσει τη Συμφωνία και να αποφανθεί εάν αποδέχεται τη μετονομασία της ΠΓΔΜ σε «Βόρεια Μακεδονία». Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα έχει κάθε λόγο να επιθυμεί την κύρωση: έχει ήδη αναλάβει το εσωτερικό κόστος της υπογραφής, ενώ είναι σαφές ότι έχει δώσει διεθνείς υποσχέσεις ότι θα προχωρήσει μέχρι τέλους. Είναι πιθανό να τα καταφέρει να βρει 151 ψήφους, αν και η κύρωση μπορεί να πραγματοποιηθεί και με λιγότερες: αρκεί η απλή πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών. Το πιο ενδιαφέρον ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι εάν η διαδικασία της κύρωσης θα προκαλέσει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της Ελλάδας. Κυρίως, εάν θα επιταχύνει την προσφυγή στις κάλπες. Το πιο ακραίο σενάριο είναι η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών να κληροδοτηθεί στην επόμενη κυβέρνηση. Κάτι τέτοιο θα περιπλέξει περισσότερο τα πράγματα, με δεδομένη την απορριπτική, έναντι της Συμφωνίας, τοποθέτηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία φαίνεται ότι θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Πρέπει, πάντως, να θεωρείται βέβαιο ότι, ανεξάρτητα από τη στάση που θα τηρήσει η Ελλάδα στο ζήτημα της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, η ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης από την πλευρά της ΠΓΔΜ θα ανοίξει αυτόματα το δρόμο για την ένταξη της χώρας –έστω και με προσωρινή ονομασία– στο ΝΑΤΟ,στερώντας, έτσι, από την Αθήνα από ένα από τα σημαντικότερα διαπραγματευτικά πλεονεκτήματά της. 

Ευρωσκεπτικισμός με ωροσκόπο λαϊκισμό

Οι ευρωεκλογές του Μαΐου αποτελούν ένα από τα μείζονα πολιτικά ορόσημα στην Ευρώπη την επόμενη χρονιά. Όλα δείχνουν ότι τα ευρωσκεπτικιστικά και λαϊκιστικά κόμματα θα ενισχυθούν στις κάλπες των ευρωεκλογών. Σε κάποιες χώρες, δεν αποκλείεται να εξασφαλίσουν τη δεύτερη ή ακόμα και την πρώτη θέση: το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λε Πεν ίσως να αναδειχθεί σε εμβληματική περίπτωση αυτού του είδους, σε μια χώρα, όπως η Γαλλία, που ιστορικά έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην πορεία της ενοποίησης της Ευρώπης. Η επόμενη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα αντανακλά την απογοήτευση σημαντικού κομματιού της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης για την πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι βαθύτερες αιτίες που προκαλούν το φαινόμενο θα παραμείνουν αναλλοίωτες: οι πολιτικές δυνάμεις που αντιμάχονται την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης επικαλούνται την επιστροφή σε ένα παρελθόν –υποτίθεται ασφαλούς– εθνικού απομονωτισμού, το οποίο, όμως, είναι εκτός της σύγχρονης πραγματικότητας· οι Ευρωπαίοι, ιδίως όσοι βρίσκονται χαμηλότερα στην εισοδηματική πυραμίδα, φοβούνται για το μέλλον τους σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, το οποίο αυξάνει τον ανταγωνισμό από χώρες χαμηλού εργατικού κόστους· όσο η ανασφάλεια (οικονομική, κοινωνική, προσωπική κ.λπ.) των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυξάνεται, τόσο θα ενισχύονται οι ευρωσκεπτικιστικές φωνές· εξάλλου, το ισχυρότερο όπλο των λαϊκιστών θα παραμένει η ικανότητά τους να υπόσχονται εύκολες (όσο και ψευδεπίγραφες) «λύσεις» για εξαιρετικά σύνθετα προβλήματα. 

Brexit:  τα άστρα και τα ζώδια προβλέπουνε εμπόδια

Μετά το δημοψήφισμα του 2016, το οποίο κατέληξε υπέρ του Brexit, η Βρετανία βρίσκεται σε διαρκή περιδίνηση. Στην πραγματικότητα, διαπραγματεύεται για να εξασφαλίσει ένα καθεστώς ως μη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θα είναι σαφώς χειρότερη από εκείνο που είχε ως πλήρες μέλος. Η κατάσταση που δημιουργείται μοιάζει να επιβεβαιώνει την παλιά διπλωματική ρήση ότι «η βρετανική διπλωματία προσπαθεί κάθε χρόνο να διορθώσει τα προβλήματα που η ίδια δημιούργησε τον προηγούμενο». Μία συμφωνία για την ομαλή έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ακόμα ζητούμενο, παρά το γεγονός ότι η προθεσμία εκπνέει τον Μάρτιο. Είναι εντελώς απίθανο η Ευρωπαϊκή Ένωση να προσφέρει μία θεαματικά –ή έστω ουσιωδώς– καλύτερη συμφωνία στο Λονδίνο. Από την άλλη, το ενδεχόμενο οι Βρετανοί να ανακρούσουν πλήρως πρύμνη και να παραμείνουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι απειροελάχιστο. Εκείνο που μένει να δούμε είναι εάν το διαζύγιο του Λονδίνου με τις Βρυξέλλες θα είναι συναινετικό ή όχι. Στη δεύτερη περίπτωση, θα μιλάμε πια για διέλευση από αχαρτογράφητα ύδατα, με περιπλοκές που θα είναι δυσανάλογα μεγαλύτερες για τη βρετανική πλευρά.

Αντώνης Κλάψης
Από το Blogger.