Περί «ηθικής» γλώσσας λόγος
Κηφήνες κρατικών ταμείων
Β.Αυδίκος, Οδός Οφθαλμιατρείου
Η εξουσία έχει τη δική της γλώσσα, βγάζει συχνά γλώσσα σε άλλους, πολλές φορές όμως υποχρεώνεται να καταπιεί τη γλώσσα της. Αυτά είναι γνωστά εδώ και χιλιάδες χρόνια και δεν χρειαζόταν η ελληνική κρίση και μετα-κρίση για να μας τα θυμίσει.
Μολονότι τώρα μερικοί έχουν βάλει μέσα τη γλώσσα της οίησης, της αλαζονείας, της κυνικότητας, του ‘’Εγώ Είμαι ο εκπροσωπών την Ιστορία και την Αλήθεια’’, μολονότι οι πολιτικοειδείς π[ε]λάτες έχουν μειωθεί και το σύνδρομο της αυτοδικαίωσης έχει διαψευσθεί, κάποιοι – δήθεν ακραιφνείς αριστεροί - εξακολουθούν να φωνασκούν για το κακό ήθος των άλλων και για το δικό τους ηθικό[;;;] πλεονέκτημα στους διορισμούς και τα ρουσφέτια, πιστεύοντας [sic] ότι οι ίδιοι και οι συν αυτοίς αποτελούν ένα είδος μεταφυσικού ή μεταμαρξικού μέτρου sui generis ηθικότητας.
Η γλώσσα, ως μέσον επικοινωνίας, με τους συμβολισμούς και τα ιδιώματά της, δεν χρησιμοποιείται για “φτύσιμο” των άλλων αλλά για τη διατύπωση κι έκφραση ωραίου λόγου.
Η γλώσσα της διχόνοιας, της ιδιαιτερότητας και του μερικού, που αγνοεί το γενικό και περιφρονεί το ισχύον, δεν μπορεί να διδάξει τίποτα, ούτε στη νίκη, ούτε στην ήττα και διατρέχει τον κίνδυνο να χαθεί όπως οι διάφοροι “εξωτικοί πολιτισμοί’.
Η αλαλία και το σιγάν δεν συνιστούν πάντοτε ένδειξη αμηχανίας ή δειλίας. Πολλάκις αποδεικνύουν μία ταπεινότητα, μία αποδοχή ευθύνης κι αναγνώριση ενοχής.
Η πραγματικότητα δεν “σαλιώνεται” και τα κόκκαλά της γλώσσας δεν είναι πάντα άθραυστα.
Η κομματική γλωσσοπάθεια, η κυβερνητική φλυαρία, οι εσωκομματικές γλωσσούδες και γλωσσοκοπάνες, οι διάφοροι κακολογούντες δημοσιογράφοι το μόνο που καταφέρνουν είναι να τραυματίζουν τον πολιτικό πολιτισμό και να ευτελίζουν την Αριστερά.
Μήπως ήρθε λοιπόν η ώρα να τους “κοπεί η γλώσσα”, ώστε να ξαναβρούμε οι υπόλοιποι την οικεία γλώσσα της καθημερινότητας, της φιλίας, του ήπιου λόγου, της κατανόησης, του αισθήματος του συνανήκειν;
ΥΓ.”Κι όταν ήρθε η ώρα της πληρωμής
όσοι δανείστηκαν τις ελπίδες και τα ονείρατά σου
πήγαν στο ταμείο για να εισπράξουν το αντίτιμο” [Β. Αυδίκος]