Γιάννης Καλαβριανός στο ΚΘΒΕ: Δεν είναι εποχή για ήρωες
Η «Ιφιγένεια» (η εν Αυλίδι- η Ευριπίδεια), που του εμπιστεύτηκε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ), ώστε να ηγηθεί της καλοκαιρινής του παραγωγής, είναι το πρώτο έργο «άλλου» συγγραφέα, στο οποίο ο Γιάννης Καλαβριανός καλείται να δώσει τη δική του «εκδοχή» - σκηνοθετική οπτική.
Υπάρχει και μια ακόμη πρωτιά για τον Θεσσαλονικιό γιατρό- ηθοποιό- συγγραφέα- σκηνοθέτη. Είναι η πρώτη του αναμέτρηση με το αργολικό Θέατρο, καθώς με την «εν Αυλίδι Ιφιγένεια», που ανέλαβε να σκηνοθετήσει σε νέα μετάφραση του πολύ-γραφου (μεταφραστή, κειμενογράφου, ποιητή, διηγηματογράφου, δοκιμιογράφου και αρθρογράφου) Παντελή Μπουκάλα, εξασφαλίζει και την πρώτη του «Εν Επιδαύρω» αναμέτρηση, στις 19 και 20 Ιουλίου.
Γεννημένος την πρώτη μεταπολιτευτική χρονιά (1974) στην Άνω Ηλιούπολη της Θεσσαλονίκης, ο μπαμπάς του ήταν ζαχαροπλάστης, ο ίδιος ήταν άριστος μαθητής, σπούδασε Ιατρική (γιατί «αυτό σπουδάζουν οι άριστοι μαθητές», όπως λέει), αποφοίτησε, υπηρέτησε το αγροτικό του στο Κιλκίς, παρακολούθησε παράλληλα ένα εργαστήρι υποκριτικής της Πειραματικής Σκηνής της «Τέχνης» Θεσσαλονίκης, κι ύστερα έδωσε κατατακτήριες εξετάσεις στο τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ.
Πέρασε, ολοκλήρωσε τις σπουδές του με κατεύθυνση την υποκριτική, συνάντησε τον Βασίλη Παπαβασιλείου, δούλεψε ως βοηθός του («με γοήτευσε, με ταρακούνησε διανοητικά το εύρος των γνώσεων του», λέει). «Τι να κάνω;» τον ρώτησα (τον Βασίλη Παπαβασιλείου). «Φύγε στο εξωτερικό και σπούδασε θέατρο», μου απάντησε.
«Στο μεταξύ είχα κάνει αίτηση για ειδικότητα στην ενδοκρινολογία -είχε 11 χρόνια αναμονή- και τα χαρτιά μου για ειδίκευση στην ακτινοθεραπευτική και ογκολογία στο Θεαγένειο νοσοκομείο. Έγραφα παράλληλα. Σκέψεις, ιδέες. Τελικά δεν το τόλμησα. Ούτε το εξωτερικό, ούτε την ογκολογία. Έφυγα στην Αθήνα. Βρήκα σπίτι στον Νέο Κόσμο. Έγραφα. Τα έδειχνα σε διάφορους. Με απέρριπταν. Συνάντησα το Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, του τά ’δειξα. ”Κάντο”, μου είπε. Κι έγινε το ”Είμαι το Θείο βρέφος” με τις γνωστές αντιδράσεις».
Ενόψει της πρεμιέρας της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» του Ευριπίδη στο Θέατρο Δάσους -την έδρα του ΚΘΒΕ- την ερχόμενη Τετάρτη και Πέμπτη, 3 και 4 Ιουλίου, ο σκηνοθέτης Γιάννης Καλαβριανός με τις παιδιόθεν πρωτιές, μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τη γενιά του, τη γενιά τού μη δέους, αλλά της διαχείρισης, τις μυθολογίες των προηγούμενων, τον ακαδημαϊσμό των νέων σκηνοθετών-απόφοιτων πανεπιστημιακών σχολών, για τη σκηνοθετική μπαγκέτα, αλλά και για το ιατρικό στηθοσκόπιο, η γνώση χρήσης του οποίου του επιτρέπει να «ακροάται τους ήχους της εποχής».
Τον συναντήσαμε στο Θέατρο Δάσους, στη διάρκεια των προβών. Στο «άδειο» σκηνικό (στρατόπεδο των Ελλήνων στην παραλία της Αυλίδας -νύχτα καλοκαιριού- ένα λυχνάρι φωτίζει τη βασιλική σκηνή, σύμφωνα με τις προλογικές «οδηγίες» του ποιητή), άμμος, θραύσματα αρχαίων μαρμάρων (σκηνικά και κοστούμια Αλεξάνδρας Μπουσουλέγκα, Ράνιας Υφαντίδου), χορός γυναικών με μαύρες τουαλέτες, η Κλυται-Μήστρα κατά τον αρχικό τύπο (κι όχι Κληταιμνήστρα) που ερμηνεύει η Μαρία Τσιμά, η Ιφιγένεια (η βραβευμένη Ανθή Ευστρατιάδου) -επίσης μαυροφορεμένη αν και νύφη (του Αδη;), κρινάκια της θάλασσας, και ο αγγελιοφόρος - ιερό ελάφι της Αρτέμιδας (όχι με ...χρυσά, αλλά και βαθύ μπλε κέρατα και προσωπείο που φορά για να το ερμηνεύει περιπλανώμενο επί σκηνής και ..ιστορίας ο Χρίστος Στυλιανού.
Μικρόφωνα σε ορθοστάτη που «αρπάζουν», για να ακουστούν ως ροκ σταρ οι κορυφαίες του χορού, εξαιρετικά υποβλητικό και επαναλαμβανόμενο το μουσικό θέμα (του Θοδωρή Οικονόμου) κι ο λόγος του Ευριπίδη -βαθειά ειρωνικός - σαρκαστικός στις έννοιες του ηρωισμού, των πατριαρχικών αξιών. Ανάλογος κι αυτός της μετάφρασης του στα καθ′ ημάς του Παντελή Μπουκάλα: «Θνητός κανένας ευτυχής μέχρι το τέλος. Απίκραντος άνθρωπος δε γεννήθηκε ακόμη...».
Πόσο δύσκολο είναι να σκηνοθετεί κάποιος για πρώτη φορά «Ευριπίδη», αρχαία τραγωδία, και μάλιστα εκπροσωπώντας ένα κρατικό θέατρο στον «μυθικό» χώρο της Επιδαύρου; Είναι «βάρος» ή απλώς πρόκληση;
Η Επίδαυρος; Εξαιρετικό θέατρο αλλά δεν θα μου επιτρέψω να με αγγίξει η μυθολογία του χώρου. Αν σκεφτώ πως η Επίδαυρος είναι το Grand Canyon του θεάτρου, το μέγιστο θέατρο του κόσμου, δεν θα μου αποβεί χρήσιμο. Δεν θα τολμήσω ποτέ να το προσεγγίσω. Δεν μπορώ - δεν πρέπει να παραλύσω μπρος στο μεγαλείο του μεγέθους είτε της Επιδαύρου, είτε του Ευριπίδη. Στην «Ιφιγένεια» θα επιχειρήσουμε να δώσουμε το δικό μας στίγμα στον χώρο και τον χρόνο... Αυτή τη φορά είναι η δική μας εκδοχή που διασταυρώνεται με την Ιστορία. Ελπίζω κάποτε να αφήσουμε τη δική μας σφραγίδα...
Τελικά είστε το «Θείο βρέφος» του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου;
Έχω έναν εγωισμό λόγω του τιμήματος που έχω δώσει για το θέατρο... Δεν έχω στόχους, δεν έκανα ποτέ πλάνα... Δεν έχω, όμως, ούτε πρότυπα. Διεκδικώ τη συνέχεια με σεβασμό... Έχω τη δικλείδα της επιστήμης. Λειτουργεί θεωρητικά σαν οπλοστάσιο τόσο η ιατρική όσο και η σχολή θεάτρου. Η αλήθεια είναι πως θα έπρεπε να μου φύγει όλη η διάθεση ανάλυσης που είχα «διδαχθεί». Δεν είναι εύκολο να νικάς μέσα σου τον θεωρητικό.
«Εμποτισμένο από την ατμόσφαιρα της εποχής του, με την αθηναϊκή δημοκρατία να παραπαίει και την ήττα στον Πελοποννησιακό πόλεμο να πλησιάζει,το έργο (Η «Ιφιγένεια εν Aυλίδι») αποτυπώνει έναν κόσμο, όπου η πίστη στον ηρωισμό και τις πατριαρχικές αξίες έχει κλονιστεί. Έναν κόσμο, στον οποίον ο όχλος ανάγεται σε πρωταγωνιστή της δράσης, την ίδια στιγμή που οι ήρωες, ασταθείς, γεμάτοι αδυναμίες και με συνεχείς αλλαγές γνώμης, κατακρημνίζονται. Γίνονται, δηλαδή, τόσο ανθρώπινοι, που ξενίζουν», σημειώνετε στο πρόγραμμα της παράστασής σας. Ξενίζουν και σήμερα τα ...μεγέθη. Βρίσκετε αναλογίες του έργου με την επίσης μεταβατική σημερινή εποχή;
Πάντα ξενίζει το κανονικό, όταν έχει κάποιος προσδοκίες. Είναι αυτή η προσχηματισμένη εικόνα του άλλου. Μας ξενίζει που η Αγκελα Μέρκελ πάει στο σούπερ μάρκετ, οι σύγχρονοι σταρ γερνούν, η ευφυΐα των όμορφων γυναικών, οι χαρακτήρες που αλλάζουν. Τώρα περισσότερο από ποτέ. Σταρ είναι η σύγχρονη περσόνα, στην οποία αποδίδουμε σειρά ιδιοτήτων. Οι μύθοι γεννήθηκαν για να υμνήσουν, να διδάξουν, να προειδοποιήσουν, να ενώσουν κοινότητες και να συσφίξουν δεσμούς. Κάθε απόπειρα ανασύστασης και αφήγησής τους, αποτελεί ερμηνεία και εξαρτάται τόσο από τον αφηγητή, όσο και από τον ακροατή. Εμείς δεν είμαστε εδώ για να εκπληρώσουμε προσδοκίες.
Λέτε επίσης: «Μόνες σταθερές, σε έναν κόσμο μεταβατικό, παραμένουν ο αγώνας για την εξουσία, η αναπόδραστη ανάγκη που συντρίβει ζωές και ο ασύμπτωτος χρόνος των καλών προθέσεων, που μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφές». Τελικά είναι το θέατρο αυτό που ήταν;
Εν προκειμένω, η θυσία της Ιφιγένειας δεν είναι επιβεβλημένη. Οι Αργείοι έχουν την επιλογή και να μην ξεκινήσουν για την Τροία. Ο Ευριπίδης δημιουργεί μία ηρωίδα που αποφασίζει τη θυσία της, υπό από το βάρος της ανάγκης. Δεν έχουμε να κάνουμε με μια ρομαντική αυτοθυσία, ούτε με ένα μονοδιάστατο πατριωτικό δράμα. Η Ιφιγένεια δεν είναι σαπουνόπερα. Η ηρωίδα δεν λειτουργεί σε καθεστώς ελευθερίας - απλώς δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Έχει στοιχεία όπως: Θεοί, τύχη, μοίρα, όχλος... Είναι ένας μεταιχμιακός κόσμος. Δεν είναι Ιψεν λ.χ., όπου τα πράγματα είναι σαφή, έχουν τον χώρο, τις αιτίες, τις εξηγήσεις τους. Εδώ υπάρχουν δίπολα εξουσίας παντού (θύμα- θύτης, άνδρας- γυναίκα, εξουσία-όχλος, νέοι- «παλιοί». Στην Ιφιγένεια υπάρχουν σαφή έμφυλα χαρακτηριστικά και την πληρώνουν -όπως σε όλους τους πολέμους- οι νέοι, οι «υπάκουοι στις προσταγές των μεγάλων που εξουσιάζουν». Όσο για το θέατρο... Ε, αν είναι αυτό που ήταν θα βρισκόταν ήδη στις προθήκες των Μουσείων.
Σας «κατηγορούν» (τους αποφοίτους των πανεπιστημιακών σχολών) για ακαδημαϊκο-ποίηση της τέχνης. Ότι «αγκωνάρια» της ερμηνείας σας -ή της σκηνοθεσίας- είναι η θεωρητική γνώση και ανάλυση των κειμένων και νοημάτων τους -όχι όμως η συγκίνηση στη σύνθεση χαρακτήρων. Κι εσείς, αν και απόφοιτος της υποκριτικής κατεύθυνσης της Σχολής θεάτρου προτιμήσατε να σκηνοθετείτε από το να ερμηνεύετε.
Είναι αλήθεια ότι «κουβαλάω» πολλή θεωρία. Έχω κουραστεί να διαβάζω θεωρητικά κείμενα. Ο ζωγράφος πρέπει να ζωγραφίζει... Δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε όλα τα μέσα της τέχνης άφοβα... αλλά και χωρίς τους εφιάλτες του παρελθόντος. Θέλω να εξάγω την υπεραξία του έργου. Όλα αντιμετωπίζονται ως υλικό. Μόνο έτσι μπορούμε να δουλέψουμε, όχι παραλύοντας μπρος στο μεγαλείο των μεγεθών. Στην Ιφιγένεια λ.χ θα δώσουμε το δικό μας στίγμα στον χώρο και τον χρόνο, στο κείμενο. Είναι η δική μας εκδοχή, που διασταυρώνεται με την Ιστορία. Κι ελπίζω κάποτε να αφήσουμε τη δική μας σφραγίδα. Όσο για τον ηθοποιό; Όλοι θέλουμε να παίζουμε τον Άμλετ... Κανείς το δέντρο. Είναι για μένα όμως πολύ επώδυνο... Δεν έχω το οπλοστάσιο να αντιμετωπίζω τους θεατές. Βρίσκω τους ηθοποιούς εκτεθειμένους- ευάλωτους.
Οι πρωταγωνιστές και οι γυναίκες του χορού κουβαλούν τα προαιώνια μάρμαρα (το βάρος μιας παράδοσης;). Σχηματίζουν μ′ αυτά ένα νέο σκηνικό, βωμούς - δρόμους να περπατήσει η Ιφιγένεια; Το ιερό ελάφι «βάφτηκε» μπλε... Επίσης στο κείμενο (από τον διάλογο Αγαμέμνονα - Μενέλαου)αναφέρεται: «Μυριάδες, βέβαια, έπαθαν με την πολιτική ό,τι και η αφεντιά σου. Τρώνε τα λυσσακά τους για να αποκτήσουν εξουσία, στο τέλος όμως αποσύρονται κακήν - κακώς. Είτε από ασύνετη κρίση των πολιτών, είτε επειδή δεν στάθηκαν ικανοί να προστατέψουν της πατρίδας τα συμφέροντα. Τι θέλει να πει ο «ποιητής - σκηνοθέτης»;
Εκτιμώ ιδιαίτερα τον Παντελή Μπουκάλα. Ήξερα πως η γραφή του θα ήταν αυτή - με τον τρόπο που ήθελα να ειπωθεί η ιστορία. Χωρίς ανατροπές. Με κείμενο στρωτό. Ένα κείμενο ανοιχτό στις ερμηνείες. Δεν είναι εποχή για ήρωες. Ίσως μόνο για ...διαχείριση των αναγκών μας. Είναι απλή η όψη σκηνικών και κειμένου για να γίνει πλούσιο στη φαντασία. Μουσική, σκηνικά, χορός, πρωταγωνιστές, όλα είναι αφήγηση. Τα συμπεράσματα ας είναι των θεατών.
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ