Εν αρχή ην το κράτος
Το πρώτο νομοσχέδιο που φέρνει η νέα κυβέρνηση στη Βουλή αφορά τη δημόσια διοίκηση, σε μια προσπάθεια επίλυσης των διοικητικών παθογενειών που έχουν ήδη παγιωθεί πριν την αρχή της μεταπολιτευτικής περιόδου. Η διαμόρφωση ενός επιτελικού κράτους αποτελούσε ανέκαθεν ευσεβή πόθο για τις κυβερνήσεις. Οι λύσεις που προτείνονταν από ειδικούς και μελετητές περιέχονταν συχνά στην ατζέντα των κομμάτων, αλλά το πολιτικό κόστος υπερτερούσε οποιασδήποτε εφαρμογής καινοτόμου μεταρρύθμισης. Η δημόσια διοίκηση ως «Μεγάλος Ασθενής», χαρακτηρίζεται από φαινόμενα όπως η πολυνομία, η κομματικοποίηση της διοικητικής πυραμίδας, ο υπέρμετρος όγκος της γραφειοκρατικής διαδικασίας, η κακονομία και η ασυνέχεια στη διοικητική δράση.
Μια σύντομη αναδρομή
Κατά τη μετεμφυλιακή περίοδο, η αναδιοργάνωση του διοικητικού μηχανισμού αποτέλεσε το κύριο διακύβευμα καθώς η απουσία κατάλληλου επιτελικού οργάνου καθιστούσε αδύνατο το συντονισμό των αναγκαίων προσπαθειών ανόρθωσης. Η δημιουργία του υπουργείου Συντονισμού ήρθε να καλύψει το κενό αυτό και να λειτουργήσει ως επιτελική δομή. Παράλληλα, η ψήφιση του πρώτου δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα (Ν. 1811/1951) και η ταυτόχρονη ίδρυση του Ανώτατου Συμβουλίου Δημοσίων Υπηρεσιών (Α.Σ.Δ.Υ) αποτέλεσαν τομές στη διοικητική ανασυγκρότηση. Μέχρι και το 1967, η ενίσχυση και συνέχιση της οικονομικής δυναμικής της χώρας, συνδέθηκε με την ουσιαστική ανάδειξη του επιτελικού και συντονιστικού ρόλου του κράτους. Ωστόσο, τα παρατεταμένα ελλείμματα της δημόσιας διοίκησης τέθηκαν στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης. Κύριο σημείο αναφοράς υπήρξαν οι δύο εκθέσεις του Γάλλου εμπειρογνώμονα του Ο.Ο.Σ.Α. Georges Langrod, όπου στα βασικότερα διαρθρωτικά προβλήματα της διοίκησης συγκαταλέγονται το έλλειμμα επαρκούς συντονισμού μεταξύ των κρατικών υπηρεσιών, καθώς και της απουσίας σαφούς καθορισμού αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα υπουργεία.
Καθ’ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, ο διοικητικός μηχανισμός της χώρας φαίνεται να αδυνατεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του, ιδιαίτερα σε μια εποχή που διαμορφώνονται νέα δεδομένα. Τα εγχειρήματα αναδιοργάνωσης (λειτουργία ΕΣΔΔ το 1985, καθιέρωση ενιαίου μισθολογίου, εγκαθίδρυση μηχανογραφικού συστήματος προσλήψεων προσωπικού με μόρια) απέδωσαν ισχνά αποτελέσματα. Από το 1990 η δημόσια διοίκηση χαρακτηρίζεται από μία σειρά μέτρων, όπως η εισαγωγή μιας ανεξάρτητης αρχής (ΑΣΕΠ) συμβάλλουσα στην αξιοκρατία στο σύστημα προσλήψεων, η επαναφορά των θέσεων των Γ.Δ., το σχέδιο «Καποδίστριας» ,η καθιέρωση του δεύτερου βαθμού Τ.Α , η υιοθέτηση σύγχρονων αρχών εξορθολογισμού της διοίκησης και η αύξηση της παραγωγικότητας των δημοσίων υπηρεσιών. Αργότερα, ιδρύθηκαν νέες Ανεξάρτητες Αρχές, το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος και το Σώμα Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης , λειτούργησαν πιλοτικά τα πρώτα ΚΕΠ , ενώ κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο σώμα οι βασικές αρχές των διοικητικών διαδικασιών που βρίσκονταν διάσπαρτες στη νομολογία. Κατά την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή η εγκαθίδρυση του συστήματος μέσω στόχων δεν εφαρμόστηκε με το βέλτιστο τρόπο και διαιώνισε πολιτικές του παρελθόντος. Κατά την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, κατεγράφησαν διάφορες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες : το Πρόγραμμα «Πολιτεία», το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Διοικητική Μεταρρύθμιση», η ίδρυση νέων θεσμών (Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης) ή η υιοθέτηση συστημάτων μέσω της ψήφισης ειδικής νομοθεσίας (Διοίκηση μέσω Στόχων). Ως προς το συντονισμό, κατά τα έτη 2009-2010 , υπήρξε η επαναφορά του Υπουργικού Συμβουλίου ως κεντρικού συντονιστικού οργάνου που συνεδρίαζε σε εβδομαδιαία βάση, μιας απονεκρωμένης δομής μέχρι τότε.
Η μετά-μνημόνιο εποχή
Η είσοδος της χώρας στο μηχανισμό στήριξης άλλαξε πολλά από τα δεδομένα στο πολιτικό σύστημα. Η δημόσια διοίκηση αποτέλεσε δευτερεύον ζήτημα, καθώς η οικονομική σταθερότητα της χώρας υπήρξε το κύριο διακύβευμα της εποχής. Οι επιχειρούμενες μεταρρυθμίσεις, από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, αποτελούσαν εν πολλοίς ευρωπαϊκές επιταγές και όχι προϊόν ιδεολογικού-πολιτικού προγράμματος. Χαρακτηριστική είναι η καταγραφή των παθογενειών της δημόσιας διοίκησης στην Έκθεση του ΟΟΣΑ το 2011, από την οποία προκύπτει ότι ο διοικητικός μηχανισμός υπήρξε για χρόνια «λάφυρο» ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα κατά την ανάληψη της εξουσίας. Η δημόσια διοίκηση αποτέλεσε εν πολλοίς σημαντικό εργαλείο εφαρμογής πολιτικών και κομματικών διευθετήσεων, συμβάλλοντας, έτσι, στην κομματικοποίηση του δημόσιου τομέα και κατ’ επέκταση στη διοικητική ασυνέχεια.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, οφείλει να οικοδομήσει το πολυπόθητο επιτελικό κράτος προβαίνοντας στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, προς χάριν μιας νέας δημόσιας διοίκησης, ικανής να ανταπεξέλθει στις νέες προκλήσεις και να φανεί αντίστοιχη άλλων ευρωπαϊκών κρατών, με την ελπίδα ότι αυτή τη φορά οι τομές θα είναι καθοριστικές και αποτελεσματικές.