ΑΘΗΝΑ 2004: Με το βλέμμα στο 2020
Αντί προλόγου
Γνώρισα τους Μαρκ Στιτζ και Ντέιβιντ Ντρέιερ (Mark Steitz - David Dreyer) όταν εντάχθηκα στην ομάδα της Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων «ΑΘΗΝΑ 2004» το φθινόπωρο του 2001 (ως επικεφαλής του Γραφείου Διεθνών ΜΜΕ). Ηταν επικεφαλής μίας ομάδας συμβούλων Επικοινωνίας, που είχε αναλάβει να υποστηρίξει την υπόθεση της διεκδίκησης των Αγώνων αρχικά και αργότερα την προετοιμασία της διοργάνωσης. Στο παρελθόν είχαν εργαστεί με υποψηφίους Προέδρους των ΗΠΑ από το στρατόπεδο των Δημοκρατικών (ακόμα και με το επιτελείο του Μπιλ Κλίντον, αν δεν κάνω λάθος). Συνεργάστηκα συστηματικά μαζί τους και με την ομάδα τους που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα επί τρία χρόνια, με πρώτο στόχο να αντιστρέψουμε την αρνητική εικόνα που είχε δημιουργηθεί στον διεθνή Τύπο και να πείσουμε, ότι μπορούμε να οργανώσουμε άψογα τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Είναι ξεκάθαρο ότι μιλάμε για δύο φωτισμένους και υπερ-ταλαντούχους ανθρώπους. Δεν μπορώ να ισχυριστώ πως είμαι αντικειμενικός, γιατί υπήρξα μέλος του επιτελείου της «ΑΘΗΝΑ 2004» και προσωπικός συνεργάτης της Γιάννας Αγγελοπούλου. Ωστόσο, δηλώνω εξαρχής ότι συμφωνώ σχεδόν σε όλα τα σημεία με τους δύο αρθρογράφους - χωρίς να σημαίνει αυτό ότι εκφράζω εν προκειμένω θέση της HuffPost. Αναμφισβήτητα, πάντως, αυτό το άρθρο άξιζε να δημοσιευθεί, όχι ως «μνημόσυνο» ή ως «καθαγιασμός» για τα πεπραγμένα εκείνης της εποχής, αλλά ως τροφή για σκέψη - food for thought, όπως θα έλεγαν οι ίδιοι οι αρθρογράφοι...
Αντώνης Φουρλής
Αυτό το μήνα, ας αφιερώσουμε μια στιγμή για να θυμηθούμε την επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, πριν από δεκαπέντε χρόνια.
Ελπίζουμε ότι και οι φίλοι μας στην Αθήνα και σε όλους τους Έλληνες κάνουν το ίδιο. Είχαμε το προνόμιο να ζήσουμε από κοντά την επιτυχία αυτή, ως σύμβουλοι στις Επιτροπές διεκδίκησης και διοργάνωσης της «ΑΘΗΝΑ 2004». Δεν επιστρέψαμε στην Ελλάδα σε αυτά τα δεκαπέντε χρόνια που μεσολάβησαν και εκτιμούμε ότι έχουμε χάσει μια πολύ, πολύ δύσκολη περίοδο. Αλλά ίσως η μακρινή μας προοπτική να είναι χρήσιμη τώρα.
Αυτό που είδαμε με τα μάτια μας ήταν κάτι εντυπωσιακό και δεν πρέπει να ξεχαστεί ούτε να απορριφθεί: η εικόνα των Ελλήνων να ενώνονται και να διοργανώνουν ένα γεγονός παγκόσμιας κλάσης. Επιτύχατε λόγω της ελληνικής δεξιοτεχνίας, του ελληνικού χαρακτήρα και της ελληνικής δουλειάς. Και, ναι, λόγω της ικανότητάς σας να πετυχαίνετε πράγματα την τελευταία στιγμή.
Αυτό δεν είχε προκαθοριστεί. Η διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 δεν ήταν «σιγουράκι». Η Ρώμη είχε πιάσει την «εσωτερική διαδρομή» και έτρεχε μπροστά το 1997. Ήμασταν δύο Αμερικανοί που επισκέφθηκαν την Αθήνα για πρώτη φορά εκείνη τη χρονιά, συνεργαζόμενοι με τον Τζορτζ Στεφανόπουλο για την Επιτροπή Διεκδίκησης της Αθήνας το 2004.
Ήρθαμε στο Ζάππειο και ενταχθήκαμε σε μια ομάδα εξαιρετικά ταλαντούχων ανθρώπων, σε ένα περιβάλλον που μας ήταν οικείο κατά κάποιο τρόπο, από την (προηγούμενη) δουλειά μας στις προεδρικές καμπάνιες των ΗΠΑ και στον Λευκό Οίκο (υψηλή πίεση, περίπλοκα ζητήματα, μεγάλη προσοχή στον Τύπο) και με άγνωστες πτυχές (Αθήνα, ελληνικοί ρυθμοί και χιούμορ, αλλά και Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή).
Η Γιάννα Αγγελοπούλου ήταν η κινητήρια δύναμη. Της αξίζει ο κότινος!
Ηγήθηκε της προσπάθειας και από την αρχή μας κέρδισε με την ενέργεια και το ταλέντο της. Οι μεγάλοι ηγέτες δημιουργούν μεγάλες ομάδες, και αυτό έκανε. Η Επιτροπή Διεκδίκησης και η Ολυμπιακή Οργανωτική Επιτροπή (ATHOC) της Αθήνας ήταν γεμάτες με προσωπικότητες που παραμένουν ισχυρές στη μνήμη μας, χαρακτήρες που θα μπορούσαν εύκολα να μεταφερθούν σε μια μίνι σειρά Netflix με έδρα ...τη Νέα Ιωνία. Ισχυρές προσωπικότητες, περίπλοκες προσωπικότητες, διασκεδαστικά πρόσωπα, έντονοι άνθρωποι. Και όλοι αυτοί οι χαρακτήρες συνδέονταν με μια ορμή που οδηγούσε σε δράση. Εργάστηκαν για να γίνουν όλα τα πράγματα. Και τα κατάφεραν.
Πως; Με επαγγελματισμό. Άμεση και σαφής επικοινωνία. Πίστη σε συνδυασμό με την περιέργεια για το τι ακριβώς χρειαζόταν να γίνει. Μια ομάδα ταλαντούχων νέων που ήθελαν να κερδίσουν κάνοντας το σωστό και εργάζονταν σκληρά. Είναι δύσκολο να το διατυπώσουμε, αλλά δεν οδηγήθηκε (η ομάδα αυτή) από ανασφάλεια ή από την ανάγκη να αποδείξει κάτι - κυνήγησε τον στόχο της με αυτοπεποίθηση.
Είχαμε ακούσει πολλές ιστορίες για ελληνικά προβλήματα, για την διεκδίκηση των Αγώνων στο παρελθόν και για τα παιχνίδια που έγιναν, για τα αρνητικά εθνικά χαρακτηριστικά...
Είδαμε το αντίθετο. Μας υποδέχθηκαν με χιούμορ, υπομονή και καλή θέληση. Η Φιλοξενία ήταν πραγματική. Οι διαγωνισμοί, αθλητικοί ή επαγγελματικοί, αποκαλύπτουν πολλά. Όταν η Ρώμη προκάλεσε, η Ελλάδα έδειξε ότι είναι μεγάλη και όχι μικρή. Ανεξάρτητα από το πόσο ο διεθνής τύπος πίεζε, η Ελλάδα επικεντρώθηκε στην προετοιμασία για τους Αγώνες.
Ναι, υπήρχαν ερωτήσεις και αμφιβολίες. Το σχέδιο κυκλοφορίας θα λειτουργούσε πραγματικά; Το μελτέμι θα είναι δροσερό; (Το πρόσφατο κύμα καύσωνα του Τόκιο ένα χρόνο πριν από τους Αγώνες του 2020, επαναφέρει πολλές ανησυχητικές αναμνήσεις...)
Ενας νεαρός πωλητής στην Ακρόπολη που εξέτασε προσεκτικά τις διαπιστεύσεις μας από την Επιτροπή Διεκδίκησης, ενώ ήταν σε εξέλιξη το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου το 1997, ρώτησε ήσυχα: «Νομίζετε ότι θα μπορούσαμε πραγματικά να διοργανώσουμε τους Αγώνες με επιτυχία;»
Οι δεκάδες συναντήσεις με τη ΔΟΕ κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας των Αγώνων ήταν μια ευκαιρία να αποκαλυφθεί το πλήρες φάσμα των ελληνικών ταλέντων και να βγουν αυτά στο τραπέζι, προκαλώντας το ηχηρό «ναι» ως απάντηση στην ερώτηση του νεαρού πωλητή.
Είδαμε την σχολαστική προετοιμασία για αυτές τις συναντήσεις στα χρόνια πριν από τους Αγώνες. Δεκάδες ερωτήσεις προγραμματισμού για κάθε λεπτομέρεια της συνάντησης, από την προσεκτική ανάπτυξη των υλικών και την εξάσκηση, μέχρι την ευγενική αλλά σκληρή διαπραγμάτευση. Η ΔΟΕ είχε κάποια προτίμησε, αλλά όταν ήρθε η ώρα του αγώνα δεν ήταν πραγματικά μια δίκαιη μάχη. Η πιο ταλαντούχα ομάδα ήταν ελληνική...
Αυτό που τα έκανε όλα να λειτουργήσουν σωστά, ήταν το γεγονός ότι πολλοί εξαιρετικοί Έλληνες «απάντησαν» στην σύγχυση με σχεδιασμό, στην πρόκληση με πειθαρχία, στην αμφιβολία με τα συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Δεν ήταν τα πάντα «όμορφα κι ωραία». Μέλη της ομάδας ανταγωνίζονταν για δύναμη, αλλά το έκαναν προσπαθώντας να ξεπεράσουν τον ευατό τους - όχι υποσκάπτοντας ο ένας τον άλλον. Το ταλέντο ανταμείφθηκε.
Πολλοί νέοι άνδρες και γυναίκες εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία για να ξεχωρίσουν. Ένα από τα μεγάλα προνόμια της εποχής μας με την Οργανωτική Επιτροπή (ATHOC) ήταν να παρακολουθούμε τους ανθρώπους που συναντήσαμε ως ασκούμενους ή βοηθούς να αναδεικνύονται και να διαχειρίζονται στην συνέχεια ομάδες, ολυμπιακές εγκαταστάσεις και λειτουργίες κατά τη διάρκεια των Αγώνων. Λυπηθήκαμε όταν πληροφορηθήκαμε την απώλεια του Μιχάλη Ζαχαράτου (ήταν Γενικός Διευθυντής Επικοινωνίας της Οργανωτικής Επιτροπής και έφυγε από τη ζωή το 2019), ο οποίος υπήρξε υπόδειγμα και συνδύασε με επιτυχία πολλούς ρόλους. Ήταν ένας ταλαντούχος εκπρόσωπος Επικοινωνίας, ένας ταλαντούχος στρατηγός, με δημιουργική ενέργεια και υπήρξε επίμονος και αποτελεσματικός υποστηρικτής της Ελλάδας.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 υπήρξαν πράγματι μαγικοί και ονειρεμένοι, αλλά έγιναν πριν από πολύ καιρό. Τόσο η υπερβολή, όσο και η νοσταλγία, αυτή τη στιγμή χάνουν το νόημά τους.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της αρχαιότητας δεν οδήγησαν στη διατήρηση της ειρήνης μεταξύ των πόλεων-κρατών περισσότερο από ό,τι οι σύγχρονοι Αγώνες μεταξύ των εθνών. Οι Αγώνες της 28ης Ολυμπιάδας δεν εμπόδισαν τα προβλήματα που ακολούθησαν (ούτε τα προκάλεσαν).
Η καμπύλη της προετοιμασίας δεν ήταν ομαλή. Δεν θέλουμε να μηδενίσουμε το κόστος που πλήρωσαν τελικά οι Ελληνες πριν και μετά το 2004.
Αλλά θέλουμε να στείλουμε στους φίλους μας στην Ελλάδα ένα μήνυμα, που προκύπει από την άμεση αν και μακρινή μας εμπειρία. Ελπίζουμε να θυμηθείτε και να τιμήσετε την επιτυχία σας, όπως κάνουμε εμείς τώρα. Καθώς καθορίζετε την πορεία σας για την Ελλάδα του 2020, θα ήταν ένα πρακτικό σφάλμα πρώτου μεγέθους, το να ξεχάσετε ή να απορρίψετε τα επιτεύγματα της Αθήνας του 2004.
* Ο Mark Steitz και ο David Dreyer είναι ανώτερα στελέχη της TSD Communications, μιας συμβουλευτικής εταιρείας Επικοινωνίας με έδρα την Ουάσινγκτον, που εργάστηκε κατά την διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας για το 2004 και συνεργάστηκε με την Οργανωτική Επιτροπή.