Η άνοδος των θαλασσών απειλεί την ιστορική Αλεξάνδρεια
Η παράκτια πόλη Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, η οποία έχει επιβιώσει από εισβολές, πυρκαγιές και σεισμούς από τότε που ιδρύθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο περισσότερο από 2.000 χρόνια πριν, αντιμετωπίζει τώρα μια νέα απειλή λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Η άνοδος των επιπέδων της θάλασσας απειλεί να πλημμυρίσει φτωχότερες γειτονιές και αρχαιολογικούς χώρους, οδηγώντας τις τοπικές αρχές στην ανόρθωση τσιμεντένιων φραγμάτων στη στη θάλασσα για να ανακόψουν την παλίρροια.
Μια μεγάλη καταιγίδα το 2015 κατέστρεψε μεγάλα τμήματα της πόλης, προκαλώντας τουλάχιστον έξι θανάτους και κατάρρευση περίπου δώδεκα σπιτιών, εκθέτοντας τις αδυναμίες της τοπικής υποδομής.
Η Αλεξάνδρεια, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, περιβάλλεται από τη Μεσόγειο Θάλασσα από τρεις πλευρές και στην πίσω πλευρά της έχει λίμνη, καθιστώντας την εξαιρετικά ευάλωτη στην αύξηση των επιπέδων της θάλασσας που προκαλείται από την υπερθέρμανση του πλανήτη και το λιώσιμο των πολικών πάγων.
Πίσω στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και του 1950, αποτελούσε καταφύγιο για τους συγγραφείς και τους καλλιτέχνες αλλά και πόλο έλξης τόσο για την «υψηλή» κοινωνία της Αιγύπτου όσο και για τους τουρίστες εξαιτίας της ομορφιά της γοητείας της.
Σήμερα, με παραλιακή γραμμή άνω των 60 χιλιόμετρων, είναι ο κορυφαίος
καλοκαιρινός προορισμός για τους Αιγυπτίους, όμως πολλές από τις πιο διάσημες παραλίες της ήδη δείχνουν σημάδια διάβρωσης.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι οι περιφερειακές αποκλίσεις στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας και τα αποτελέσματά της δεν έχουν ακόμη κατανοηθεί επαρκώς. Αλλά στην Αλεξάνδρεια, μια πόλη-λιμάνι που φιλοξενεί πάνω από 5 εκατομμύρια ανθρώπους και το 40% της βιομηχανικής δραστηριότητας της Αιγύπτου, υπάρχουν ήδη σημάδια αλλαγής.
Το υπουργείο υδάτινων πόρων και αρδευτικών δραστηριοτήτων της Αιγύπτου αναφέρει ότι η στάθμη της θάλασσας αυξανόταν κατά μέσο όρο 1,8 χιλιοστά ετησίως έως το 1993. Τις δύο δεκαετίες που ακολούθησαν η αύξηση ανήλθε στα 2,1 χιλιοστά ετησίως και από το 2012 έφτασε τα 3,2 χιλιοστά ετησίως, απειλώντας τα θεμέλια των κτιρίων.
Η γη στην οποία είναι χτισμένη η Αλεξάνδρεια, μαζί με το Δέλτα του Νείλου που την περιβάλλει, βυθίζεται περίπου στο ίδιο ποσοστό, λόγω εν μέρει των φραγμάτων που αποτρέπουν την ανασύσταση της λάσπης και την εξόρυξη φυσικού αερίου. Αυτό αναμένεται να επιδεινώσει τις επιπτώσεις της αύξησης της στάθμης της θάλασσας, με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες.
Μια μελέτη του 2018 προέβλεπε ότι θα πλημμύριζαν μέχρι 734 τετραγωνικά χιλιόμετρα του Δέλτα του Νείλου έως το 2050 και 2.660 τετραγωνικά χιλιόμετρα έως το τέλος του αιώνα, επηρεάζοντας 5,7 εκατομμύρια ανθρώπους.
Οι κάτοικοι που ζουν σε περιοχές με χαμηλό επίπεδο αντιμετωπίζουν ήδη τις συνέπειες. Ενας 52χρονος κάτοικος της συνοικίας Σάτμπι δήλωσε ότι έχει επισκευάσει το τριόροφο σπίτι του δύο φορές από τις πλημμύρες του 2015.
«Γνωρίζουμε ότι είναι επικίνδυνο, γνωρίζουμε ότι ολόκληρη η περιοχή θα είναι υποβρύχια, αλλά δεν έχουμε άλλη εναλλακτική λύση», δήλωσε.
Στην γειτονιά Ελ-Μαξ, εκατοντάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους μετά από τις πλημμύρες του 2015. Το υπουργείο Στέγασης έκτισε εννέα πολυκατοικίες για να τους φιλοξενήσουν μετά την κήρυξη της περιοχής ως επικίνδυνης.
Ο Σαγέντ Καλίλ, 67χρονος ψαράς από την ίδια γειτονιά, δήλωσε ότι τα σπίτια πλημμυρίζουν με θαλασσινό νερό κάθε χειμώνα τα τελευταία χρόνια, τόσο από την κοντινή ακτή όσο και από ένα κανάλι που διασχίζει την περιοχή.
«Είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι το Ελ-Μακ θα είναι εδώ μέσα μερικές δεκαετίες», είπε ο Καλίλ. «Ολα αυτά τα σπίτια μπορεί να εξαφανιστούν. Η περιοχή που βλέπετε τώρα θα είναι ένα υπόγειο μουσείο».
Οι αρχές εγκατέστησαν ναυτικές «άμυνες» για να προστατεύσουν τη γειτονιά, η οποία φιλοξενεί ένα διυλιστήριο πετρελαίου, ένα εργοστάσιο τσιμέντου και βυρσοδεψεία, αλλά οι κάτοικοι λένε ότι δεν έχει κάνει μεγάλη διαφορά.
«Κάθε χρόνο τα κύματα είναι πολύ ισχυρότερα από το προηγούμενο έτος», δήλωσε ο Αμπντελ-Ναμπί ελ-Σαγιάντ, ένας 39χρονος ψαράς. «Δεν είδαμε καμία βελτίωση, απλώς ανάγκασε τους ανθρώπους να φύγουν».
Οι αρχαιολογικοί χώροι της πόλης - αυτοί που επέζησαν της ταραχώδους ιστορίας της - επίσης απειλούνται.
Ο ιστορικός φάρος της Αλεξάνδρειας, μια από τις ψηλότερες ανθρωπογενείς κατασκευές και ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, κατέρρευσε από σεισμό τον 14ο αιώνα. Η φημισμένη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας κάηκε ολοσχερώς όταν ο Ιούλιος Καίσαρ πυρπόλησε ένα στόλο του εχθρού το 48 π.Χ.
Αλλά η ακρόπολη του Καϊτμπέι, ένα μεσαιωνικό φρούριο που χτίστηκε στα ερείπια του φάρου στην κατάληξη μιας στενής χερσονήσου που προεξέχει στη θάλασσα, εξακολουθεί να δεσπόζει πάνω από το κεντρικό λιμάνι της πόλης, ακριβώς απέναντι από τη σύγχρονη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας - ένα ερευνητικό κέντρο που εγκαινιάστηκε το 2002.
Ο Ασουρ Αμπντελ-Καριμ, επικεφαλής της αιγυπτιακής γενικής αρχής για την προστασία των ακτών, δήλωσε ότι η ακρόπολη είναι ιδιαίτερα ευάλωτη. Είπε ότι τα όλο και ισχυρότερα κύματα και ρεύματα είχαν εισχωρήσει στα θεμέλια, αναγκάζοντας τις αρχές να εγκαταστήσουν μια σειρά από τσιμεντένια φράγματα, ορατά από την προκυμαία στο κέντρο της πόλης, γνωστή ως Κορνές.
Η αιγυπτιακή κυβέρνηση, η οποία αγωνίζεται να ανοικοδομήσει την εθνική οικονομία μετά τις αναταραχές από την αραβική άνοιξη το 2011, έχει διαθέσει πάνω από 120 εκατομμύρια δολάρια για τα εμπόδια και άλλα προστατευτικά μέτρα κατά μήκος της ακτής, δήλωσε ο Αμπντελ-Καρίμ.
«Χωρίς τέτοια εμπόδια, τμήματα της Κορνές και κτίρια κοντά στην ακτή θα υποστούν ζημιά», με εκτιμώμενο κόστος περίπου 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων, είπε.
Οι εσωτερικές περιοχές βρίσκονται επίσης σε κίνδυνο, συμπεριλαμβανομένου του Κομ ελ-Σουκάφα (σ.σ. κατακόμβες που χρονολογούνται από τον 2ο αιώνα Α.Δ. με αρχιτεκτονικά στυλ εμπνευσμένα από την αρχαία Αίγυπτο). Αυτό το μέρος όπως και άλλες τοποθεσίες πλημμύρισαν το 2015.
Πηγή: Associated Press