Header Ads

Pindus Trail: Ενα μονοπάτι 600 χιλιομέτρων από τις Πρέσπες στους Δελφούς

Στον πυρήνα του δρυμού της Βάλια Κάλντα, σηματοδοτώντας πεζοπορική διαδρομή

 

Ο Αποστόλης Τσιμπανάκος από τότε που θυμάται τον εαυτό του δοκιμάζεται στην ορεινή φύση- είναι ένας reallife ‘’άνθρωπος των βουνών’’. Από το 2007 ασχολείται επαγγελματικά με ορεινά σπορ και δραστηριότητες: ορειβασία, canyoning, πεζοπορία, θεματικές εκδρομές και σεμινάρια για ότι σχετίζεται με την χλωρίδα, την ιστορία και την παράδοση των τραχιών, ολιγάνθρωπων ελληνικών ορέων. Aπό το 2012 ζει μόνιμα στην Πίνδο επαναλειτουργώντας ορειβατικά καταφύγια, διοργανώνοντας πεζοπορικές και θεματικές δράσεις, κυρίως ανοίγοντας εκ νέου τα μονοπάτια που διάβαιναν μαζί με τα ζωντανά τους οι πρόγονοί μας.

Με τη δράση του Αποστόλη και των συνεργατών του τα μονοπάτια σηματοδοτούνται και χαρτογραφούνται- τα δάση γίνονται προσβάσιμα στους ανθρώπους που τα αγαπούν και τα προστατεύουν και οι τοπικές κοινότητες παίρνουν ξανά ζωή. Νέες θέσεις εργασίας δημιουργούνται ενάντια στην ερημοποίηση που καθιστά αυτούς τους τόπους βορά διαφόρων συμφερόντων και επιτήδειων

Μιλήσαμε μαζί του για το νέο εγχείρημα που έχει αναλάβει- που είναι και το ηπιότερο, πραγματικά αειφόρο ορειβατικό development στη χώρα- το PindusTrail. Το «Μονοπάτι της Πίνδου», όταν ολοκληρωθεί θα έχει ανάπτυγμα άνω των 600 χιλιομέτρων και θα αποδίδει 42 ημερήσια τμήματα, που θα συνδέονται με τα κατά τόπους πεζοπορικά δίκτυα που συναντούν. Διασχίζοντας την Πίνδο και τις απολήξεις της από βορρά προς νότο (ή αντίστροφα), το μονοπάτι θα ξεκινάει από τους Δελφούς και θα καταλήγει στις Πρέσπες.

 

Διαμόρφωση μονοπατιού από φίλους- εθελοντές στα κατάφυτα δάση της Σαμαρίνας.

Ας πάρουμε, όμως, την ιστορία από την αρχή, για να κατανοήσουμε την ιδέα αυτού του πρότζεκτ. Γιατί δεν εμφανίστηκε ως «ουρανοκατέβατο» τόλμημα- αλλά ζυμώθηκε αντάμα με την καθημερινή εμπειρία, τον κάματο και το ασίγαστο μεράκι του Αποστόλη και δεκάδων εθελοντών που υποστηρίζουν έμπρακτα τις προσπάθειές του.

«Τα τελευταία χρόνια αφιέρωσα αρκετό χρόνο στα παραμελημένα μονοπάτια της βόρειας Πίνδου», λέει ο ίδιος. «Έζησα για μήνες στο Δίστρατο, ως κατασκηνωτής, και ένα χρόνο σε καταφύγιο στη Βωβούσα- και εργάστηκα εθελοντικά αποκαθιστώντας πλήρως το Ε6 μονοπάτι από τη Βωβούσα ως τη Σαμαρίνα, το ίδιο, παλιό μονοπάτι (μήκους 32 χιλιομέτρων) που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της περιοχής.

- Ήταν ακόμη ορατή η παλιά χάραξη;

- Όχι ακριβώς. Όπως τα περισσότερα μονοπάτια της βόρειας Πίνδου, ήταν κι αυτό χαμένο μέσα στα κατάφυτα, αναγεννημένα δάση. Ακόμα και η ντόπια κοινωνία αγνοούσε την τύχη του. Μόνο μερικοί «γέροντες» μπόρεσαν να μου δώσουν κάποιες πληροφορίες, ώστε ήξερα περίπου που πρέπει να ψάξω για τις γραμμές αυτών των μονοπατιών.

 

Ανάγνωση χάρτη σε μια από τις πιο απομονωμένες τοποθεσίες των Ευρυτανικών Αγράφων.

- Για να περιπλανηθεί ο επισκέπτης στα δάση της βόρειας Πίνδου δεν υπήρχε άλλος τρόπος;

- Βεβαίως υπήρχε: με τζιπ, μηχανές και ποδήλατα σε χωματόδρομους. Όμως, κάθε δραστηριότητα εκτός της μηχανοκίνητης ήταν περιορισμένη και εφικτή για λίγους. Εξαιρώντας λίγους «καλοδιαβασμένους» ορειβατικούς συλλόγους και αυτόνομους αλλά έμπειρους στα βουνά αθλητές, τα προηγούμενα χρόνια ελάχιστοι κινήθηκαν στις διαδρομές της ευρύτερης περιοχής. Οι περισσότεροι έκαναν αναβάσεις σε κορυφές, όπου η ανάγνωση της διαδρομής είναι πιο ευδιάκριτη απ’ ότι σ’ ένα πυκνό δάσος. Εκεί, το μονοπάτι αν το χάσεις, χάθηκες...

«Από τη Βωβούσα ξανανοίξαμε κάποια κύρια μονοπάτια προς τον πυρήνα της Βάλια Κάλντα με σκοπό να φτάσουμε στο Μέτσοβο κι ακόμη νοτιότερα. Τότε έμεινε η σύντροφός μου έγκυος- και τα σχέδια μας ομόρφυναν αλλά δυσκολέψανε κιόλας. Τη μέρα που γεννήθηκε η μικρή μας ήμουν μέσα στο δάσος και τελείωνα τη σήμανση ενός μονοπατιού παρέα με τον γιο μου. Ίσα που έπιασε σήμα το κινητό και μου ήρθε το τέλειο μήνυμα (γελάει)».

- Που ζεις σήμερα;

- Μεταφέραμε τη βάση μας πάλι στα Τζουμέρκα, αυτή τη φορά νότια, στα Θεοδώριανα (Άρτας). Ανακαινίζουμε το πατρικό σπίτι της συντρόφου μου και ετοιμάζουμε κάποιες υποδομές φιλοξενίας. Σκοπεύουμε να υποδεχτούμε προγράμματα σεμιναριακής προσέγγισης: γεωλογία, βοτανολογία, φωτογραφία, μελέτη λαϊκής παράδοσης, έρευνα και ιστορικό ντοκουμέντο. Ώστε να αναδείξουμε την περιοχή με πρόσφορο και επιστημονικό τρόπο- γιατί τα βουνά δεν είναι μόνο για πανηγύρια, τσίπουρα, παϊδάκια και κλαρίνο. Και δουλεύουμε μονοπάτια γύρω από τα καταφύγια του Καταρράκτη και του Σταυρού Θεοδωριάνων, τα οποία θα εντάξουμε σε ένα ευρύτερο δίκτυο. 

 

Συντήρηση μονοπατιού στο Δίστρατο της Κόνιτσας. 

- Η ιδέα του μεγάλου μονοπάτιου, του PindusTrail, πως σου ήρθε;

- Καθώς έκανα αυτές τις προσπάθειες, συνέδεα στο μυαλό μου επιμέρους διαδρομές που θα συνέθεταν μια μεγαλύτερη. Στην αρχή, όμως, το σχέδιό μου περιοριζόταν στην Ήπειρο: να φτιάξω μια μεγάλη γραμμή διάσχισης για την Ήπειρο. Πολύ πίσω στο κεφάλι μου σκεφτόμουν να πάω νοτιότερα- Άγραφα, νότια Ευρυτανία και σε όλα τα μέρη που πιάσαμε τώρα. Είχα από καιρό τα ερεθίσματα και τις προτροπές. Παρακινητής μου ήταν- και παραμένει- ο στενός μου φίλος TimSalmon, Βρετανός εξερευνητής της Πίνδου και συγγραφέας. Ο Τim, που φέτος έκλεισε τα 78, είχε ξεκινήσει πριν από 40 χρόνια να χαράζει μια μεγάλη γραμμή διάσχισης της χώρας, εκδίδοντας μάλιστα και το αντίστοιχο βιβλίο/ οδηγό (ΤhePeloponneseandthePindosway), όπου περιγράφει μια διαδρομή από τη Μάνη μέχρι το Γράμμο. Οι συχνές μας επαφές με τον Tim, τα ξένα δημοσιεύματα που αναφέρονταν σε απόπειρες διάσχισης της Πίνδου, αλλά και η επίμονη προσπάθεια σπουδαίων Ελλήνων αθλητών του ορεινού τρεξίματος να διασχίσουν αυτά τα βουνά σε 16 μόνο ημέρες, αποτέλεσαν κίνητρά μου.

 

Με τον Βρετανό εξερευνητή και συγγραφέα Tim Salmon

- Να περιγράψουμε το PindusTrail, όπως το σχεδιάζεις;

- Αν δεις την Πίνδο από πολύ ψηλά, απλώνεται τόσο που καλύπτει ένα μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας. Εμείς επικεντρωνόμαστε στον κύριο όγκο της: Ξεκινάμε από τους Δελφούς και τους πρόποδες του Παρνασσού, περνάμε στη Γκιώνα, μετά πιάνουμε τα Βαρδούσια για να περάσουμε στα νότια της Ευρυτανίας και να βγούμε στο Καρπενήσι. Από ‘κει διασχίζουμε την οροσειρά των Αγράφων, για να βγούμε στα Αθαμανικά βουνά και μετά, μέσα απ’ το Περιστέρι, να φτάσουμε στο Μέτσοβο, για να διασχίσουμε τη Βάλια Κάλντα, τη Βάλια Στάθη και την οροσειρά του Σμόλικα (που είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό της Ελλάδας). Και συνεχίζουμε στον Γράμμο, πλάι στα ελληνοαλβανικά σύνορα, ώσπου να φτάσουμε στις Πρέσπες. Αυτή είναι η δική μας πρόταση χάραξης, πάνω σε παλιές πεζοπορικές διαδρομές των προγόνων μας- το 80% αυτών δε χρησιμοποιείται, πλέον, από το ευρύ ορειβατικό κοινό.

«Είναι διαδρομές παραδομένες στο χρόνο και τη φύση- σε αρκετά σημεία πρέπει να γίνουν τροποποιήσεις. Δε μπορούμε να ανασυστήσουμε με τέλεια ακρίβεια το παλιό μονοπάτι, άλλωστε σε πολλά τμήματα έχουν συμβεί και φυσικές καταστροφές, έχει υποχωρήσει μια πλαγιά π.χ.. Εκεί πρέπει να κάνουμε παράκαμψη, να γίνει εκ νέου μελέτη. Από την άλλη πρέπει την αυστηρή νομοθεσία και τις σύγχρονες ανάγκες των πεζοπόρων (διαμονή, εστίαση, wifi και λοιπές παροχές). Το σκεπτικό της χάραξης μιας διαδρομής- από ποια μέρη θα περάσει- αλλάζει λοιπόν. Δημιουργούμε εναλλακτικές διαδρομές- και για backpackers που θα κατασκηνώσουν με θέα τον έναστρο ουρανό, αλλά και για όσους θέλουν να διασχίσουν την οροσειρά και να διανυκτερεύσουν σε καταλύματα. Τελικά το πρότζεκτ είναι πολύ πιο «ειδικό» απ’ όσο μπορεί να ακούγεται: δεν είναι «βγαίνω στο βουνό, πιάνω ένα τσαπί και σκάβω».

 

Σήμανση μονοπατιού στο δάσος της Βωβούσας.

- Τι κάνεις πριν πιάσεις το τσαπί στα χέρια λοιπόν;

- Έρευνα. Έχω επενδύσει όλους τους πόρους μου στην ιδέα αυτού του μεγάλου μονοπατιού. Ταξιδεύω όχι μόνο για να σκάψω και να σηματοδοτήσω αλλά και για να αντλήσω πληροφορίες και να κάνω επαφές με την τοπική κοινωνία. Καταρχήν, στις διαδρομές μου στα βουνά, έχω εκπαιδεύσει τα μάτια μου να «βλέπουν»: φαράγγια, πηγές, ρέματα και καταρράκτες, γεφύρια κι εκκλησίες, ζώα και βότανα. Και ανάλογα παρατηρώ και τους ανθρώπους που ζουν εκεί- από τη διακόσμηση και μόνο μιας στάνης ή ενός καφενείου, παίρνεις μια ιδέα για το τι σόι άνθρωποι είναι αυτοί που θα συναντήσεις. Συζητώ μαζί τους- έχω μάθει τη «γλώσσα», τον τρόπο τους, δε γίνομαι ενοχλητικός και «τοξικός». Τα λέμε ωραία και παίρνω πληροφορίες που μετά διασταυρώνω. Γιατί σε κάθε περιοχή έχω κάποιους συνδέσμους: ανθρώπους που αγαπούν το βουνό και καταπιάνονται κι αυτοί με μονοπάτια και διαδρομές. Αυτούς τους ανθρώπους, τους θεωρώ συναγωνιστές μου. Τους συμβουλεύομαι για την περιοχή τους, και συμπεραίνω τελικά αν ένας τόπος θα μπορούσε να δεχθεί και αν τελικά επιθυμεί κάποια μορφή ανάπτυξης.

 

Με τσοπάνο των Καλαρρυτών στο Περιστέρι, συλλέγοντας πληροφορίες και τσάι.

- Ποιες είναι οι παράμετροι που το κρίνουν αυτό;

- Αν ένα χωριό έχει 15 κατοίκους που έχουν ξεπεράσει τα 70 τους και περνάνε τον χρόνο τους μπροστά σε μια τηλεόραση, τα πράγματα είναι δύσκολα. Ίσως, όμως, σε έναν τέτοιο τόπο αξίζει να προσπαθήσεις περισσότερο για να προσελκύσεις νέους ανθρώπους που θα δώσουν ζωή σε μια κοινοτική επιχείρηση που, συνήθως, υπάρχει κάπου παρατημένη- μπορεί να είναι ένα καφενεδάκι, ή ένας ξενώνας. Νέοι άνθρωποι των πόλεων είναι οι περισσότεροι από όσους κάνουν αυτό το βήμα και φέρνουν μαζί τους έναν άλλο τρόπο σκέψης και δράσης, μάλλον ευεργετικό, θετικό για τις μικροκοινωνίες των βουνών. Γιατί είναι νέοι, συνειδητοποιημένοι και όχι ψευτοκουλτουριάρηδες. Τέτοιες επιλογές, αυτοί οι άνθρωποι τις τολμούν.

 

- Είναι, όντως, «άλματα πίστης»...

- Και πραγματοποιούνται από ανθρώπους που έχουν γνήσια θέληση, μια σπίθα μέσα τους. Τουλάχιστον εγώ, αυτούς συναντάω. Μπορεί να μην έχουν εξαρχής το knowhow της ζωής στο βουνό, αλλά έχουν τη σπίθα- για αυτό τα μάζεψαν κι έφυγαν απ’ τις πόλεις. Και δεν είναι μόνο οι ξενώνες και τα καφενεία- μικρή επιχείρηση είναι και ένα αγρόκτημα βιολογικής γεωργίας. Ο πρωτογενής τομέας είναι πρωταρχικής σημασίας, αλλά για να φτάσουμε σ’ αυτόν πρέπει να φέρουμε ανθρώπους πίσω στα βουνά.

 

Κατηφορίζοντας απ' τις κορυφές των Αγράφων. 

«Τώρα θα μου πεις, μπορούν να γίνουν όλα αυτά με τη δημιουργία ενός μονοπατιού; Κι εγώ σου λέω, ναι, μπορούν να ξεκκινήσουν από εκεί. Δεν είναι δική μου φαντασίωση, υπάρχουν συγκεκριμένα παραδείγματα από το εξωτερικό, σε τόπους κιόλας πιο δυσπρόσιτους και επικίνδυνους. Το Νεπάλ το 2014 αναδείχτηκε πρώτη χώρα σε επισκεψιμότητα παγκοσμίως. Μέχρι πρόσφατα ήταν προορισμός ακραίων εξερευνητών, σήμερα επικοινωνούν μαζί μου άνθρωποι που θέλουν να «γράψουν» χιλιόμετρα στις ορειβατικές διασχίσεις που διοργανώνω, για να προπονηθούν και να δοκιμαστούν αμέσως μετά στα βουνά των Ιμαλαϊων».

 

«Το PindusTrail μπορεί να φέρει στην Πίνδο ανθρώπους που δεν επιζητούν μόνο τον αθλητικό τουρισμό, που δεν θα θέλουν να κάνουν μόνο πεζοπορία ή τρέξιμο. Αν είναι να έρθουν για αυτό μόνο, ας πάνε καλύτερα στο Μον Μπλανκ. Εκεί δεν έχουν χαρακτήρα τα πράγματα... Ναι, είναι όμορφα, ψηλά βουνά, με άριστες εγκαταστάσεις και υποδομές. Όμως, εμείς έχουμε αυτό που έχουν και στο Νεπάλ για παράδειγμα: αρχέγονη πληροφορία, επιβλητικά μνημεία της φύσης και του ανθρώπινου πολιτισμού, αρχιτεκτονήματα περασμένων εποχών, φυσιογνωμίες ακόμα αυθεντικές, παραδοσιακή (εν πολλοίς) κτηνοτροφία, μια θρησκεία ακόμη ζώσα σε αυτά τα βουνά με ξωκκλήσια σκαλισμένα στην πέτρα. Στην Ελλάδα μπορούμε να προσφέρουμε μια ευρύτερη εμπειρία: όχι μόνο αθλητική, αλλά βιωματική».

 

Το ξωκκλήσι του Άη Γιώργη, σαν φυτεμένο στο βράχο, στο μονοπάτι που οδηγεί στον εγκαταλειμμένο οικισμό της Κοντίβας (νότια Ευρυτανία). 

- Σε ανθρώπους που έχουν αυτή την ολιστική προσέγγιση απευθύνεστε;

- Θέλουμε να ανοίξουμε τα βουνά για ανθρώπους που μπορούν να αντιληφθούν την βαρύτητα κάθε τοπικού πολιτισμού, κάθε χώρας. Θέλουμε να φέρουμε τον άνθρωπο στη φύση και να τον εκπαιδεύσουμε να τη σέβεται- ούτε να τη φοβάται, ούτε να την αγνοεί. Υπάρχουν ακόμη εγκαθιδρυμένες δεισιδαιμονίες στον σύγχρονο άνθρωπο. Συχνά η πρώτη, αγχωμένη ερώτηση που μας κάνουν είναι: «Και με τους λύκους; Με τις αρκούδες; Τι θα κάνουμε;». Θα ήταν, όμως, τόσο ωραίο να αναγνωρίσουμε από που έρχεται το νερό στα σπίτια μας, τι συμβαίνει στη διαδρομή του, από ποιους τόπους κατέρχεται- είναι νεράκι απ’ τις πηγές και τα χιόνια. Τι θα απογίνουμε αν το λερώσουμε;

- Κίνδυνοι της αυξημένης ανθρώπινης παρουσίας στο βουνό;

- Υπάρχουν. Η αλόγιστη εμπορική εκμετάλλευση και αυτοί που ψυχαναγκάζουν την τοπική κοινωνία να ακολουθήσει το δικό τους μοντέλο ανάπτυξης. Και σημαντικός εχθρός των ελληνικών βουνών αυτή τη στιγμή είναι η παραγωγή- δήθεν- πράσινης ενέργειας με αιολικά πάρκα, υδροηλεκτρικούς σταθμούς και φράγματα σε τόπους υψηλής περιβαλλοντικής, αισθητικής και ιστορικής αξίας. Καθένας κάνει ότι θέλει. Δυστυχώς, η μεγάλη μάζα της τοπικής κοινωνίας που έχει απομείνει στα βουνά δεν έχει την ενημέρωση και την παιδεία για να αντιληφθεί τι πρόκειται να γίνει. Όποιος προσπαθεί να τους ενημερώσει, γίνεται γραφικός.

 

Αγναντεύοντας την κοιλάδα του Αγραφιώτη ποταμού. 

«Αυτό όμως είναι το δεύτερο σκέλος της προσπάθειάς μας- να προστατέψουμε την τοπική κοινωνία, αλλά και τους επισκέπτες από αυτούς τους κινδύνους. Στο Νεπάλ, όπου όλα έγιναν τόσο γρήγορα, χάθηκε ο μπούσουλας... Το κράτος και οι αρμόδιοι φορείς δεν πρόλαβαν να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν μοντέλα ορθολογικής διαχείρισης της επισκεψιμότητας. Για αυτό έχουμε ουρές ορειβατών από όλο τον πλανήτη που περιμένουν «να κατακτήσουν το Έβερεστ». Και πολλά ατυχήματα».

«Δε μπορούμε να «ανοίγουμε» στον τουρισμό περιοχές που δεν το έχουν ανάγκη και δεν το επιθυμούν- γιατί έχουν συνεταιρισμό υλοτομίας και τα τα βγάζουν πέρα, γιατί έχουν πολλά καλλιεργήσιμα αγροκτήματα (άρα σχετική αυτάρκεια) και ο πολύς κόσμος θα τους προξενήσει φθορές, γιατί έχουν ακόμα «δυνατή» κτηνοτροφία, αλλά αν οι ποιμενικοί σκύλοι των κοπαδιών τους δαγκώσουν ανθρώπους, θα τους τρέχουν στα δικαστήρια... Είναι πολυπαραγοντικό το ζήτημα. Ούτε είναι όλα τα χωριά κατάλληλα για να υποδέχονται δυο λεωφορεία με καμιά εκατοστή ανθρώπους που θα θέλουν να φάνε και να πιούνε στην πλατεία σε χρόνο dt».

«Σ’ αυτές τις περιοχές, πλάι στα μονοπάτια μπορούμε να κάνουμε άλλου είδους, μικρότερης κλίμακας δράσεις: ένα σεμινάριο ζωγραφικής τοπίου, ή λιθοχτισιάς σε παλιά γιοφύρια και νερόμυλους. Μπορείς να αναδείξεις ήπια έναν τόπο, προστατεύοντας τον από τα αλόγιστα πλήθη. Δεν είναι άσπρο ή μαύρο. Μέτρον άριστον».

 

Οι δίδυμες αλπικές λίμνες της Φλέγγας- τις συναντούμε πάνω στο μονοπάτι από το Μέτσοβο προς τη Βάλια Κάλντα, σε υψόμετρο 1950 μ. 

- Πρακτικά, στυγνά οικονομικά μιλώντας, πως μπορεί ένα φιλόδοξο, απαιτητικό εγχείρημα, όπως είναι το PindusTrail να γίνει πραγματικότητα;

- Μέχρις στιγμής έχει γίνει κατάθεση ψυχής και εξάντληση όποιων ιδίων πόρων (γελάει). Για να πραγματοποιηθεί, όμως, ένα τόσο μεγάλο έργο, που «πιάνει» τόσες περιοχές της χώρας, δεν υπάρχει καταλληλότερος τρόπος από το να βρούμε έναν μεγάλο χορηγό που θα υποστηρίξει το μονοπάτι της Πίνδου. Κάθε δημαρχείο και Περιφέρεια έχει ενημερωθεί για το PindusTrail- προς το παρόν τους ζητάμε να μείνουν standby, τους λέμε «σας χρειαζόμαστε στο πλευρό μας, αλλά το πρότζεκτ αυτό είναι μια ειδική περίπτωση». Θα χρειαστεί πολύς καιρός, πολύ χαρτούρα, πολύ δουλειά στο πεδίο, δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Σκοπός μας είναι να κατασκευάσουμε το μονοπάτι με την οικονομική αρωγή χορηγών και, ιδανικά, να αναλάβουν αμέσως μετά οι Δήμοι και οι Περιφέρειες την συντήρηση και την ανάδειξη του.

 

Με μέλη της Terra Pindus κοντά στο καταφύγιο του Σταυρού Θεοδωριάνων.

- Για την διαχείριση του πρότζεκτ PindusTrail δημιουργήσατε την TerraPindus; 

- Πρόσφατα άλλαξε η νομοθεσία. Το νέο νομοθετικό πλαίσιο μας καθιστά επιστήμονες- σκαφτιάδες (γελάει), θέλοντας και μη. Πάντως, πλέον, δεν μπορώ να κινούμαι εθελοντικά κλαδεύοντας και σκάβοντας, θα βρω τον μπελά μου. Για να δραστηριοποιούμαστε νόμιμα λοιπόν, μαζί με την σύντροφό μου και άλλους τέσσερις φίλους και συνεργάτες- δασολόγους, συνοδούς βουνού, ξενοδόχους- ξεκινήσαμε την TerraPindus. Το «δυνατό χαρτί» μας είναι τα μονοπάτια- όταν τελειώνουμε μια νέα διαδρομή, διοργανώνουμε μια διάσχιση για να γνωστοποιηθεί και ακολουθούν σύλλογοι και γραφεία τουρισμού. Μετά δε θα με δεις να δουλεύω συστηματικά πάνω στην ίδια γραμμή, ξανά και ξανά, «κόβντας χρήμα».

 

Στα Τζουμέρκα με εθελοντές από όλη τη χώρα. 

«HTerraPindus θα αναλάβει την κατασκευή του PindusTrail, έχει όμως σαν ευρύτερο αντικείμενο τη διάσωση και τη διάδοση της υπαίθριας ζωής και κουλτούρας. Προσπαθούμε να εκπαιδεύσουμε τους ανθρώπους και τις κοινωνίες των ελληνικών βουνών ώστε να διαχειριστούν τη σύγχρονη πραγματικότητα και να προστατέψουν τον εαυτό τους και το περιβάλλον, αξιοποιώντας παράλληλα τις δυνατότητες του τόπου τους. Αυτό δεν είναι τουριστικό προϊόν- είναι η μεγάλη ευκαιρία να διασώσουμε, ότι ακόμη σώζεται, από την φύση και τον πολιτισμό που απέμεινε στην ορεινή Ελλάδα».  

Το ιστορικό γεφύρι της Βίνιανης στον Ταυρωπό ποταμό, κοντά στο Καρπενήσι. Το οροπέδιο της Βερλίγκας, στα 2.000 μέτρα, στο όρος Περιστέρι. Τμήμα της οροσειράς των Ευρυτανικών Αγράφων, κατηφορίζοντας από την κορυφή Ντελιδίμι. Οι δίδυμοι καταρράκτες της Σούδας στα Θεοδώριανα Τζουμέρκων- τους συναντάμε στο ελατόδασος, πριν βγούμε για τις κορυφές. Κρανίο αίγας στα οροπέδια του Λάκμου- παραδοσιακός τρόπος οριοθέτησης βοσκότοπων από Καλαρρυτινούς κτηνοτρόφους.Η τεχνητή λίμνη των πηγών του Αώου, βόρεια του Μετσόβου. Οι λίμνες (Μουτσάλια) στις Αρένες του Γράμμου. Καθαρίζοντας το αλώνι στο Η εξηντάμετρη, κρεμαστή γέφυρα της Γλίστρας στον Αχελώο. 
Αλέξης Γαγλίας / HuffPost Greece
Από το Blogger.