Γιώργος Χατζηπιερής: Πιστεύω σε μια απενεχοποίηση του παιδικού τραγουδιού
Ο Κύπριος Γιώργος Χατζηπιερής ασχολήθηκε εξαρχής και από πολύ νωρίς αποκλειστικά με το παιδικό τραγούδι και, χωρίς να εγκαταλείψει την χώρα του, με την διάσημη πλέον σειρά τραγουδιών του Τεμπέλη Δράκου απολύτως δικαιολογημένα κυριαρχεί εδώ και πολλά χρόνια σε αυτόν τον χώρο και στην Ελλάδα. Εφέτος κυκλοφόρησε για πρώτη φορά ένα χριστουγεννιάτικο κύκλο με τίτλο «Πατημασιές Στο Χιόνι», έξι θαυμάσια τραγούδια με ισάριθμους/ες, διαφορετικό/ή για καθένα, ερμηνευτές/ιες. Μου μίλησε για την επιδίωξη του να αποτελέσουν μιαν αφορμή για να επανακαθορίσουμε και εμείς οι ενήλικοι την σχέση μας με τις Εορτές και, ακόμα περισσότερο, την έννοια της παιδικότητας (μας).
Θυμάμαι τουλάχιστον ένα από αυτά τα τραγούδια από μια χριστουγεννιάτικη εκδήλωση του Ελληνικού Σχεδίου στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση πριν δύο χρόνια. Εκεί ξεκίνησε αυτή η ιδέα σου και την ολοκλήρωσες σιγά – σιγά στον εν λόγω κύκλο τραγουδιών ή προϋπήρχε και απλώς χρησιμοποίησες ένα ή περισσότερα τραγούδια της τότε;
Πράγματι έτσι είναι, πριν δύο χρόνια ο Δημήτρης Παπαδημητρίου και η Ραλλού Βογιατζή από το Ελληνικό Σχέδιο του πρώτου με προσκάλεσαν να γράψω τρία χριστουγεννιάτικα τραγούδια – κάλαντα μαζί με μερικούς άλλους νέους συνθέτες. Βρήκα την ιδέα εξαιρετική, μια ευκαιρία να ανασκαλίσουμε τις εμπειρίες, τις ιδέες και τις σκέψεις μας για τα Χριστούγεννα και να δώσουμε την δική μας οπτική για τα γεγονότα του Δωδεκαημέρου. Όταν πραγματοποιήθηκαν οι δύο συναυλίες συνέχισα την διαδικασία μέχρι που ολοκληρώθηκε αυτός ο κύκλος τραγουδιών.
Προσέγγισες διαφορετικά, από στιχουργικής και ακόμα περισσότερο από μουσικής πλευράς, αυτά τα τραγούδια από εκείνα της σειράς του Τεμπέλη Δράκου;
Στιχουργικά η θεματολογία είναι περιορισμένη στα γεγονότα του Δωδεκαημέρου και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα καθώς και σε κάθε τι νέο αλλά ανάλογο με αυτά που μπορεί να παράξει η φαντασία. Το μουσικό είναι το πιο δύσκολο μέρος διότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή ή κατεύθυνση αλλά οι μελωδίες πρέπει να έχουν κάτι το αρχετυπικό και να δημιουργούν «χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα». Η διαδικασία της γραφής των στίχων και της σύνθεσης της μουσικής είναι όμως η ίδια που ακολουθώ και στα τραγούδια του Τεμπέλη Δράκου. Ένα κυνηγητό με την «καλή στιγμή» που θα έρθει η έμπνευση ανεμπόδιστα ως ένωση του είναι με κάτι βαθύτερο το οποίο προϋπάρχει.
Τι σε έκανε να εμπιστευθείς τις ενορχηστρώσεις στους Μάριο Τακούσιη και Χρίστο Ανδρέου;
Ο Μάριος Τακούσιης είναι ο μόνιμος ενορχηστρωτής του Τεμπέλη Δράκου και είχε κάνει τις ενορχηστρώσεις των τριών τραγουδιών που παρουσιάστηκαν στη συναυλία της ΣΙΩ. Λόγω φόρτου εργασίας δεν είχε χρόνο να ενορχηστρώσει τα καινούρια τραγούδια οπότε με παρέπεμψε στον κουμπάρο του που ζει στην Αγγλία και «είναι εξαιρετικός μουσικός, πολύ καλό παιδί και μην ανησυχείς καθόλου, θα κάνει τη δουλειά σαν να ήμουν εγώ..». Το κύριο στοιχείο που έχουν αυτά τα παιδιά είναι ότι προτεραιότητα τους είναι να υπηρετήσουν το έργο του δημιουργού και όχι να κάνουν επίδειξη της γνώσης και δεξιοτεχνίας τους. Δέχονται εισηγήσεις, είναι δίπλα σου μέχρι το τέλος της παραγωγής, είναι φωτεινοί και θετικοί και περνώ πολύ καλά μαζί τους.
Πώς αλήθεια και απουσιάζει αυτή τη φορά ο Φοίβος Δεληβοριάς με τον οποίο έχετε μια τόσο καλή και σχεδόν μόνιμη συνεργασία; Δεν ήταν διαθέσιμος ή για κάποιον άλλο λόγο;
Μετά από δέκα πέντε χρόνια το ελεφαντάκι του Φοίβου μεγάλωσε και έγινε ένας τεράστιος ελέφαντας που ζυγίζει περισσότερους από τρεις τόνους! Ετσι ο Φοίβος τρέχει όλη την ημέρα στα βουνά και στα δάση για να φέρει χόρτα και φρέσκα κλαράκια για να τον ταϊσει και δεν προλαβαίνει…(γέλια) Με τον Φοίβο είμαστε πολύ καλοί φίλοι, μάλιστα πριν δύο μήνες ερμηνεύσαμε μαζί το «Το Δέντρο» σε συναυλία του στη Λευκωσία. Είναι διαθέσιμος όποτε τον καλώ να συμμετάσχει σε εργασίες μου και μεγάλη τιμή για τον Τεμπέλη Δράκο ότι ο Φοίβος – όπως και άλλοι/ες αξιόλογοι/ες ερμηνευτές/ιες - έρχεται αφιλοκερδώς και ερμηνεύει τα τραγούδια του. Ομως στο «Πατημασιές Στο Χιόνι», εκτός από το τραγούδι που ερμηνεύει ο Διονύσης Σαββόπουλος το οποίο προϋπήρχε, είχα μόνο δύο τραγούδια για αντρική φωνή και αμφότερα ήταν ήρεμα και λίγο μελαγχολικά και δεν ταίριαζαν με την δική του.
Αν ο Διονύσης Σαββόπουλος, ίσως και η Ελευθερία Αρβανιτάκη, δεν παραξενεύουν με την συμμετοχή τους, τους άλλοι δύο ερμηνευτές και τις άλλες δύο ερμηνεύτριες, για διαφορετικούς λόγους καθέναν/μία, δεν θα τους σκεφτόταν κανείς για δικό σου project. Τι σε έκανε να επιλέξεις καθέναν και καθεμία τους;
Το «Ο Βοσκός» είναι η ιστορία της Γέννησης όπως την βίωσε ένας βοσκός που ήταν παρών και μας την αφηγείται. Ο Απόστολος Ρίζος έχει φωνή αισθαντική και παράξενα μελωδική που ταίριαζε πολύ με αυτόν τον ρόλο. Για το ομότιτλο τραγούδι έψαχνα μια φωνή με rock καταβολές για να δώσει «ζωή» και ενδιαφέρον σε μια απλή και ήρεμη μελωδία, έτσι δαπάνησα πολλές ώρες στο να ακούω διάφορες φωνές στο youtube. Το «κλικ» με τον Μάρκο Κούμαρη έγινε όταν άκουσα το τραγούδι «Αστέρια Στη Σκηνή», συνειδητοποίησα ότι πίσω από τον frontman των Locomondo υπήρχε ένας άνθρωπος και μουσικός με πολλή τρυφερότητα και ευαισθησία. Δέχτηκε να το ερμηνεύσει με μεγάλο ενθουσιασμό και, με αυτή την αφορμή, νομίζω ότι απέκτησα έναν καλό φίλο. Για το «Τρεις Χιονονιφάδες» ήθελα μια νέα, φρέσκια φωνή. Ο Θωμάς Κοντογεώργης, - που διευθύνει την χορωδία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Αμαρουσίου η οποία συμμετέχει στο δίσκο - μου πρότεινε την Κορίνα Λεγάκη στης οποίας το σχήμα είναι πιανίστας. Την άκουσα και μου άρεσε πολύ η χροιά και ο παραμυθένιος «αέρας» που έχει στη φωνή της. Ερμήνευσε το τραγούδι άψογα ισορροπώντας σε μια λεπτή γραμμή «ξωτικής» ομορφιάς, μελωδικότητας και χιούμορ. Για το «Τα Φώτα» δεν θα μπορούσα να βρω πιο κατάλληλη ερμηνεύτρια από τη Σοφία Παπάζογλου. Έχει το λαϊκοπαραδοσιακό στοιχείο στο DNA της και λόγω της καταγωγής της (Ρόδος και Μικρά Ασία) μπορεί να εκφέρει το κυπριακό «τζιαί» με άνεση και ταίριαξε απόλυτα με την χορωδία.
Ποια από τα τραγούδια είναι προσωπικά το πιο αγαπημένο σου και γιατί;
Προσπαθείς να μου φορτώσεις την ευθύνη που έχει το κοινό; (γέλια) Έφτιαξα τα τραγούδια με την ίδια αγάπη, κέφι και μεράκι και τα αγάπησα εξίσου σαν παιδιά μου, το καθένα με διαφορετικό τρόπο βέβαια. Όταν τελείωσε η παραγωγή τους άνοιξα την πόρτα και τα έδιωξα για να πάνε μόνα τους να βρουν την τύχη τους. Από μακριά τα βλέπω και τα καμαρώνω αλλά πλέον δεν μου ανήκουν.
Και τι ελπίζεις να δώσουν στα παιδιά που θα τα ακούσουν και, υπό μιαν έννοια, είναι και αυτό το οποίο τους εύχεσαι για τη νέα χρονιά;
Δεν έγραψα αυτά τα τραγούδια αποκλειστικά για παιδιά, ούτε καν τα τραγούδια του Τεμπέλη Δράκου δεν απευθύνονται μόνο σε παιδιά αλλά και σε ενηλίκους που δεν θεωρούν την παιδικότητα αδυναμία. Είναι ένα φαινόμενο που κάποια στιγμή θα πρέπει να μας απασχολήσει, το πώς δηλαδή κάποια παιδικά τραγούδια σε συγκεκριμένες συνθήκες κατάφεραν να περάσουν στο «ενήλικο» κοινό και να του ξαναδώσουν τη χαμένη παιδικότητα του, να το κάνουν να χορέψει και να διασκεδάσει (τα παραδείγματα πολλά, «Νιάου Βρε Γατούλα» των Μάνου Χατζιδάκι – Αλέκου Σακελλάριου που έγινε πασίγνωστο με την ερμηνεία της Αλίκης Βουγιουκλάκη, «Octapus’s Garden» των Beatkes, «Ο Ταρζάν» σε μουσική αλλά και στίχους του Γιάννη Μαρκόπουλου που ερμήνευσε πρώτος ο Θέμης Ανδρεάδης κ. ά.). Και πώς, από την άλλη, όλα τα τραγούδια του Τεμπέλη Δράκου, αρκετά από τα οποία γράφτηκαν με προδιαγραφές «ενήλικων» τραγουδιών, χαρακτηρίζονται με μια μονοκοντυλιά «παιδικά» και δεν βρίσκουν χώρο σε ραδιοφωνικές εκπομπές και ούτε αναφέρονται ποτέ στα ΜΜΕ; Πιστεύω και ευελπιστώ σε μια «αποενοχοποίηση» του παιδικού τραγουδιού ή καλύτερα σε αποενοχοποίηση των ενηλίκων όταν ακούν παιδικά τραγούδια! Για τα συγκεκριμένα τραγούδια ελπίζω ότι θα λειτουργήσουν ως εναλλακτική πρόταση απέναντι στα καθιερωμένα των Χριστουγέννων και θα ωθήσουν και άλλους δημιουργούς να κάνουν το ίδιο. Ευχή μου όμως είναι, κόντρα στην ευτελή πληροφόρηση, την πρόσκαιρη λάμψη και τον βομβαρδισμό αχρείαστης πληροφόρησης, να συνεχίσουμε να έχουμε επαφή με την ουσία των πραγμάτων και των συναισθημάτων.
Εγώ θα το έθετα λίγο διαφορετικά, ότι το αίτημα τελικά είναι η αποενοχοποίηση των ενηλίκων ως προς το γεγονός ότι κάποτε ήταν παιδιά και, βαθιά μέσα τους, σε έναν βαθμό παραμένουν πάντα τέτοια. Οι ημέρες των Εορτών και τραγούδια σαν αυτά του Γιώργου Χατζηπιερή αποτελούν αντίστοιχα μια πολύ καλή αφορμή και ένα εξίσου καλό μέσο – ή και αντίστροφα! – για αυτό...