Τροπάριο για έναν "εχθρό" που ήταν φίλος
Το τζάκι καίει, έξω βρέχει, από το παράθυρό μου η θάλασσα έγινε μολυβένιο λιβάδι κι εγώ διαβάζω στο Facebook κείμενα αγάπης για το τέλος του Θάνου Μικρούτσικου. Αισθάνομαι την ανάγκη να πω κι εγώ δύο λόγια, όχι όμως όπως τα συνήθη, για αυτό και συγχωρήστε μου την τόλμη. Εκ των προτέρων.
Με τον Θάνο Μικρούτσικο δεν υπήρξαμε ποτέ φίλοι. Αντίθετα, νομίζω ότι μεταξύ μας υπήρξε πάντα μία αντιπάθεια αμοιβαία. Παρά τους πολλούς, κοινούς γνωστούς που είχαμε όπως για παράδειγμα την Άννα Μιχαλιτσιάνου, τον Γιώργο Λαζόγκα ή τη Σοφία Ταράντου, την Κατερίνα Δελλαπόρτα αλλά και τα πολλά, κοινά ενδιαφέροντα. Τού έγραψα πολύ σκληρά κείμενα στο περιοδικό ”αντί” και για τις ”μικρούτσικες” δηλώσεις που έκανε μετά τη Χούντα για την μη στράτευσή του και για την προσχώρησή του στο ΠΑΣΟΚ από το ΕΚΚΕ και για τη θητεία του στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αντίπαλο δέος της Μελίνας μετά από προτροπή του Ανδρέα Παπανδρέου και για τις μετακινήσεις του από το ΚΚΕ στον ΣΥΡΙΖΑ και τούμπαλιν. Είναι φαίνεται που όσοι προσεγγίζουν την εξουσία, αντέχουν μόνον υμνωδούς δίπλα τους κι εγώ πάλι σιχαίνομαι τους λιβανωτούς. Και τους συγχρωτισμούς. Όμως οφείλω να παραδεχτώ πως ο Μικρούτσικος προσπάθησε να συνδυάσει το πλατωνικό ιδεώδες του διανοούμενου, φιλόσοφου, καλλιτέχνη με τον δρώντα πολιτικό που δεν συναλλάσσεται με σύστημα. Αν τα κατάφερε, προφανώς, δεν είναι της παρούσης. Το Δίκτυο Πόλεων που συνέστησε ως υπουργός επιδιώκοντας πολιτιστική αποκέντρωση, είχε ασφαλώς περιορισμένη, έστω, επιτυχία. Η Καλαμάτα του χορού και των εικαστικών είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Βοηθούντος προφανώς και του Μπένου, δημάρχου τότε και έπειτα διαδόχου του Θάνου στο ΥΠΠΟ.
Όπως οφείλω να ομολογήσω πως εγκαίρως ο Μικρούτσικος πήρε αποστάσεις και από τον Αλέξη και από την παρέα του παρά το αρχικό, έντονο, πολιτικό φλερτ.
Όλα αυτά τα έχω σχολιάσει πολύ δηκτικά, όπως είναι το προσωπικό μου στιλ, από τότε. Όμως επίσης παραδεχόμουν πάντα ότι ο Μικρούτσικος δεν με κυνήγησε πότε ως υπουργός Πολιτισμού - παρότι ήμουν υφιστάμενος του - όπως το έπραξε κατ′ επανάληψη ο εμπαθέστατος Ευάγγελος Βενιζέλος. Ούτε με εμπόδισε να συνεργαστώ με το φεστιβάλ Πάτρας ή τη Δημοτική Πινακοθήκη της αχαϊκής πρωτεύουσας στον καιρό της παντοδυναμίας του. Το αντίθετο μάλιστα.
Επιπλέον, η διαφωνία μου μαζί του δεν ήταν μόνο πολιτική αλλά και καλλιτεχνική. Σε σύγκριση με τον Μάνο και τον Μίκη, με τον Σταύρο και τον Γιάννη (Μαρκόπουλο), με τον Μάνο (Λοΐζο) και τον Διονύση, κατελόγιζα στον Μικρούτσικο μουσική μονομέρεια και επανάληψη. Έλλειψη δημιουργικής φαντασίας.
Από την άλλη πάλι είναι αυτός που με μύησε και στον Μαγιακόφσκι και στον Βολφ Μπήρμαν. Στον Μπρεχτ και τον Χικμέτ. Τού οφείλω επίσης την ”Καντάτα για τη Μακρόνησο” που σημάδεψε τη νεότητα μου αλλά και το ότι ανέδειξε τον παιδικό μου φίλο και συμμαθητή Σάκη Μπουλά σε αληθινό, λυρικό ερμηνευτή (Άλλο αν ο Σάκης αργότερα διάλεξε δρόμους κατώτερους του).
Νομίζω πάντως ότι το κορυφαίο έργο του Μικρούτσικου - αλλά και τρόπον τινά ο συμβολικός του επιτάφιος - υπήρξε αναμφίβολα ”Ο Σταυρός του Νότου”, σειρά τραγουδιών τα οποία ανακύκλωνε συναυλιακά επί, σχεδόν, 30 χρόνια. Πρέπει εδώ να παραδεχτώ πως με το έργο αυτό έκανε ευρύ, λαϊκό κτήμα έναν δύσκολο και πολύ ιδιαίτερο ποιητή, τον οποίο κάποιοι αντιμετώπιζαν ως τότε, σχεδόν, σαν ναυτικό φολκλόρ. Εννοώ προφανώς τον Νίκο Καββαδία και μάλιστα ο Μικρούτσικος τον ανέδειξε με τρόπους μουσικά ισότιμους ως προς τους ανάλογους Σεφέρη, Ρίτσο και Ελύτη του Μίκη Θεοδωράκη. Αυτό ήταν και είναι η πιο μεγάλη του προσφορά στον τόπο και την σύγχρονη κουλτούρα μας. Το ότι δηλαδή η κρυπτική και δύσκολη ποίηση ενός ιδιαίτερου κι όχι εύκολου ποιητή - μετρήστε π.χ τις άγνωστες λέξεις που έχετε σε κάθε στροφή του - τραγουδιέται με ζέση από τα χείλη ακόμη και του πιο αδαούς ή ανυποψίαστου:
″Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,
δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια,
είναι παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε, με το πρώτο”
Αυτό και μόνο το επίτευγμα τον απαλλάσσει από κάθε άλλο παράπτωμα λόγω, έργω ή διανοία όπως ψάλλει και η νεκρώσιμη ακολουθία μας... Εν ολίγοις θεωρώ τον ”Σταυρό του Νότου” εφάμιλλο έργο των τριών Ανθολογιών του Γιάννη Σπανού και ”Των Λιανοτράγουδων της Πικρής Πατρίδας” του Μίκη. Αλλά και του ”Μεγάλου Ερωτικού” του Μάνου. (Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Μάνος υπήρξε ιδιότυπα φίλος μου και εχθρός μου για λίγο)!
Τέλος, σε εντελώς προσωπικό επίπεδο, διαβάζω ξανά και ξανά, με συγκίνηση και θαυμασμό, το τελευταίο του κείμενο, λίγο πριν το τέλος, με το οποίο εμψύχωνε και τους οικείους του και όλους εμάς, τους υπόλοιπους. Επίκουρος και Σοπενάουερ. Εναντίον του θανάτου και υπέρ της ζωής. Ένα κείμενο νίκης.
ΥΓ. Στο τζάκι τριζοβολάει το τελευταίο κούτσουρο, έξω το γκρίζο σύννεφο μεγαλώνει κι εγώ ακούω την Καντάτα και τον Σταυρό. Τελικά, Θάνο Μικρούτσικε, ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι; Θα το μάθουμε κάποτε;
Καλή αντάμωση και... Συγγνώμη.