«Υπερβολική δύναμη»: Τα «μεγάλα αφεντικά» των εταιρειών τεχνολογίας απέναντι στο Κογκρέσο των ΗΠΑ
Με επιχειρήματα περί υποστήριξης και τόνωσης της καινοτομίας απάντησαν στις κατηγορίες περί κατάχρησης ισχύος από πλευράς των εταιρειών τους οι επικεφαλής τεσσάρων εκ των μεγαλύτερων κολοσσών τεχνολογίας των ΗΠΑ (και του κόσμου γενικότερα) κατά την πολυαναμενόμενη ακρόαση την Τετάρτη στο Κογκρέσο, σε μια αντιπαράθεση με έντονο πολιτικό πρόσημο, εν όψει και των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Αντικείμενο της ακρόασης ήταν οι πρακτικές των τεχνολογικών κολοσσών και η πιθανή κατάχρηση της δύναμης που έχουν στα χέρια τους, καθώς και της κυρίαρχης θέσης τους στην αγορά, δίνοντας μια εικόνα σχετικά με τις προσπάθειες των Αμερικανών πολιτικών για να «χαλιναγωγηθούν» οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας - η αποκαλούμενη «Big Tech».
Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ του Facebook, ο Τζεφ Μπέζος της Amazon, o Σούνταρ Πιτσάι της Google (Alphabet) και ο Τιμ Κουκ της Apple αντιπροσωπεύουν, και οι τέσσερις μαζί, ένα γιγαντιαίο κομμάτι της «πίτας» της αμερικανικής οικονομίας, ύψους περίπου τριών τρισ. δολαρίων- και εμφανίστηκαν ενώπιον της αρμόδιας για θέματα αντιτράστ και ανταγωνισμού επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ο Ντέιβιντ Σισιλίνι, Δημοκρατικός της Βουλής των Αντιπροσώπων και πρόεδρος της επιτροπής για θέματα ανταγωνισμού/ antitrust, καταφέρθηκε εναντίον των τεσσάρων εταιρειών, λέγοντας κατά τις εναρκτήριες δηλώσεις πως «έχουν υπερβολική δύναμη...ενώ αυτές οι κυρίαρχες εταιρείες μπορεί ακόμα να παράγουν κάποια καινοτόμα προϊόντα, η κυριαρχία τους σκοτώνει τις μικρές επιχειρήσεις, τον κατασκευαστικό τομέα και τον συνολικό δυναμισμό που αποτελούν τις κινητήριες δυνάμεις της αμερικανικής οικονομίας». Επίσης, εκτίμησε πως, μετά την πανδημία, είναι πολύ πιθανό να αναδειχθούν ακόμα ισχυρότερες από ό,τι ήταν πριν- ενώ κατηγόρησε τη Google πως «κλέβει περιεχόμενο από έντιμες επιχειρήσεις» και ότι «έκλεψε» reviews από την Yelp, προσθέτοντας πως απείλησε να αφαιρέσει την εταιρεία από τα αποτελέσματα αναζητήσεων εάν έφερνε αντίρρηση.
Ο Ρεπουμπλικανός Τζιμ Τζόρνταν κατηγόρησε τις εταιρείες για μια μακρά σειρά ενεργειών για τις οποίες, όπως είπε, δείχνουν πως προσπαθούσαν να εμποδίσουν τους συντηρητικούς να έρθουν σε επαφή με τους υποστηρικτές τους. «Η Big Tech κυνηγά τους συντηρητικούς» είπε σχετικά. Ο Ματ Γκετζ των Ρεπουμπλικανών κατηγόρησε επίσης τη Google πως συνεργάζεται με κινεζικά πανεπιστήμια που παίρνουν εκατομμύρια δολάρια από τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις.
Κατά τις εναρκτήριες δηλώσεις του, ο Τζεφ Μπέζος τόνισε πως ήταν το επιχειρηματικό κλίμα των ΗΠΑ που έκανε την επιτυχία της Amazon δυνατή, υπογραμμίζοντας πως η εμπιστοσύνη των πελατών επέτρεψε στην εταιρεία να δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ από κάθε άλλη εταιρεία μέσα στην προηγούμενη δεκαετία.
Όταν του ζητήθηκε να απαντήσει με «ναι» ή «όχι» εάν η εταιρεία του είχε χρησιμοποιήσει δεδομένα πωλητών για να λάβει επιχειρηματικές αποφάσεις (με αφορμή αναφορές πως η Amazon είχε χρησιμοποιήσει δεδομένα από επιχειρήσεις που πωλούσαν προϊόντα μέσω του site της για να σχεδιάσει και κοστολογήσει δικά της ανταγωνιστικά αγαθά), απάντησε πως δεν μπορούσε να δώσει απάντηση με τόσο απλούς όρους. «Αυτό που μπορώ να σας πω είναι πως έχουμε μια πολιτική κατά της χρήσης δεδομένων συγκεκριμένων πωλητών προς βοήθεια του δικού μας private label business, μα δεν μπορώ να σας εγγυηθώ πως αυτή η πολιτική δεν έχει ποτέ παραβιαστεί» είπε σχετικά.
Ο Σούνταρ Πιτσάι υποστήριξε πως οι καινοτομίες της εταιρείας του, ειδικά όσον αφορά στο Android, έχουν αποφέρει ευρύτατα οφέλη στο κοινό, επιτρέποντας σε δισεκατομμύρια καταναλωτές να χρησιμοποιούν προηγμένα τηλέφωνα χαμηλού κόστους. Απαντώντας στις κατηγορίες περί συνεργασίας με τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις, είπε πως αυτό είναι εντελώς ψευδές και πως «αυτό που κάνουμε στην Κίνα, συγκριτικά με τους ομολόγους μας, είναι πολύ περιορισμένο...η δουλειά μας πάνω στην τεχνητή νοημοσύνη περιορίζεται σε μια χούφτα ανθρώπων που δουλεύουν πάνω σε open source προγράμματα».
Απαντώντας στα περί κλοπής, διαβεβαίωσε πως «τηρούμε τα υψηλότερα στάνταρ για τους εαυτούς μας» και αρνήθηκε πως η εταιρεία κλέβει περιεχόμενο για να εμπλουτίζει τη μηχανή αναζήτησής της και να κρατά τους χρήστες στις υπηρεσίες της. Ερωτηθείς για το αν περισσότερα δεδομένα σημαίνουν περισσότερα χρήματα για το Google, απάντησε πως αυτό είναι αναληθές και ότι «τα περισσότερα δεδομένα που συλλέγουμε σήμερα είναι για να βοηθήσουν τους χρήστες και να παρέχουμε προσωποποιημένες εμπειρίες». Όσον αφορά στα περί μεροληπτικής στάσης των εταιρειών τεχνολογίας σε βάρος των συντηρητικών, απάντησε πως η εταιρεία δεν προβαίνει σε δραστηριότητες για να επηρεάσει πολιτικά τα πράγματα, προς τη μία κατεύθυνση ή την άλλη. Επίσης, ερωτηθείς σχετικά, δεσμεύτηκε πως η Google δεν πρόκειται να καταπνίξει φωνές συντηρητικών και θα συνεχίσει να τηρεί ουδέτερη στάση.
Από πλευράς του ο Τιμ Κουκ υπερασπίστηκε τη στάση της εταιρείας του στο App Store, τονίζοντας πως για τη συντριπτική πλειονότητα των εφαρμογών στο online κατάστημα οι developers κρατούν το 100% των χρημάτων. «Οι μόνες εφαρμογές που υπάγονται σε χρέωση είναι αυτές όπου ο developer αποκτά έναν πελάτη σε συσκευή της Apple και όπου τα χαρακτηριστικά ή οι υπηρεσίες βιώνονται και καταναλώνονται σε συσκευή Apple». Επίσης, ο Κουκ υπέδειξε πως η εξαιρετικά ανταγωνιστική αγορά των smartphones περιλαμβάνει την κινεζική Huawei, η οποία αποτελεί σημαντικό προβληματισμό της αμερικανικής κυβέρνησης ως προς θέματα εθνικής ασφαλείας.
Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ προειδοποίησε πως εάν το αμερικανικό τεχνολογικό μοντέλο δεν επικρατήσει, θα το κάνει κάποιο άλλο: «Το Facebook έχει ένα σετ βασικών αρχών, το να δίνει στους ανθρώπους φωνή και οικονομικές ευκαιρίες, να τους κρατά ασφαλείς τηρώντας δημοκρατικές παραδόσεις όπως η ελευθερία έκφρασης και ψήφου και να επιτρέπει μια ανοιχτή και ανταγωνιστική αγορά. Αυτές είναι θεμελιώδεις αξίες για τους περισσότερους από εμάς, μα όχι για τους περισσότερους στον κόσμο...και καθώς ο διεθνής ανταγωνισμός αυξάνεται, δεν υπάρχει εγγύηση πως οι αξίες μας θα επικρατήσουν». Αναφερόμενος στην Κίνα, είπε πως κατασκευάζει τη δική της έκδοση του Ίντερνετ, η οποία εστιάζει σε πολύ διαφορετικές ιδέες, και εξάγει αυτό το όραμα σε άλλες χώρες.
Ερωτηθείς για την εξαγορά του Instagram το 2012 και αν αυτή έγινε επειδή αποτελούσε απειλή, απάντησε πως η συμφωνία είχε εξεταστεί από τη Federal Trade Commission και ότι το Instagram τότε ήταν μια μικρή εφαρμογή διαμοιρασμού φωτογραφιών και όχι φαινόμενο των social media. «Ο κόσμος δεν θεωρούσε ότι μας ανταγωνίζονταν» είπε σχετικά.
Απειλές Τραμπ
Εν όψει της ακρόασης, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, που έχει συγκρουστεί επανειλημμένα με κάποιες από τις μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας, απείλησε να αναλάβει δράση σε βάρος τους. «Εάν το Κογκρέσο δεν επιβάλει δικαιοσύνη στη Big Tech, κάτι που θα έπρεπε να είχε γίνει χρόνια πριν, θα το κάνω ο ίδιος με εκτελεστικά διατάγματα» δήλωσε ο ίδιος μέσω Twitter.
If Congress doesn’t bring fairness to Big Tech, which they should have done years ago, I will do it myself with Executive Orders. In Washington, it has been ALL TALK and NO ACTION for years, and the people of our Country are sick and tired of it!
— Donald J. Trump (@realDonaldTrump) July 29, 2020
Ο Τραμπ δεν έχει αποσαφηνίσει τι θα περιελάμβαναν αυτά τα διατάγματα, αλλά στο παρελθόν είχε εκφράσει πολλές φορές την ενόχληση και δυσαρέσκειά του για τις εταιρείες τεχνολογίας, όπως το Facebook και το Twitter, για διάφορα θέματα- όπως η αντιμετώπιση αναρτήσεών του για τον κορονοϊό. Επίσης, έχει αντιπαρατεθεί και με τη Washington Post, η οποία ανήκει στον Μπέζος. Υπενθυμίζεται επίσης πως το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει ζητήσει από το Κογκρέσο να καταργήσει το καθεστώς νομικής προστασίας για online πλατφόρμες όπως το Facebook, το Google και το Twitter σχετικά με το περιεχόμενο που αναρτάται σε αυτές.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι του Facebook και της Apple είχαν υποδείξει πως σχεδιάζουν να χρησιμοποιήσουν το φάσμα του ανταγωνισμού από την Κίνα ως μέσον αντίστασης στους κοινοβουλευτικούς που επιδιώκουν να τους ασκηθεί μεγαλύτερος έλεγχος.
Ο Σισιλίνι είχε αναλάβει να εξετάσει ισχυρισμούς από επικριτές των κολοσσών της τεχνολογίας πως οι εταιρείες αυτές πλήττουν τους ανταγωνιστές και τους καταναλωτές με τις επιχειρηματικές πρακτικές τους και τη φαινομενικά ακόρεστη «δίψα» τους για δεδομένα.
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, η ακρόαση αυτή είναι η πρώτη φορά που οι τέσσερις CEO εμφανίστηκαν μαζί ενώπιον κοινοβουλευτικών- και η πρώτη φορά που ο Μπέζος εμφανίστηκε ενώπιον του Κογκρέσου (ο ίδιος είχε αρνηθεί αρχικά να προσέλθει, εκτός και αν αυτό γινόταν μαζί με τους άλλους διευθύνοντες συμβούλους). Όπως σημειώνει το Reuters, αποτέλεσε και μια νέα δοκιμασία ως προς τη δυνατότητα των Αμερικανών πολιτικών να κατανοούν και να διαχειρίζονται το θέμα του τρόπου λειτουργίας της «Big Tech», δεδομένου ότι σε προηγούμενες ακροάσεις είχε φανεί πως πολλοί πολιτικοί της Ουάσινγκτον είχαν περιορισμένες γνώσεις σχετικά με τον τρόπο που λειτουργούν το Ίντερνετ και ο κόσμος της τεχνολογίας.
Άλλο ένα φλέγον θέμα στο τοπίο είναι και το θέμα της λογοκρισίας περιεχομένου- το οποίο «καίει» τους Ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι έχουν επανειλημμένα υποστηρίξει πως οι εταιρείες της «Big Tech» καταπνίγουν τις συντηρητικές φωνές. Επίσης, στο ευρύτερο πλαίσιο, αξίζει να υπενθυμιστεί πως το Facebook και το Twitter είχαν βρεθεί πρόσφατα στο επίκεντρο της δημοσιότητας όσον αφορά στη στάση τους απέναντι στη θεωρούμενη ρητορική μίσους, με αφορμή τις ταραχές μετά τον θάνατο του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ: Το Twitter είχε κατεβάσει αναρτήσεις του Τραμπ για αυτόν τον λόγο, ωστόσο το Facebook είχε αρνηθεί να το κάνει, με τον Ζάκερμπεργκ να τονίζει πως η εταιρεία σκοπεύει να επιτρέπει όσο το δυνατόν περισσότερο ελεύθερη έκφραση γίνεται, αρκεί να μην προκαλεί άμεσο κίνδυνο.
Όσον αφορά στη Google, βρέθηκε στο στόχαστρο ευρωπαϊκών αρχών για αυτό που εκλαμβάνεται ως χρήση της μηχανής αναζήτησής της για να αποκτήσει αθέμιτο πλεονέκτημα στον χώρο του e-commerce- κάτι που επέφερε πρόστιμο 2,7 δισ. δολαρίων, με την αμερικανική εταιρεία να ασκεί έφεση. Επίσης, η Apple διερευνάται από την ΕΕ σχετικά με χρεώσεις στο App Store και τεχνικούς περιορισμούς που φέρονται να απέκλειαν ανταγωνιστές στο Apple Pay.
(με πληροφορίες από Reuters, Associated Press, BBC)