Header Ads

Οι Έλληνες πληρώνουν αναλογικά τα περισσότερα για τη στέγαση τους

Η αδυναμία των ελληνικών νοικοκυριών να ανταποκριθούν εγκαίρως στις πληρωμές, φέρνει και πάλι την χώρα μας στην χειρότερη θέση στην ΕΕ και η  κατάσταση δεν θα βελτιωθεί αν το εισόδημα παραμείνει καθηλωμένο.

Οι δαπάνες στέγασης, το ποσό δηλαδή που ξοδεύουμε κάθε μήνα για το στεγαστικό μας δάνειο, το ενοίκιο, τους λογαριασμούς ύδρευσης, ρεύματος, θέρμανσης, τηλεφωνίας και κοινοχρήστων, και το πόσα χρήματα μένουν τελικά διαθέσιμα από το μηνιαίο εισόδημά μας για τρόφιμα, διασκέδαση, ταξίδια, προσωπικά έξοδα, αποταμίευση και τις άλλες ανάγκες μας, δημιουργούν μια όλο και πιο δύσκολη εξίσωση για τα περισσότερα νοικοκυριά.

Όταν παίρνουμε «χαρτί και μολύβι» για να υπολογίσουμε τί πρέπει να πληρώσουμε κάθε μήνα, οι δαπάνες στέγασης είναι πρώτες στην λίστα, ως «ανελαστικές», και γι’ αυτό ο λόγος «δαπάνες στέγασης προς διαθέσιμο εισόδημα» καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το βιοτικό μας επίπεδο.

Για αυτό το λόγο το θέμα των δαπανών στέγασης ήταν και θα είναι πάντα στις πρώτες προτεραιότητες και οι συγκρίσεις της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα μας με τις υπόλοιπες χώρες στην Ευρώπη αποκτούν ενδιαφέρον και αναδεικνύουν πόσο προσιτή είναι τελικά η στέγαση στην χώρα μας.

Αυτό κάνει, εκτός των άλλων, η τελευταία έρευνα της Eurostat «Στέγαση στην Ευρώπη», αποτυπώνοντας από το 2010 έως το 2019 την επίδραση των δαπανών στέγασης στο εισόδημα των νοικοκυριών και πόσα χρήματα μένουν διαθέσιμα για άλλες ανάγκες.

Σύμφωνα με την έρευνα της Eurostat, το 2019 η χώρα μας κατατάσσεται στην χειρότερη θέση στην ΕΕ σε ό,τι σχετίζεται με τις δαπάνες στέγασης και το ποσοστό που απορροφούν από το διαθέσιμο εισόδημα, καθώς:

  • Σχεδόν 4 στα 10 ευρώ από το διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών δαπανήθηκαν για στέγαση.

  • 4 στα 10 νοικοκυριά χρειάζονται περισσότερο από το 40% του εισοδήματος τους για στέγαση.

  • 4 στα 10 νοικοκυριά καθυστερούν τις πληρωμές των στεγαστικών δανείων, των ενοικίων και των λογαριασμών που συνδέονται με την στέγαση.

Από την έρευνα της Eurostat προκύπτει ότι το 2019 στην ΕΕ, κατά μέσο όρο, το 20% (2 στα 10 ευρώ) του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών δαπανήθηκε για δαπάνες στέγασης.

Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό ήταν σχεδόν διπλάσιο 38,9% (σχεδόν 4 στα 10 ευρώ).

Η εικόνα διαφέρει πολύ μεταξύ των κρατών μελών, με το υψηλότερο ποσοστό, να σημειώνεται στην Ελλάδα (38,9%), αφήνοντας πολύ πίσω, πλούσιες χώρες όπως την Δανία (27,1%), την Γερμανία (25,9%), την Ολλανδία (23,4%), την Σουηδία (22,2%) και τη Γαλλία (17,6%).  

.

 

Την τελευταία δεκαετία, το ποσοστό των δαπανών στέγασης στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυρών στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά καθώς το 2011 οι δαπάνες στέγασης ήταν στο 32,3% ενώ το 2019 ανήλθε σε 38,9%.

Η αύξηση της συμμετοχής των δαπανών στέγασης στο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών εξηγείται από την οικονομική κρίση και την μείωση που προκάλεσε στο διαθέσιμο εισόδημα, σε ποσοστό μεγαλύτερο από 25% από το 2010.

Για παράδειγμα, πριν την οικονομική κρίση σε νοικοκυριό με μηνιαίο εισόδημα 2.000 ευρώ και δαπάνες στέγασης 600 ευρώ, το ποσοστό των δαπανών αυτών απορροφούσε το 30% του εισοδήματος.

Με μείωση 25% στο εισόδημα, δηλαδή πτώση στα 1.500 ευρώ και σταθερές τις δαπάνες στέγασης, το ποσοστό των δαπανών αυτών διαμορφώνεται πλέον το 40% του εισοδήματος.

Ένα ακόμη στοιχείο που αναδεικνύει πόσο έχει επιδράσει η οικονομική κρίση στο λόγο «δαπάνες στέγασης προς διαθέσιμο εισόδημα», είναι και το γεγονός ότι 4 στα 10 νοικοκυριά (ποσοστό 40,7%) δαπανούν περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός για στέγαση.

Στην δεύτερη θέση πίσω από την Ελλάδα βρίσκεται η Δανία με 21,1%, στην τρίτη χειρότερη θέση η Γερμανία με 16,2%, ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 11,8%.

Σύμφωνα με την έρευνα της Eurostat, στην Ελλάδα, στην πιο δύσκολη θέση βρίσκονται νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το 60% του μέσου εισοδήματος (όσοι δηλαδή βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο φτώχειας).

Για τα νοικοκυριά αυτά το ποσοστό από το διαθέσιμο εισόδημα που δαπανάται για στέγαση διαμορφώνεται στο 68,7% κατατάσσοντας την χώρα μας στην πρώτη θέση στην ΕΕ, με τον μέσο κοινοτικό όρο να είναι 39,3%.

Αυξάνονται τα νοικοκυριά που καθυστερούν να πληρώσουν

Το 2010 στην Ελλάδα, 3 στα 10 νοικοκυριά καθυστερούσαν να πληρώσουν τα στεγαστικά δάνεια, τα ενοίκια και τους λογαριασμούς για θέρμανση, ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση, τηλέφωνο κτλ.

Μέχρι το 2019, η κατάσταση αυτή άλλαξε προς το χειρότερο, καθώς ο λόγος έγινε 4 στα 10 νοικοκυριά.

Στην Ελλάδα σημειώθηκε αύξηση των νοικοκυριών που καθυστερούν να πληρώσουν, ενώ ο μέσος όρο στην ΕΕ σημείωσε πτώση.

Συγκεκριμένα το 2019 ο μέσος όρος στην ΕΕ, στα νοικοκυριά που καθυστερούν να πληρώσουν διαμορφώθηκε σε 8,2% (λιγότερο από 1 στα 10 νοικοκυριά) από 12,4% που ήταν το 2010.

Στην Ελλάδα το 2019 το αντίστοιχο ποσοστό είναι σχεδόν πενταπλάσιο, 41,4% (4 στα 10 νοικοκυριά) ενώ το 2010 ήταν 30,9% (3 στα 10 νοικοκυριά).

Η αδυναμία των ελληνικών νοικοκυριών να ανταποκριθούν εγκαίρως στις πληρωμές, φέρνει και πάλι την χώρα μας στην χειρότερη θέση στην ΕΕ και με μεγάλη διαφορά από τις υπόλοιπες χώρες. Ενδεικτικά στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και στην Γαλλία, το 2019, τα νοικοκυριά που δυσκολεύονται με τις δαπάνες στέγασης είναι λιγότερα από 1 στα 10.  

.

Μάλιστα, η κατάσταση για τα νοικοκυριά θα ήταν ακόμα χειρότερη, εάν οι τιμές των κατοικιών και των ενοικίων (που διαμορφώνουν κατά πολύ τις δαπάνες στέγασης) στη χώρα μας ακολουθούσαν την ανοδική πορεία που σημειώθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη (κατά μέσο όρο +19% στις τιμές κατοικίας και +13% στις τιμές ενοικίων) την περίοδο 2010-2019. Στην χώρα μας την ίδια περίοδο οι τιμές των κατοικιών και των ενοικίων υποχώρησαν, μεσοσταθμικά, κατά 25%.

Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι τα νοικοκυριά στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν μεγάλη πίεση από τις δαπάνες στέγασης. Από τη μια η οικονομική κρίση και από την άλλη η πανδημία του Covid 19 δημιουργούν ένα εκρηκτικό συνδυασμό.

Παρά τα οικονομικά μέτρα που έχουν ληφθεί για τον μετριασμό των συνεπειών από το lockdown, τα στοιχεία δείχνουν ότι η κατάσταση δεν θα βελτιωθεί αν το εισόδημα παραμείνει καθηλωμένο.

Η συνέχεια εδώ
Από το Blogger.