Μιχάλης Κρασάκης: Από την Κρήτη στην Κολωνία με το πάθος του συλλέκτη και του Έλληνα
«Όταν ένας φιλότεχνος συλλέγει με κριτήρια που του υπαγορεύουν τρίτοι, είτε αυτοί είναι σύμβουλοι, είτε μάνατζερ είτε έμποροι, παύει τότε να είναι συλλέκτης.
Συλλέκτης είναι κάποιος που διψά για μάθηση, που αναζητά λεπτομέρειες γύρω από το έργο, γύρω από τη ζωή του δημιουργού του έργου, του ανθρώπου που το εμπνεύστηκε, που το φιλοτέχνησε, ενημερώνεται για την εποχή του καλλιτέχνη, για τις σπουδές του, την πορεία του. Με λίγα λόγια για κάθε τι που αφορά το αντικείμενο του πόθου του...»
Ο συλλέκτης και δημοσιογράφος Μιχάλης Κρασάκης μιλά στη HuffPost με αφορμή την έκθεση «Η Ελλάδα μετά την Επανάσταση - Καλλιτεχνικοί Θησαυροί από τη Συλλογή Κρασάκη» που εγκαινιάζεται στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Τα 167 εκθέματα -σπάνια έργα ζωγραφικής και γλυπτικής, υδατογραφίες και σχέδια, χρηστικά αντικείμενα, ρολόγια και φορεσιές, όπλα και εκδόσεις- προέρχονται από τα συνολικά 1.500 αντικείμενα της Συλλογής Τίνας και Μιχάλη Κρασάκη, η οποία έχει την έδρα της στην Κολωνία της Γερμανίας και παρουσιάζεται δημοσίως για πρώτη φορά στις πέντε και πλέον δεκαετίες από τη σύστασή της, στο πλαίσιο της επετείου για τα200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης.
Πίνακες ζωγραφικής με υπογραφές όπως των Ιβάν Αϊβαζόφσκι, Βασίλι Πολένοφ, Πέτερ φον Ες και Χανς Κρίστιαν Χάνσεν, του Νικηφόρου Λύτρα, του Θεόδωρου Ράλλη και του Θεόδωρου Βρυζάκη, το μοναδικό γνωστό μπρούτζινο γλυπτό, του γιου του Γύζη, Τηλέμαχου και οι πρωτότυπες υδατογραφίες του ζωγράφου Λούντβιχ Κόλνμπεργκερ του 1834, οι μόνες -παγκοσμίως- που βρίσκονται σε ιδιωτικά χέρια, γίνονται οδηγοί σε ένα ταξίδι που ξεκινά από την Ελλάδα της Παλιγγενεσίας και του Φιλελληνισμού. Συνεχίζεται στα χρόνια του αγώνα και της ανεξαρτησίας, «παρακολουθεί» τον σκλαβωμένο από τους Οθωμανούς ελληνικό λαό μέσα από το πρίσμα των περιηγητών κι από το βλέμμα των εικαστικών για να φτάσει στα απτά κεντήματα και τα περίτεχνα κοσμήματα, τις ασημένιες πόρπες και τα σφυρήλατα όπλα και να καταλήξει στις πολύτιμες εκδόσεις από κάθε γωνιά της Ευρώπης.
Ο κ. Κρασάκης ξετυλίγει το νήμα από το καλοκαίρι του 1970 όταν αποφάσισε να φύγει από τη γενέτειρα του Κρήτη για τη Γερμανία, αναφέρεται στη Deutsche Welle που ήρθε για να μείνει στη ζωή του 25 ολόκληρα χρόνια, θυμάται την πρώτη βόλτα σε ένα υπαίθριο παζάρι αντικών, μιλά για το αγαπημένο έργο του, τον «Μαέστρο» του Τηλέμαχου Γύζη, για τη συλλογή έργων τέχνης ως επένδυση, ενώ δεσμεύεται να απαντήσει «ευχαρίστως κάποια άλλη φορά», στην ερώτηση για την πιο σκληρή δημοπρασία που θυμάται, σχολιάζοντας με νόημα: «Εάν σας διηγηθώ το περιστατικό, θα χρειαστούμε… δέκα χιλιάδες λέξεις!».
-Κύριε Κρασάκη, ποιό είναι το πρώτο πρώτο έργο της Συλλογής; Ο θεμέλιος λίθος; Πότε και πώς το αποκτήσατε; Και πριν απ’ όλα, τι πυροδότησε το πάθος του συλλέκτη; Ποιό γεγονός, ποιά εσωτερική ανάγκη, σας οδήγησαν πέντε δεκαετίες πριν στη δημιουργία της;
Το καλοκαίρι του 1970 τελείωσα το γυμνάσιο, όπως ονομαζόταν τότε το λύκειο. Ενώ όλοι οι συμμαθητές μου ετοιμαζόταν να δώσουν εξετάσεις για το πανεπιστήμιο, εγώ ετοίμαζα τις βαλίτσες μου για τη Γερμανία. Είχα ξαναπάει εκεί, τα δύο προηγούμενα καλοκαίρια, να επισκεφθώ τη μεγαλύτερη αδελφή μου που σπούδαζε στη Κολωνία ιατρική, και μου άρεσε η πόλη αυτή, ο τρόπος ζωής, η ελευθερία του κόσμου. Έτσι, πριν κλείσω τα δεκαοκτώ μου, έφυγα από το Ηράκλειο, προς μεγάλη λύπη του πατέρα μου, που ήθελε να έμενα στην Ελλάδα για να αναλάβω μια μέρα την εμπορική επιχείρησή του στο κέντρο της πόλης.
Μια Κυριακή του 1971 σκέφτηκα να κάνω μια βόλτα στη Κολωνία όπου είχα αρχίσει τις σπουδές μου στο εκεί πανεπιστήμιο, Ιστορία Τέχνης και Δημοσιογραφία, που η τελευταία με οδήγησε το 1975 στη Deutsche Welle και στην κατοπινή πολύχρονη θητεία μου στην Ελληνική Υπηρεσία του σταθμού, που διήρκησε πάνω από 25 χρόνια και η πρώτη στην αγάπη για τα έργα τέχνης. Πέρασα λοιπόν από τη Neumarkt, να πω εδώ ότι πρόκειται για μια από τις κεντρικές πλατείες της Κολωνίας, μιας πόλης, που είναι κέντρο των καλών τεχνών, με πολυάριθμα μουσεία, γκαλερί και παλαιοπωλεία. Στην πλατεία αυτή γινόταν ένα υπαίθριο παζάρι αντικών, που μου τράβηξε την προσοχή. Εκεί αγόρασα κάποια πράγματα που μου άρεσαν, δύο χαρακτικά, έναν όμορφο καθρέπτη χειρός και ένα μπρούτζινο αγαλματίδιο.
Η συλλογή έχει συγκροτηθεί εξ ολοκλήρου στη Γερμανία και η έδρα της παραμένει στη Κολωνία, όπου και θα επιστρέψει μετά την παρουσίασή της στην Ελλάδα.
Μετά την πρώτη αυτή εμπειρία άρχισα να αναζητώ αντικείμενα περασμένων αιώνων, που με σαγήνευαν χωρίς να ξέρω το γιατί. Η περιέργεια κάποιου να γνωρίσει καλύτερα, να μάθει περισσότερα για ένα έργο τέχνης που τον ελκύει, χωρίς να ξέρει αρχικά τον λόγο, είναι το πρώτο βήμα για να αρχίσει στη συνέχεια να ασχολείται εντατικά με πράγματα που του αρέσουν. Αυτό συνέβη και με εμένα. Από τότε άρχισα να άρχισα να επισκέπτομαι τακτικά όχι μόνο τα μουσεία λόγω των σπουδών αλλά και τους πολυάριθμους οίκους δημοπρασιών με την απίστευτη πληθώρα αντικειμένων τέχνης που έβγαζαν σε πλειστηριασμούς.
-Επιτρέψτε μου πριν συνεχίζουμε μία μικρή παρένθεση: Πως ήρθε στη ζωή σας η Deutche Welle;
Σχεδόν αμέσως μετά την κατάρρευση της χούντας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας οι περισσότεροι δημοσιογράφοι που έδιναν τον αγώνα τους από τα μικρόφωνα της Deutsche Welle επέστρεψαν στην Ελλάδα. Έτσι μια μέρα, ο Γερμανός διευθυντής της Ελληνικής Υπηρεσίας με βρήκε μέσω του πανεπιστημίου της Κολωνίας, γνωρίζοντας ότι σπούδαζα δημοσιογραφία, και μου ζήτησε να ξεκινήσουμε μια συνεργασία.
-Για ποιόν λόγο στραφήκατε στην περίοδο της Μετα-επαναστικής Ελλάδας;
Ένα μικρό μέρος της συλλογής αναφέρεται στην ανάδειξη της πολιτιστικής παρακαταθήκης και την εξέλιξη του λαού μας μετά τη Μεγάλη Επανάσταση. Η περίοδος αυτή ήταν και είναι για μένα καθοριστικής σημασίας, όχι μόνο επειδή τη διδασκόμασταν στα σχολεία, αλλά και επειδή γνώριζα καλά πόσο ουσιαστικό είναι να διασωθεί, ό,τι μπορεί να διασωθεί, και να περάσει, να συγκεντρωθεί σε ελληνικά χέρια.
Εάν σας διηγηθώ το περιστατικό με την πιο σκληρή δημοπρασία που θυμάμαι, θα χρειαστούμε … δέκα χιλιάδες λέξεις!
-Γιατί δεν έχει εκτεθεί κατά το παρελθόν έστω μέρος της Συλλογής (όπως τώρα) στην Κολωνία, όπου και η έδρα της;
Όταν ζει κανείς τόσα χρόνια με έργα τέχνης που έχει συγκεντρώσει με μεράκι και κόπο, είναι δύσκολο να τα αποχωριστεί, έστω και για λίγο, παρουσιάζοντάς τα σε εκθέσεις. Η εξωστρέφεια δεν είναι εύκολη για έναν ιδιώτη. Όταν όμως αντιληφθεί, ότι πρέπει κάποια στιγμή να τα μοιραστεί με τους συνανθρώπους του λόγω της ιστορικότητας των έργων, κυρίως με νέους και μαθητές σχολείων, τότε έχει την υποχρέωση να το πράξει.
-Το πιο πολύτιμο για εσάς, ανεξαρτήτως αξίας, αντικείμενο; Αυτό το οποίο σας συγκινεί περισσότερο; Θα μπορούσατε να μοιραστείτε μαζί μας την ιστορία του;
Έχω ιδιαίτερη αδυναμία στον «Μαέστρο» του Τηλέμαχου Γύζη, ένα μικρό διαστάσεων αλλά αριστουργηματικό μπρούτζινο γλυπτό του γιου του μεγάλου μας Νικόλαου Γύζη. Ο Τηλέμαχος δεν ακολούθησε την πορεία του πατέρα του και δεν σπούδασε ζωγραφική αλλά γλυπτική. Δυστυχώς μας άφησε ελάχιστα έργα του. Γνωρίζετε ίσως, ότι εκτός από την προτομή του Κίτσου Τζαβέλα, που βρίσκεται Λεωφόρο Ηρώων στο Πεδίο του Άρεως και μια ανάγλυφη πιστή απόδοση σε γύψο της «Δόξας» -του γνωστού πίνακα του πατέρα του- δεν υπάρχει σε κανένα μουσείο, και απ’ όσο ξέρω σε καμία ιδιωτική συλλογή, έργο του Τηλέμαχου Γύζη.
Όταν ένας φιλότεχνος συλλέγει με κριτήρια που του υπαγορεύουν τρίτοι, είτε αυτοί είναι σύμβουλοι, είτε μάνατζερ είτε έμποροι, παύει τότε να είναι συλλέκτης
Δεν πίστευα στα μάτια μου όταν το ανακάλυψα σε δημοπρασία του Μονάχου, την πόλη όπου είχε γεννηθεί, μεγαλώσει και σπουδάσει κατ’ αρχήν γλυπτική ο Τηλέμαχος. Τον μικρό «Μαέστρο» είχε εμπνευστεί ο δημιουργός του από την αλληγορική σύνθεση του πατέρα του, από την «Εαρινή Συμφωνία», που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη. Είναι τόσο καλά μελετημένο το πλάσιμο και το στήσιμο της μορφής μέσα στον χώρο ώστε νομίζει κανείς ότι το γλυπτό θα αρχίσει να παίρνει ζωή και να αυτονομείται μέσα στο χώρο, διευθύνοντας με τη μπαγκέτα του τις μορφές της «Εαρινής Συμφωνίας».
Πιστεύω ότι είναι λάθος να συνδέεται ο όρος «επένδυση» με τη τέχνη
Να μνημονεύσω εδώ ότι αυτό ακριβώς θα κάνει το γλυπτό, στη διαδραστική του αναγωγή και στην ψηφιακή του εκδοχή, που επιτεύχθηκε με τη συνεργασία πάνω από 20 μελών και καθηγητών του Πολυτεχνείου Κρήτης. Το αριστούργημα αυτό της ελληνικής γλυπτικής, το ξεχωρίζω, όχι μόνο επειδή δεν υπάρχει κανένα άλλο γνωστό ανάλογο έργο του Τηλέμαχου Γύζη, διακρίνεται δηλ. από μια εκπληκτική μοναδικότητα, αλλά και επειδή αποδίδει αριστοτεχνικά την ένταση της κίνησης με τρόπο που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα αντίστοιχες δημιουργίες μεγάλων δασκάλων της γλυπτικής, όπως του Ροντέν.
-Για ένα δημοσιογράφο (και όχι επιχειρηματία), η δημιουργία μίας Συλλογής αξιώσεων μοιάζει, αν μου επιτρέπετε, με mission impossible. Πώς καταφέρατε να στηρίξετε οικονομικά το όνειρο σας;
Θεωρώ ότι δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς αστείρευτες πηγές εσόδων για να συγκροτήσει μια συλλογή, ας την αποκαλέσουμε αξιόλογη. Αρκεί να έχει το πάθος να ασχοληθεί ουσιαστικά και συστηματικά με το αντικείμενο που αγαπά, να είναι διατεθειμένος να αφιερώσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής του, και της οικογενειακής, στην αναζήτηση των αντικειμένων του πόθου του και φυσικά να βρει τις προϋποθέσεις εκείνες που θα του επιτρέψουν να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.
Οι προϋποθέσεις αυτές βρέθηκαν στον δρόμο μου. Ήταν από τη μια οι σπουδές μου -Ιστορία της Τέχνης- και από την άλλη το γεγονός ότι η Κολωνία βρίσκεται στο κέντρο της Ευρώπης. Μπορούσα έτσι να μεταβαίνω χωρίς σπουδαίες προετοιμασίες, δηλ. από τη μια στιγμή στην άλλη, στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες, στο Λονδίνο, στην Πράγα και όπου αλλού έβγαιναν σε πλειστηριασμούς έργα που με ενδιέφεραν. Και φυσικά σε όλες τις μεγάλες γερμανικές πόλεις με πλήθος παλαιοπωλείων και οίκων δημοπρασιών. Να αναφέρω ενδεικτικά, ότι μόνο στη Γερμανία γίνονται κάθε χρόνο μερικές χιλιάδες πλειστηριασμοί έργων τέχνης.
-Υπάρχει σκέψη για μετατροπή της έδρας της Συλλογής σε μουσείο -με άλλα λόγια, έχετε σκεφτεί το μέλλον της; Και επίσης, πόσο πολυέξοδη υπόθεση είναι η συντήρηση της;
Η συλλογή έχει συγκροτηθεί εξ ολοκλήρου στη Γερμανία και η έδρα της παραμένει στη Κολωνία, όπου και θα επιστρέψει μετά την παρουσίασή της στην Ελλάδα. Προς το παρόν δεν υπάρχουν συγκεκριμένες σκέψεις για το μέλλον της συλλογής. Όσο για τη συντήρησή της, τι να πρωτοπώ. Όντως είναι μια πολυδάπανη υπόθεση. Ευτυχώς που η Τίνα, η σύζυγός μου, είναι μια εξαιρετική συντηρήτρια παλαιών έργων τέχνης και εξειδικευμένη στην αποκατάσταση μουσειακών πινάκων ζωγραφικής.
-Τα έργα τέχνης αποτελούν αναμφίβολα μία σίγουρη επένδυση, ωστόσο εν προκειμένω, μιλώντας για τη δική σας Συλλογή, παρεμβαίνει έντονα το ζήτημα που αφορά τη διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Πιστεύω ότι είναι λάθος να συνδέεται ο όρος «επένδυση» με τη τέχνη. Φυσικά για έναν παλαιοπώλη είναι φυσικό αφού από αυτό ζει. Αλλά ο ιδιώτης που μαζεύει έργα τέχνης θα ήταν καλό να έχει άλλα κίνητρα. Την αγάπη γι’ αυτό που συλλέγει. Όταν ένας φιλότεχνος συλλέγει με κριτήρια που του υπαγορεύουν τρίτοι, είτε αυτοί είναι σύμβουλοι, είτε μάνατζερ είτε έμποροι, παύει τότε να είναι συλλέκτης.
Συλλέκτης είναι κάποιος που διψά για μάθηση, που αναζητά λεπτομέρειες γύρω από το έργο, γύρω από τη ζωή του δημιουργού του έργου, του ανθρώπου που το εμπνεύστηκε, που το φιλοτέχνησε, ενημερώνεται για την εποχή του καλλιτέχνη, για τις σπουδές του, την πορεία του. Με λίγα λόγια για κάθε τι που αφορά το αντικείμενο του πόθου του. Θεωρώ ότι η αγάπη για την τέχνη, για τους δημιουργούς της και τα έργα τους πρέπει να είναι αγνή και άδολη.
Info
Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων
«H Eλλάδα μετά την Eπανάσταση. Kαλλιτεχνικοί θησαυροί από τη Συλλογή Κρασάκη».
Η έκθεση τελεί υπό την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, η οποία και την εγκαινιάζει το Σάββατο, 30 Οκτωβρίου.
Η έκθεση αναπτύσσεται σε πέντε ενότητες: «Η Ελλάδα των περιηγητών», «Επαναστατημένη Ελλάδα και Φιλελληνισμός», «Η Βαυαροκρατία», «Η Ελλάδα στο γύρισμα του αιώνα» και «Η καθημερινή ζωή».
Η σύγχρονη τεχνολογία έχει τον δικό της ρόλο, καθώς σε συνεργασία με την ερευνητική ομάδα του Πολυτεχνείου Κρήτης δημιουργήθηκε τρισδιάστατο μοντέλο εικονικής πραγματικότητας του χώρου της έκθεσης, που επιτρέπει την ψηφιακή ανάγνωση πληροφορίας για κάθε έργο.
Διάρκεια: 30 Οκτωβρίου 2021 έως 30 Μαρτίου 2022.