Header Ads

«Σκιές Στον Αδη» στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ

Σκιές στον Αδη

Ένα έργο μουσικού θεάτρου που παρουσίασε τον αληθινό Lord Byron, μια σύνθετη, πολύπλευρη κα εξαιρετικά σημαντική φυσιογνωμία της εποχής του και όχι την εν πολλοίς φαντασιακή «ιστορική» κατασκευή του ρομαντικού και φιλάσθενου φιλέλληνα ο οποίος ήρθε να τελειώσει την ζωή του στο Μεσολόγγι.  

Ο κύκλος «Ωδές Στον Βύρωνα» ήταν μία από τις εκδηλώσεις της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για την επέτειο των διακοσίων ετών από την Επανάσταση του ’21. Τον επιμελήθηκε ο συνθέτης Αλέξανδρος Μούζας και τα περισσότερα έργα του μεταδόθηκαν σε streaming από το κανάλι της ΕΛΣ αλλά το τελευταίο, το «Σκιές Στον Αδη» του ίδιου του Αλέξανδρου Μούζα, παρουσιάστηκε σε δύο μόνο παραστάσεις στην  Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ. 

Ο δημιουργός επέλεξε σοφά από τα πάρα πολλά κείμενα διαφόρων ειδών που άφησε ο Λόρδος Βύρων εκείνα που ήταν ταυτόχρονα η πηγή έμπνευσης κα το θέμα του έργου του.

Πιο συγκεκριμένα κατά το μεγαλύτερο μέρος βασίστηκε στις επιστολές του Βύρωνα (ο οποίος ήταν πολυγραφότατος επιστολογράφος και φημισμένος για την ικανότητα του σε αυτό το είδος γραπτού λόγου που στην εποχή του άγγιζε τα όρια της λογοτεχνίας) από την τελευταία περίοδο της ζωής του στην Ελλάδα, το μεγάλο συνθετικό ποίημα του «Τσάιλντ Χάρολντ» που έμπνευση του ήταν σχεδόν αποκλειστικά η Ελλάδα, το θεατρικό έργο του «Κάιν» και μεμονωμένα ποιήματα του. 

Το «Σκιές Στον Αδη» αφηγείται τους τελευταίους μήνες της ζωής του Βύρωνα μέχρι τον θάνατο του στο Μεσολόγγι στις 19 Απριλίου 1824 (από αδιευκρίνιστα μέχρι σήμερα φυσικά αίτια, συνέπεια των πολλών προβλημάτων υγείας που είχε από μικρός) σε αληθινό και μη χρόνο, ρεαλιστικά και συμβολικά, την ζωή του επί γης και την μεταφυσική διάσταση της πριν ακόμα αυτή ξεκινήσει.

Κατορθώνει κάτι καθόλου ευκαταφρόνητο, από μέσα του να προβάλλει ανάγλυφη, ακόμα και «τρισδιάστατη», μία προσωπικότητα αντιφατική στο έπακρο αλλά και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και πολλαπλά σημαντική συνολικά για την Ευρώπη της εποχής του.

Μέσα στα μόλις τριάντα έξι χρόνια της ζωής του ο Βύρων συμπύκνωσε πάρα πολλά πράγματα και ιδιότητες, ήταν ο ευγενής που στο πέρασμα του από την Βουλή Των Λόρδων έκανε σημαίνουσες πολιτικές παρεμβάσεις όπως αυτή για την κατάργηση - ή έστω του να επιτρέπεται μόνο μετά από ένα ηλικιακό όριο – της παιδικής εργασίας, ένας από τους πρώτους γνωστούς αμφισεξουαλικούς στην Ιστορία, στοιχείο που έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στην διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης του.

Παραδομένος στα πάθη της σάρκας και επιρρεπής σε πολλών ειδών καταχρήσεις αλλά με φλογισμένο συναισθηματικό κόσμο, παροιμιωδώς είρων και υψιπετής, εγωιστής αλλά και με πολλές μεταφυσικές ανησυχίες, εκρηκτικός όμως με το μυαλό του σχεδόν μόνιμα απασχολημένο με φιλοσοφικούς προβληματισμούς και βέβαια, πάνω ίσως από όλα, ένας σπουδαίος ποιητής κατά κύριο λόγο αλλά και πεζογράφος, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντικού κινήματος και τέλος φιλέλληνας. Ενας άνθρωπος που εκινείτο διαρκώς ανάμεσα σε πολλά δίπολα και σχεδόν πάντα στα απώτατα αμφότερα άκρα τους. 

Σκιές στον Αδη

Με σημείο εκκίνησης μια φράση από επιστολή του, «ήμουν μισότρελος  ανάμεσα στη μεταφυσική, τα βουνά, τις λίμνες, την άσβεστη αγάπη, τις άφατες σκέψεις και τον εφιάλτη των δικών μου παραπτωμάτων», το έργο προσπαθεί να αποδώσει τις πολλές και αντιφατικές μεταξύ τους πλευρές του Βύρωνα και μάλιστα ισότιμα και ταυτόχρονα και σε πολύ μεγάλο βαθμό το κατορθώνει.

Να πω στο σημείο αυτό ότι αρκετά συχνά σε σύγχρονα έργα μουσικού θεάτρου έχω βρει το μουσικό μέρος να υστερεί ή ακόμα και να απογοητεύει αλλά το τελικό αποτέλεσμα να διασώζεται από το θεατρικό. Σε αυτή την περίπτωση όμως κατά κάποιο τρόπο συνέβαινε το αντίθετο.

Θεωρώ ότι ο καλός και καταξιωμένος σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος αυτή τη φορά είδε το έργο από μια οπτική γωνία και  στη συνέχεια το προσέγγισε με έναν τρόπο που ήταν μάλλον λανθασμένος. Ισως πολύ απλά να μην έλαβε αρκετά υπόψη του ότι επρόκειτο για μουσικό θέατρο, το ίδιο ακριβώς κείμενο σαν έργο αμιγούς πρόζας θα ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό. 

Σκιές στον Αδη

Η σκηνοθεσία του διακρινόταν από μια υπερβολή και ειδικά ως προς τους συμβολισμούς της. Για παράδειγμα το εύρημα της «πλημμυρισμένης» στο νερό σκηνής για να αποδοθεί η υγρασία και γενικότερα το υγρό στοιχείο που κυριαρχεί στο Μεσολόγγι ήταν ευφυές, πρωτότυπο και επίσης όμορφο. Δεν υπήρχε όμως κατά τη γνώμη μου κανένας λόγος ο φωτισμός να δείχνει στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης το νερό αυτό να έχει κόκκινο χρώμα, συμβολίζοντας έτσι τους ποταμούς αίματος που χύθηκαν στο Μεσολόγγι κα εντέλει τον ίδιο τον Κάτω Κόσμο πριν ακόμα ο Βύρων βρεθεί εκεί. 

Περισσότερο υπερβολικό από όλα όμως ήταν για εμένα η «προσωποποίηση» της αρσενικής και θηλυκής πλευράς του Βύρωνα με αντίστοιχα έναν χορευτή και μία χορεύτρια.

Σκιές στον Αδη

Ηταν ένας επιπλέον συμβολισμός - και το αντίστοιχο εύρημα για να αποδοθεί - που δεν προσέθετε τίποτα στο έργο αλλά αντίθετα το επιβάρυνε κινησιολογικά παρότι τόσο ο Αντώνης Βαής όσο και η Δέσποινα Λαγουδάκη ήταν άψογος και άψογη σε αυτό που απαιτούσαν οι ρόλοι τους. Θα τολμούσα να πω ότι ήταν και ένα εύρημα εντελώς περιττό καθώς η λιτότητα και ουσία του Βυρωνικού λόγου και η θαυμάσια μουσική έφταναν και με το παραπάνω για να αποδώσουν γλαφυρότατα το περιεχόμενο του έργου. 

Ο Αλέξανδρος Μούζας επέλεξε  πολύ σωστά να μην προσεγγίσει ακόμα και τα ποιήματα του Βύρωνα μελοποιώντας τα αλλά να τα διατηρήσει ως απαγγελία, όπως και τα αποσπάσματα από τα πεζά κείμενα. Η μόνη διαφορά, όπως λέει ο ίδιος, είναι ότι στα ποιητικά κείμενα ο ηθοποιός έπρεπε να ακολουθεί κατά γράμμα την παρτιτούρα της μουσικής ενώ στα πεζά είχε περισσότερη ελευθερία για το πως θα τα απέδιδε. 

Η επιλογή του Χρήστου Λούλη για τον πρωταγωνιστικό και μοναδικό ρόλο δεν θα μπορούσε να είναι ευτυχέστερη.

Σκιές στον Αδη

Υποδύθηκε τις τόσες πλευρές του Βύρωνα – μποέμ, γήινος, εριστικός, ευφυέστατος, χαρισματικός, βαθιά συναισθηματικός, οραματιστής και εντέλει αυτοκαταστροφικός με πολλούς τρόπους  -δίχως να παρασυρθεί από την συνολική υπερβολή της σκηνοθεσίας αλλά αντίθετα με μιαν αποστασιοποίηση που κάποιες φορές έφτανε να είναι σχεδόν Μπρεχτική και θα έλεγα ότι ήταν όχι απλά ευπρόσδεκτη αλλά ακόμα και απαραίτητη.

Όχι όμως στήριγμα και οδηγός ή ακόμα και συμπληρωματική της παρουσίας του αλλά σχεδόν…συμπρωταγωνίστρια του ήταν η μουσική. Για να εκφράσει τις τόσες πλευρές του χαρακτήρα ο Αλέξανδρος Μούζας συνέθεσε ένα έργο ανάλογα πολυεπίπεδο, αλλού εξαιρετικά μελωδικό και αλλού ορμητικό και επιθετικό μα δίχως τίποτα το επικό και πολύ περισσότερο το πομπώδες το οποίο δεν ακολουθούσε καμία συγκεκριμένη τάση του μετα-κλασικού ιδιώματος αλλά «ελισσόταν» με ελευθερία, έμπνευση και φαντασία ανάμεσα τους ενώ σε κάποιες στιγμές εισερχόταν τολμηρά και στις περιοχές της σύγχρονης (contemporary) μουσικής.

Το ενδεκαμελές σύνολο (φλάουτο, κλαρινέτο, τρομπέτα, τρομπόνι, κουαρτέτο εγχόρδων, πιάνο/ηλεκτρικό αρμόνιο, κοντραμπάσο και κρουστά) του παρείχε έναν ηχοχρωματικό πλούτο που αφενός προσέδιδε στο ακρόαμα μεγάλη ποικιλία και αφετέρου του επέτρεπε να δημιουργεί σχεδόν «κινηματογραφικές» - για παράδειγμα ενός ψυχολογικού θρίλερ – και όχι τόσο θεατρικές ατμόσφαιρες σε ορισμένα σημεία.

Τέλος η διεύθυνση του αρχιμουσικού της ΕΛΣ Νίκου Βασιλείου είχε την συνηθισμένη σταθερότητα και σοβαρότητα που της προσδίδει η πολύχρονη πείρα του και τον διακρίνουν σχεδόν πάντα. 

Πέραν όμως από το άρτιο και πολύ υψηλό αισθητικό αποτέλεσμα το δεύτερο και ίσως και μεγαλύτερο πλεονέκτημα του «Σκιές Στον Αδη»  είναι ότι επιτέλους δείχνει τον αληθινό Λόρδο Βύρωνα. Τον Βύρωνα που δεν είχε ψευδαισθήσεις και γνώριζε πολύ καλά ότι ήταν τα πολλά χρήματα που του είχε αναθέσει να φέρει στην Ελλάδα το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου, αλλά και όσα ήταν διατεθειμένος να συνεισφέρει ο ίδιος στον ελληνικό αγώνα για ελευθερία, αυτά που έκαναν τόσους πολλούς Ελληνες να θέλουν να τον προσεταιριστούν.

Τον Βύρωνα που μπορεί να ήρθε στην χώρα μας για να πολεμήσει δίπλα στους Ελληνες αλλά αφιέρωσε περισσότερο ίσως χρόνο και προσπάθειες σε ανθρωπιστικά ζητήματα που προέκυπταν από την πολεμική αναμέτρηση όπως την απελευθέρωση αιχμαλώτων και των δύο αντιμαχόμενων πλευρών αλλά και την σωστή, ανθρώπινη συμπεριφορά απέναντι τους κατά την διάρκεια της αιχμαλωσίας τους.

Τον Βύρωνα τέλος που δεν δίσταζε να πει τα πράγματα με το όνομα τους καυτηριάζοντας με πολύ σαρκασμό στις επιστολές  του τις συνεχείς έριδες πολλών αντιμαχομένων φατριών, την φαυλότητα των διαφόρων ειδών «αρχόντων», την γενικευμένη απληστία και ιδιαίτερα των πολιτικών για να καταλήξει στην διαπίστωση ότι «ο χειρότερος αντίπαλος τους δεν είναι οποιοσδήποτε εξωτερικός εχθρός αλλά ο ίδιος ο εαυτός τους».

Φαινόμενα δηλαδή που η επισήμανση τους δείχνει την οξυδέρκεια του και δυστυχώς σε πολύ μεγάλο βαθμό εξακολουθούν να ισχύουν και να χαρακτηρίζουν τους Ελληνες και τις Ελληνίδες και σήμερα, διακόσια χρόνια από τότε που τα διαπίστωσε. 

Αυτόν τον Βύρωνα που πολλοί και πολύ σύντομα μετά τον θάνατο του προσπάθησαν, κάτι που συνεχίζεται ακόμα, να συρρικνώσουν στον ρομαντικό, υπερενθουσιώδη και ίσως και λίγο αφελή «αγνό φιλέλληνα» ακριβώς γιατί δεν χωρούσε μα και δεν εξυπηρετούσε το αφήγημα του «τρισχιλιετούς, όμαιμου, ομόγλωσσου, ομόθρησκου, ομοούσιου και επίσης περιούσιου Εθνους» τους. Αυτόν τον Βύρωνα είναι που αποκαλύπτει και αναδεικνύει με ιδανικό τρόπο το «Σκιές Στον Αδη». 

Σκιές στον Αδη
Η συνέχεια εδώ
Από το Blogger.