Σπάνια ξεκινώ κάποιο κείμενό μου απευθείας από το «ψητό». Οι περιστάσεις το απαιτούν όμως. Η διαχείριση κρίσεων, λοιπόν, ήρθε για να μείνει γιατί οι ίδιες οι κρίσεις ήρθαν για να μείνουν. Η πρόσφατη αποτυχία αντιμετώπισης της κακοκαιρίας «Ελπίδα»δεν αφήνει πολλές… ελπίδες για βελτίωση της συνολικής εικόνας που αφορά στην ευρύτερη κρατική απόκριση σε ακραία φαινόμενα. Ωστόσο, πρέπει ορισμένες αλήθειες να επισημανθούν.
Αρχικά, είναι δεδομένο ότι το ζήτημα των κρίσεων είναι εξ αντικειμένου πολυδαίδαλο παντού στον κόσμο. Από τις αδάμαστες ετήσιες πυρκαγιές στην Καλοφόρνια μέχρι τα πρόσφατα ακραία πλημμυρικά φαινόμενα στη Γερμανία το κοινό συμπέρασμα είναι ότι ο φυσικές καταστροφές αποτελούν πλέον σταθερή αναφορά στην ετήσια ατζέντα της κλιματικής αλλαγής και θα εξακολουθήσουν να δοκιμάζουν τα κρατικά συστήματα πολιτικής προστασίας.
Στην Ελλάδα το ζήτημα είναι ακόμη πιο ακανθώδες, καθώς αρμοδιότητες δημόσιων φορέων αλλολοεπικαλύπτονται, ο ρόλος του ιδιωτικού παράγοντα είναι ενίοτε επιζήμιος ή μη βοηθητικός, ενώ και ο γενικότερος κρατικός συντονισμός συχνά πάσχει. Ξεκινώντας από το τελευταίο, η πρόσφατη εμπειρία υπήρξε βαθιά τραυματική. Οι νεκροί σε Μάνδρα και Μάτι «μιλούν» για όλα. Οι δε υπεύθυνοι εκείνης της «διαχείρισης» δεν δικαιούνται σήμερα διά να ομιλούν για ευθύνες, όταν στη δική τους «βάρδια» συνέβησαν κυριολεκτικά τα χειρότερα όλων των εποχών.
Από εκεί και πέρα σήμερα βρισκόμαστε σε ένα διαφορετικό πολιτικό και χρονικό πλαίσιο. Αναντίρρητο είναι ότι ζούμε σε εποχή αλλεπάλληλων κρίσεων. Υγειονομική, μεταναστευτική και κλιματική είναι μερικές από τις κρίσεις που αντιμετωπίζουμε. Ειδικές καταστάσεις που απαιτούν ειδικές λύσεις.
Για την οικονομία της δημόσιας συζήτησης πρέπει να γίνει η βασική παραδοχή: Οι κρίσεις ήρθαν για να μείνουν. Η κλιματική αλλαγή ήδη έχει καταστήσει αντιληπτό το γεγονός ότι θα έχουμε πολύ συχνά μεγάλες και πολύ μεγάλες πυρκαγιές τα καλοκαίρια. Αντίστοιχα, οι χειμώνες χαρακτηρίζονται από ακραία φαινόμενα χιονιού και πολύ χαμηλών θερμοκρασιών συχνότερα σε σύγκριση με το παρελθόν.
Επιπλέον, η ανεπάρκεια των υποδομών και η ελλιπής πρόληψη μεγεθύνει και το σταθερό πρόβλημα των πλημμυρών μετά από έντονη και πολύωρη βροχόπτωση, ιδίως σε περιοχές με αποψιλωμένα δάση εξαιτίας των θερινών πυρκαγιών. Μιλάμε, συνεπώς, για ένα πλέγμα κρίσεων με πολλές διαστάσεις.
Μεταφερόμενοι στο μέρος των λύσεων βρισκόμαστε ευθύς αμέσως αντιμέτωποι με το γνωστό «γαϊτανάκι» ευθυνών μεταξύ κεντρικού κράτους και ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού. Προφανέστατα δεν είναι δυνατόν αυτές οι αρμοδιότητες και η σύγχυση που επικρατεί να ενδιαφέρει τον μέσο πολίτη την ώρα ιδίως που αυτός βρίσκεται αντιμέτωπος με χιονοθύελλα, φωτιά ή κάθε άλλη φυσική καταστροφή. Ωστόσο, οι αρμοδιότητες υπάρχουν και οι τοπικοί και κρατικοί φορείς οφείλουν να τις ασκούν και να κάνουν τα πάντα για να αίρονται στο ύψος των περιστάσεων.
Στο επίπεδο του στενού κρατικού πυρήνα είναι εξίσου προφανές ότι υπάρχουν μεγάλες ευθύνες, κυρίως ως προς τον συντονισμό. Η πολιτική ανάλυση που αφορά σε πρόσωπα με βρίσκει ξένο εν προκειμένω. Όχι γιατί δεν θεωρώ ότι τα πρόσωπα παίζουν ρόλο, αλλά διότι πιστεύω ότι τα συστήματα λειτουργούν καλύτερα όταν ακολουθούνται οι οδηγίες του «βιβλίου». Αρκεί φυσικά να υπάρχει βιβλίο.
Για την πολιτική προστασία συγκεκριμένα υπάρχουν τα τελευταία χρόνια επικαιροποιημένα σχέδια δράσης, ένα εκ των οποίων είναι για παράδειγμα το σχέδιο «Δευκαλίων» που σχετίζεται με την ενεργοποίηση του στρατού σε περιπτώσεις φυσικών ή άλλων καταστροφών. Ωστόσο, πρέπει εδώ να επισημανθεί το γεγονός ότι σε κάθε περίπτωση την κεντρική και βασική ευθύνη έχει το κέντρο επιχειρήσεων της πολιτικής προστασίας, από το οποίο και εκκινούν όλες οι αποφάσεις και διαταγές.
Επομένως, μοιραία η συζήτηση μεταφέρεται στο πεδίο της επιχειρησιακής επάρκειας. Κρίσιμος είναι επίσης και ο χρόνος απόκρισης όλων των κρατικών υπηρεσιών στα κελεύσματα της κεντρικής εξουσίας. Αν ο στρατός που προαναφέρθηκε δρα άμεσα καθώς εφαρμόζει διαταγές, δεν ισχύει πάντα το ίδιο με τους δήμους και τις περιφέρειες, που καλούνται λ.χ. να καθαρίσουν δρόμους, να συνδράμουν την πυροσβεστική, να διευκολύνουν την αστυνομία ή να βρουν χώρους για περίθαλψη και στέγαση ανθρώπων που έχουν χάσει τις περιουσίες τους.
Μία πιθανή λύση σε όλα αυτά ίσως είναι η… από-αποκέντρωση. Όσο παράξενο και αν ακούγεται, στην Ελλάδα της ούτως ή άλλως κεντρικής λήψης των σημαντικών αποφάσεων η διάχυση αρμοδιοτήτων, το μοίρασμα πακτωλού χρημάτων στους ΟΤΑ και η εκ των υστέρων διελκυστίνδα μεταξύ κεντρικών και τοπικών παραγόντων μάλλον θυμηδία και οργή προκαλούν παρά λύνουν κάποιο πρόβλημα.
Ενθυμούμενος την πρωθυπουργική πρωτοβουλία του περσινού καλοκαιριού για ίδρυση σώματος «δασοκομάντος», θα σπεύσω να προσθέσω ότι ίσως ήρθε η ώρα και για την υλοποίηση ενός συνολικότερου σχεδίου το οποίο θα μπορεί να υλοποιηθεί από μία αυστηρά ιεραρχική κρατική δομή και όχι απλώς από ένα συλλογικό κέντρο επιχειρήσεων. Μέχρι σήμερα επιτυχή αποτελέσματα διαπιστώθηκαν όταν στα καίρια πόστα βρέθηκαν άνθρωποι που με άρνηση του εαυτού τους έτρεχαν επί 24 ώρες το 24ωρο για να συντονίσουν οι ίδιοι δυνάμεις και φορείς. Βεβαίως οι άνθρωποι αυτοί κάποτε «πληρώθηκαν» με την αντικατάστασή τους από τις θέσεις ευθύνης που κατείχαν, αλλά αυτή είναι μία άλλη συζήτηση.
Αντί λοιπόν να χρειάζονται εθελόντριες «Ιφιγένειες» είναι μάλλον προτιμότερο και οικονομικότερο να αλλάξει η κεντρική αντίληψη γύρω από τα ζητήματα της πολιτικής προστασίας και να πάμε πλέον σε ένα μοντέλο κεντρικής ισχύος για ζητήματα φυσικών καταστροφών, με ιεραρχική δομή, πόρους, δύναμη κρούσης και σύγχρονο εξοπλισμό. Μία δομή που θα μπορεί να δρα άμεσα και να καλεί επικουρικά τους υπόλοιπους κρατικούς φορείς προς υποστήριξη.
Οι κρίσεις, όπως προαναφέρθηκε, ήρθαν για να μείνουν. Είναι μέρος της λεγόμενης «νέας κανονικότητας». Πρέπει μαζί τους να έρθουν για να μείνουν και οι λύσεις. Για καλό όλων και κυρίως για καλό των αμέσως επόμενων γενιών.