Το κράτος και το «φονικό» ένστικτο της φύσης
«Η καταστροφή είναι πάντα το πιο ισχυρό ένστικτο στη φύση»
Κάπως έτσι ο Βρετανός χιουμορίστας Max Beerbohm (1872-1956) διακωμωδούσε σοβαρολογώντας τα καταστροφικά ένστικτα της φύσης. Η θέση του αυτή επιβεβαιώνεται περίτρανα σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της Γης, αφού οι καταστροφές που προκαλούνται από το «θυμό» της φύσης είναι τρομερές. Βέβαια κανείς δεν θα μπορούσε να ρίξει το ανάθεμα στη φύση και να την κατηγορήσει για το σκληρό της πρόσωπο.
Ωστόσο αυτό το «καταστροφικό ένστικτο» της φύσης αναδεικνύει και την αδυναμία του ανθρώπου να το αντιμετωπίσει. Η αποτρεπτική δύναμη του ανθρώπου οργανωμένου σε κοινωνίες – κράτος είναι αμελητέα μπροστά στις βίαιες εκδηλώσεις της φύσης. Οι σεισμοί, οι πυρκαγιές, οι τυφώνες και οι βροχές είναι οι πιο πιστοί πρεσβευτές της φύσης που μάς υπενθυμίζουν την μικρότητά μας. Μία μικρότητα που αισθητοποιείται τόσο στην ακριβή πρόβλεψη όσο και στην αποτροπή των βίαιων «συμπεριφορών» της φύσης.
Απέναντι στη δύναμη της φύσης μόνον ο Ξέρξης ύψωσε το ανάστημά του και τιμώρησε τη θάλασσα στον Ελλήσποντο επειδή τού κατέστρεψε τις πλωτές γέφυρες στην εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδας.
«Ξέρξης, δεινά ποιεύμενος τον Ελλήσποντο εκέλευσε τριηκοσίας επικέσθαι μάστιγι πληγάς»
Τα 300 μαστιγώματα τα συνόδευσε κι ένα αλυσοδέσιμο της θάλασσας για φρονηματισμό της. Η ανθρώπινη ύβρις άγγιξε τα όριά της όταν ο βαρβαρικός λόγος του Πέρση βασιλιά αποτύπωνε την ανθρώπινη μωρία: «Πικροθάλασσα, ο αφέντης μας σε τιμωρεί με αυτόν τον τρόπο για το άδικο που του έκανες, ενώ εκείνος δεν σου έχει κάνει κανένα κακό. Αλλά ο βασιλιάς Ξέρξης, θέλεις δεν θέλεις, θα σε διαβεί».
Ο τρόπος που αντιδρούμε…
Ίσως τα παραπάνω να ακούγονται παράκαιρα ή και γραφικά σήμερα, ωστόσο γεννούν προβληματισμό για την ικανότητα του σύγχρονου ανθρώπου να αντιμετωπίσει με αποτελεσματικότητα το φονικό ένστικτο της φύσης. Κι αυτό δεν σχετίζεται τόσο με την απουσία ηγετών τύπου Ξέρξη που επέδειξε πυγμή απέναντι στην εξουσία της φύσης, αλλά με την υποκειμενική ή αντικειμενική αδυναμία του οργανωμένου κράτους να αντιπαραταχθεί στα «ίσα» στην ορμή της φύσης.
Ωστόσο ο άνθρωπος, η κοινωνία και το οργανωμένο κράτος δεν κρίνονται αυστηρά για όσα τους συμβαίνουν (αρρώστιες, πληγές, θεομηνίες…) αλλά για τον τρόπο που αντιδρούν σε αυτά.
Ο Ισπανός Σαβατέρ έχει επισημάνει σχετικά τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος. το κράτος και οι οργανωμένες κοινωνίες μπορούν και πρέπει να αξιολογηθούν όταν υφίστανται τις συνέπειες μιας υπέρμετρης δύναμης (το καταστροφικό ένστικτο της φύσης).
«Δεν είμαστε ελεύθεροι να επιλέξουμε αυτό που μάς συμβαίνει, αλλά είμαστε ελεύθεροι να απαντήσουμε σε αυτό που μάς συμβαίνει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο»
Ο τρόπος, λοιπόν, που αντιδρούμε ως άτομα και κράτος στα πλήγματα της φύσης είναι αυτός που μάς χαρακτηρίζει και που φανερώνει το μέγεθος της προνοητικότητας και των αντοχών μας ή την αβελτηρία και την δειλία μας.
Μία προσομοίωση με σημείο αναφοράς τις καταστροφές που επέφερε ο τελευταίος χιονιάς στην Αθήνα θα βοηθούσε πολύ να αναδειχτούν τόσο η αναποτελεσματικότητα του επιτελικού κράτους όσο και η ανεπάρκεια εκείνων που σχεδίασαν την αμυντική τακτική.
Η τέχνη της πρόβλεψης…
«Το διοικείν εστί προβλέπειν»
Ο Αλκιβιάδης εστίασε στο βασικότερο προτέρημα όλων εκείνων που διοικούν, σχεδιάζουν και εκτελούν. Η πρόβλεψη συνιστά το πυρηνικό στοιχείο της σωστής διοίκησης και ιδιαίτερα σε χώρους και στιγμές που η απειλή είναι ασύμμετρη. Χρειάζεται προνοητικότητα, τόλμη, αποφασιστικότητα και ταχύτητα.
Οι εμπειρίες του παρελθόντος και η συσσωρευμένη γνώση από ανάλογα καιρικά φαινόμενα και καταστροφές αποτελούν πάντοτε ισχυρά εφόδια για τους κρατούντες. Σε όλα αυτά μπορεί να προστεθεί και η επιστημονική συνδρομή (μετεωρολόγοι…) για το χρόνο και το είδος της άμυνας της κοινωνίας και του κράτους.
Από όλα αυτά, όμως, τίποτε δεν λειτούργησε. Ο κρατικός μηχανισμός αποδείχτηκε ανέτοιμος ή ανεπαρκέστατος, η τοπική αυτοδιοίκηση ελλιπέστατη ή ανύπαρκτη, η παραχωρησιούχος εταιρεία υπευθυνο – ανεύθυνη και οι ιδιώτες ανενημέρωτοι και εν «πλήρει συγχύσει».
Το επιχείρημα «μας ξάφνιασε η σφοδρότητα του φαινομένου» ακούγεται ως μνημείο διοικητικής ανεπάρκειας, αφού σε τέτοιες περιπτώσεις ετοιμάζεσαι για το χειρότερο. Το καλύτερο είναι πάντα καλοδεχούμενο και δεν χρειάζεται πρόβλεψη και προγραμματισμό.
Έτσι η αναξιοσύνη των «επιτελικών» έδρασε πολλαπλασιαστικά στην μεγέθυνση των προβλημάτων του χιονιά και σκόρπισε όχι μόνον την απελπισία στους εγκλωβισμένους οδηγούς αλλά και το φόβο για τα χειρότερα.
Συνιστά πρόκληση η διαβεβαίωση – εκ του ασφαλούς βέβαια – η δήλωση του αρμόδιου υπουργού πως θα είχε παραιτηθεί αν υπήρξε νεκρός. Οι αρμόδιοι άρχοντες είναι υπόχρεοι του «Ευθύνας διδόναι» και «Λόγον διδόναι» σε μια σύγχρονη δημοκρατία.
Η δημοκρατία δεν είναι θυσιαστήριον ούτε ο βωμός των κολασμένων. Απαιτεί, όμως, την ανάληψη των πολιτικών ευθυνών με ό,τι αυτό συνεπάγεται, χωρίς αυτό να σημαίνει και «αποκεφαλισμούς» ή εξόντωση προσώπων.
Μπορεί η διοίκηση να είναι κουραστική τέχνη, αλλά αποτελεί και τροφός πολιτικής «δόξας» και σταδιοδρομίας. Γι’ αυτό όποιος κατέχει θέσεις επιτελικές θα πρέπει να γνωρίζει την προτροπή του Μενάνδρου: «Αρχή τετευχώς, ίσθι ταύτης άξιος».
Ανάγκη για προτάσεις
Προσβάλλει, επίσης, τη μνήμη των νεκρών, όταν χρησιμοποιείται ο θάνατός τους ως επιχείρημα των πολιτικών τους βλέψεων.
Ο ανταγωνισμός του «Ελάσσονος αριθμού νεκρών» - θυμάτων των φυσικών καταστροφών καταδεικνύει την πολιτική κενότητα των πολιτικών μας και όχι την πολιτική τους ευαισθησία ως θα έπρεπε. Δεν είναι επιχείρημα το «εμείς είχαμε μηδέν θύματα». Από πότε αυτό το επιχείρημα καλύπτει την κατάρρευση του κράτους σε χιόνι του μισού μέτρου στην πρωτεύουσα της χώρας;
Κανείς, όμως, δεν νομιμοποιείται να σκορπά την αβεβαιότητα και να τρέφει την αμφισβήτηση του πολίτη στην σταθερά αξία που λέγεται κράτος. Γιατί όταν αυτό συμβαίνει τροφοδοτούνται η «ιδιωτεία» και οι ακραίες πολιτικές επιλογές τύπου Χρυσής Αυγής κι άλλων υπερασπιστών του Συντάγματος.
Η πρόταση μομφής – μέρος του πολιτικού πόκερ – δεν εξαγνίζει την αντιπολίτευση από την υποχρέωση να προβάλει προτάσεις και όχι μόνο αντιπολιτευτικές κραυγές του τύπου: φύγετε, αποτύχατε, εκλογές τώρα.
Η πολιτική και η δημοκρατία χρειάζονται ανταγωνισμό λόγων και προτάσεων και όχι χαιρεκακία για την αποτυχία της κυβέρνησης.Γιατί όταν αποτυγχάνει η κυβέρνηση μιας χώρας συνθλίβεται και ο λαός.
Οι κοινοβουλευτικές συζητήσεις και διενέξεις έχουν κάποιο νόημα μόνον όταν επωάζουν την προσφορότερη λύση και την αποτελεσματικότερη άμυνα απέναντι στο φονικό ένστικτο της φύσης.
Η ανθοφορία της δημοκρατίας, της πολιτικής και η ευδαιμονία του λαού θα επιτευχθούν μόνον όταν ο πολιτικός ανταγωνισμός στοχεύει στο ποιος θα προσφέρει περισσότερα στην πατρίδα.
«Οκότερος ημέων πλέω αγαθά την πατρίδα εργάζεται»
Οι βουλευόμενοι και οι υπόχρεοι «ευθύνας και λόγον διδόναι» και οι «ψήφον φέροντες» πολίτες να θεωρούν αξιολογικά πρότερον το κοινωνικό συμφέρον.
Οι τρόφιμοι της εξουσίας ας αποφύγουν το λάθος και τη μέθη που ποτίζει η πλάνη της αυταπάτης τους.
«Ένα από τα συμπτώματα ότι πλησιάζει κανείς κοντά στον νευρικό κλονισμό είναι η πεποίθησή του ότι το έργο του είναι τρομακτικά σημαντικό»
(Russel)