Η στρατηγική Μητσοτάκη απέναντι στην πρόταση δυσπιστίας
Σε εξέλιξη είναι η τριήμερη «μάχη» στη Βουλή που ξεκίνησε την Παρασκευή το απόγευμα και θα ολοκληρωθεί την Κυριακή το βράδυ, με τις τοποθετήσεις των πολιτικών αρχηγών και την ονομαστική ψηφοφορία επί της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε ο Αλέξης Τσίπρας.
Αν και σε κάποιες περιπτώσεις έχουν ανέβει πολύ οι τόνοι –όπως στην κόντρα του Παύλου Πολάκη με τον βουλευτή της ΝΔ Δημήτρη Μαρκόπουλο- η στρατηγική του κυβερνώντος κόμματος είναι να αποφευχθούν οι οξείες αντιπαραθέσεις και να αναδειχθεί το κυβερνητικό έργο των τελευταίων 2,5 ετών.
Τον τόνο έδωσε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν το απόγευμα της Παρασκευής (28/1), σε «πηγαδάκι» με μεγάλο αριθμό βουλευτών της ΝΔ στο εντευκτήριο της Βουλής, σημείωσε: «Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν κάτι που το περιμέναμε. Μας δίνουν ευκαιρία να αναδείξουμε την πολιτική μας. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει την πόλωση. Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη. Εμείς εφαρμόζουμε τις πολιτικές μας, κάνουμε τη δουλειά μας και απευθυνόμαστε στους πολίτες».
Όπως λένε συνομιλητές του πρωθυπουργού, με την κίνηση του αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να αντιμετωπίσει, πρωτίστως, τα δικά του πολιτικά αδιέξοδα, να συγκαλύψει την εσωστρέφεια και τις εσωκομματικές αντιπαραθέσεις, κυρίως ενόψει του Συνεδρίου του κόμματος του. «Η μάχη που δίνει πραγματικά είναι να παραμείνει στη δεύτερη θέση», σημειώνουν κυβερνητικές πηγές και συμπληρώνουν ότι «ως μέσον γι΄αυτό επενδύει ξανά στην αποτυχημένη στρατηγική της καταστροφολογίας και του λαϊκισμού, της όξυνσης, της πόλωσης και του διχασμού».
Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν –κάτι που ανέφερε και ο Γιάννης Οικονόμου αμέσως μετά την κατάθεση της πρότασης δυσπιστίας από τον Αλέξη Τσίπρα- ότι είναι μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για μία συζήτηση εφ΄όλης τη ύλης στη διάρκεια της οποίας θα αναδειχθούν οι κυβερνητικές πολιτικές για την οικονομία και τη δυναμική ανάπτυξη που ήδη συντελείται.
Θεωρείται λοιπόν δεδομένο ότι κατά την αυριανή του ομιλία στη Βουλή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα εστιάσει στις μειώσεις φόρων που προχώρησε η κυβέρνηση, στη μείωση της ανεργίας, στην ενίσχυση του ΕΣΥ, στον ψηφιακό μετασχηματισμό του Κράτους, σε θέματα δηλαδή που σχετίζονται άμεσα με την καθημερινότητα των πολιτών και που –όπως σημειώνουν από την κυβέρνηση- δεν δόθηκε η δυνατότητα να αναδειχθούν εξαιτίας κυρίως της πανδημίας. Ο πρωθυπουργός αναμένεται επίσης να σταθεί στη θωράκιση της χώρας, στην αντιμετώπιση των απειλών από την Τουρκία και στο μεταναστευτικό.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός αλλά και οι βουλευτές της κυβέρνησης κατά τη διάρκεια αυτού τριημέρου θα υπενθυμίσουν τη φορολογική πολιτική που εφάρμοσε ο ΣΥΡΙΖΑ στα 4,5 χρόνια στα χρόνια που βρισκόταν στην εξουσία. Όπως λένε, η προηγούμενη κυβέρνηση επέβαλε συνολικά 29 φόρους, μεταξύ των οποίων ήταν η αύξηση των συντελεστών φόρων εισοδήματος για φυσικά και νομικά πρόσωπα, η μείωση του αφορολόγητου ορίου από τα 9.545 ευρώ στα 5.681 ευρώ, η αύξηση του ΦΠΑ και του ΕΝΦΙΑ στα οικόπεδα, κ.α.
Και όπως τονίζουν κυβερνητικές πηγές, «οι πολίτες θα ακούσουν για τις επιδόσεις της κυβέρνησης, που ο κ. Τσίπρας ζητά να φύγει. Θα κάμουν συγκρίσεις και θα διαπιστώσουν αφενός την ανυπαρξία εναλλακτικής πρότασης από την Αντιπολίτευση και αφετέρου την προσήλωση της κυβέρνησης στις ανάγκες του σήμερα και τις προκλήσεις του αύριο». Σύμφωνα με συνομιλητές του πρωθυπουργού, ακροατήριο αυτής της συζήτησης που διεξάγεται στη Βουλή είναι οι πολίτες και όχι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Οπότε οι παρεμβάσεις θα είναι προσανατολισμένες προκειμένου να απαντήσουν στις αγωνίες και τα προβλήματα των πολιτών και κυρίως για να αναδείξουν τις προοπτικές που ανοίγονται με την εφαρμογή των κυβερνητικών πολιτικών.