Τον τελευταίο καιρό γίνονται εκτεταμένες δημόσιες συζητήσεις για την έξαρση κυκλωμάτων μαστροπείας στη συμπρωτεύουσα, τα αίτια της οποίας, μεταξύ άλλων, αποδίδονται στον νεοπλουτισμό και στη διαμόρφωση μιας νέας κοινωνικής κουλτούρας.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι διαφορετική διότι δεν πρόκειται περί ενός νέου εγκληματικού φαινομένου που πλήττει την ελληνική κοινωνία. Αντιθέτως, πρόκειται για μία χρόνια κοινωνική παθογένεια με βαθιές ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές καταβολές, η οποία εξελίσσεται και διαμορφώνεται ανάλογα με την εξέλιξη της κοινωνίας.
Στην περίοδο του ψυχρού πολέμου κατά την οποία η κοινωνική κινητικότητα ήταν εξαιρετικά περιορισμένη στην ευρωπαϊκή ήπειρο, το φαινόμενο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης γυναικών ήταν επίσης περιορισμένης έκτασης.
Με την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων στην Ευρώπη και συγκεκριμένα από τα μέσα της δεκαετίας του 90 και μετά, το φαινόμενο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης γυναικών εξελίσσεται ραγδαία. Και ο κυριότερος λόγος αυτής της ραγδαίας εξέλιξης είναι το γεγονός ότι τα οργανωμένα κυκλώματα εκμεταλλεύονται τις τεράστιες διαφορές στο βιοτικό επίπεδο μεταξύ των χωρών της ανατολικής και δυτικής Ευρώπης και η προώθηση γυναικών με σκοπό την σεξουαλική εκμετάλλευση βασίζεται στο πρόσχημα μιας καλύτερης ζωής, έτσι ώστε να μετακινούνται με ιδιαίτερη ευκολία από τις ανατολικές στις δυτικές ευρωπαϊκές χώρες.
Το πρόβλημα της μαστροπείας επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο με το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης που επιδρά καταλυτικά τόσο στη χώρα μας όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο από τις αρχές της νέας χιλιετίας. Και τούτο διότι τα κυκλώματα διακίνησης γυναικών επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους πέρα από τον ευρωπαϊκό χώρο και συγκεκριμένα στην ασιατική και αφρικανική ήπειρο, δεδομένου ότι τα κέρδη είναι τεράστια καθόσον πρόκειται για νέες και φθηνές αγορές.
Η Ελλάδα, εν προκειμένω, αποτελεί μέρος του βαλκανικού άξονα που χρησιμοποιούν τα οργανωμένα δίκτυα για τη διακίνηση γυναικών προς τις χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης.
Σήμερα, η μαστροπεία, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, αποτελεί μία από τις κυριότερες εκφάνσεις του οργανωμένου εγκλήματος που αποδίδεται με τον όρο trafficking, αποτελεί κοινωνική μάστιγα για όλες ανεξαιρέτως τις ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με την Eυρωπαϊκή Eπιτροπή, κάθε χρόνο διακινούνται στον ευρωπαϊκό χώρο περίπου 20.000 γυναίκες με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση τους, με ένα μεγάλο ποσοστό, μάλιστα, εξ αυτών να είναι ανήλικες.
Τα αίτια, λοιπόν, της έξαρσης της μαστροπείας τόσο στη χώρα μας όσο και στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό χώρο δεν οφείλονται στον νεοπλουτισμό ούτε αποτελούν μία νέα κοινωνική κουλτούρα. Οφείλονται στηφτωχοποίηση ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της μακροχρόνιας ανεργίας.
Με άλλα λόγια, η φτωχοποίηση και η ανεργία που μαστίζει κυρίως τους νέους, εντείνουν τις κοινωνικές ανισότητες και διευρύνουν το φάσμα των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, οι οποίες αποτελούν τους κύριους στόχους των οργανωμένων δικτύων διακίνησης γυναικών με το πρόσχημα του εύκολου κέρδους. Και, δυστυχώς, ένα μεγάλο μέρος γυναικών πείθονται να συμμετέχουν λόγω των αδυσώπητων οικονομικών αναγκών που αντιμετωπίζουν και στη συνέχεια υφίστανται απειλές, εκβιασμούς και εκφοβισμούς προκειμένου να συνεχιστεί η σεξουαλική εκμετάλλευσης τους.
Στα παραπάνω, βεβαίως, πρέπει να προστεθεί και ο σταδιακός μετασχηματισμός της ελληνικής κοινωνίας, η παραδοσιακή μορφή της οποίας φθίνει συνεχώς μαζί και το αξιακό της σύστημα, το οποίο αντικαθίσταται από νέα ήθη και αντιλήψεις που διαχέονται μέσα από ένα πραγματικό καταιγισμό μηνυμάτων από τα κοινωνικά δίκτυα και τον χαώδη κόσμο του διαδικτύου.
Τούτων δοθέντων, λοιπόν, η μαστροπεία τόσο ως εγκληματικό φαινόμενο όσο και ως μία καταστρεπτική κοινωνική παθογένεια θα συνεχίσει να υφίσταται και παράλληλα θα εκδηλώνει συνεχώς αυξητικές τάσεις, γεγονός που προϊδεάζει αρνητικά τη μελλοντική εξέλιξη της κοινωνίας μας.-
***
*Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και ε.α. Υποστράτηγος της Ελληνικής Αστυνομίας.