Ταξίδι στην Ανταρκτική: Μία όχι και τόσο καλή ιδέα
Είναι μία απομακρυσμένη ήπειρος που γίνεται ολοένα και πιο προσιτή – τη σεζόν 2019-20, ο αριθμός των επισκεπτών που επισκέφθηκαν τα «αξιοθέατα» έφτασε τους 74.000, με τη συντριπτική πλειονότητα να ταξιδεύει με πλοία. Οι επιστημονικές δραστηριότητες στην ήπειρο είναι επίσης σημαντικές, με περισσότερους από 70 ερευνητικούς σταθμούς, που φιλοξενούν συλλογικά χιλιάδες ερευνητές.
Ε...όχι και στην Ανταρκτική!
Αυτή η δραστηριότητα, η οποία προβλέπεται να αυξηθεί στο μέλλον, αφήνει ένα φυσικό αποτύπωμα με μόνιμες συνέπειες.
Σύμφωνα με τη Συνθήκη της Ανταρκτικής, οι τουριστικοί και επιστημονικοί φορείς υποχρεούνται να απομακρύνουν τα απόβλητα από την ήπειρο. Τα σκουπίδια και τα ανθρώπινα απόβλητα πετάγονται ή αποστέλλονται εκτός της ηπείρου για διάθεση σε θερμότερα γεωγραφικά πλάτη. Όμως, ορισμένες μορφές απορριμμάτων δεν απομακρύνονται τόσο εύκολα από την ήπειρο.
Συνθήκη της Ανταρκτικής
Είναι μια πράξη διεθνούς δικαίου, η οποία ρυθμίζει το νομικό καθεστώς της Ανταρκτικής. Δεδομένου ότι η περιοχή αυτή δεν έχει αυτόχθονες πληθυσμούς, οι χώρες που ασκούν δραστηριότητες στην Ανταρκτική δημιούργησαν ένα σύστημα νόμων και συνθηκών που έχουν ως σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος, τη διασφάλιση της ελευθερίας για επιστημονικές έρευνες και την απαγόρευση κάθε στρατιωτικής δράσης στην περιοχή. Η Ανταρκτική είναι μια ουδέτερη περιοχή υπό κοινή διαχείριση των υπογραφόντων της συνθήκης.
Η Συνθήκη της Ανταρκτικής τέθηκε σε ισχύ στις 12 Ιουνίου 1961, υπογεγραμμένη από χώρες που είχαν τότε επιστημονικά συμφέροντα στην ήπειρο: την Αργεντινή, την Αυστραλία, το Βέλγιο, τη Χιλή, τη Γαλλία, την Ιαπωνία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Νορβηγία, τη Νότια Αφρική, τη Σοβιετική Ένωση, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Επί του παρόντος, 53 χώρες είναι συμβαλλόμενα μέρη της συνθήκης και επιπλέον, προστέθηκαν διάφορα έγγραφα, για να ρυθμίσουν π.χ. κανόνες προστασίας της άγριας φύσης ή τη διαχείριση των επιστημονικών σταθμών.
Κάθε δραστηριότητα στην Ανταρκτική – είτε πρόκειται για μηχανοκίνητα τρυπάνια για επιστημονικό σχηματισμό πυρήνων πάγου, είτε για οχήματα για μεταφορά – απαιτεί κατανάλωση καυσίμων. Καθώς καίμε καύσιμα για να ζεσταθούμε ή για να μετακινηθούμε, οι δραστηριότητές μας απελευθερώνουν μικροσκοπικά σωματίδια «μαύρου άνθρακα» (καπνός και αιθάλη).
Σε άλλα μέρη του κόσμου, ο μαύρος άνθρακας απελευθερώνεται σε τεράστιες ποσότητες από τις δασικές πυρκαγιές και την ανθρώπινη δραστηριότητα. Διανύει μεγάλες αποστάσεις - η αιθάλη από τις πυρκαγιές στην Αυστραλία το 2019-20 ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο.
Ωστόσο, στην Ανταρκτική, η οποία είναι απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο από ένα ισχυρό «φράγμα» κυκλικών ανέμων, οι πηγές του μαύρου άνθρακα είναι συνήθως πιο τοπικές.
Γιατί είναι πρόβλημα ο μαύρος άνθρακας
Νέα έρευνα στο περιοδικό Nature Communications έχει ποσοτικοποιήσει εκτενώς τα επίπεδα του μαύρου άνθρακα στο χιόνι κοντά σε ανθρώπινες κατοικίες. Οι επιστήμονες συνέλεξαν αρχικά δείγματα από 28 τοποθεσίες, σε μια έκταση 2.000 χιλιομέτρων του πιο πολυταξιδεμένου τμήματος της Ανταρκτικής, που εκτείνεται από την Ανταρκτική Χερσόνησο έως το εσωτερικό του στρώματος πάγου της Δυτικής Ανταρκτικής.
Αναλύοντας την ποσότητα και τον τύπο των σωματιδίων που απορροφά το χιόνι, οι ερευνητές τεκμηριώνουν πώς η αιθάλη που εκπέμπεται από τον άνθρωπο επηρεάζει τις ιδιότητες του χιονιού της Ανταρκτικής κοντά σε περιοχές υψηλής κυκλοφορίας.
Οι συγκεντρώσεις του μαύρου άνθρακα ήταν χαμηλότερες σε λιγότερο προσβάσιμες τοποθεσίες.
Όλα τα δείγματα από κοντινούς ανθρώπινους οικισμούς έδειξαν επίπεδα μαύρου άνθρακα πολύ πάνω από τα τυπικά επίπεδα υποβάθρου της Ανταρκτικής - ένα σαφές σημάδι ανθρώπινων εκπομπών. Τα αυξημένα επίπεδα μαύρου άνθρακα θα επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο το χιόνι απορροφά το φως, μια ιδιότητα γνωστή ως “albedo (Λευκάγεια)”.
Το χιόνι με χαμηλότερο άλμπεντο θα λιώσει πιο γρήγορα. Ως αποτέλεσμα, η περιεκτικότητα σε μαύρο άνθρακα στα δείγματα χιονιού που συλλέχθηκαν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να εξαχθούν συμπεράσματα, σχετικά με το εάν οι ρυθμοί τήξης του χιονιού μπορεί να έχουν αυξηθεί λόγω της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Οι επιστήμονες εκπέμπουν ακόμη περισσότερες συγκεντρώσεις μαύρου άνθρακα κατά κεφαλήν, σε σύγκριση με τους τουρίστες.
Τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά. Σε πληγείσες περιοχές κοντά σε ανθρώπινους οικισμούς στην Ανταρκτική Χερσόνησο, ο μαύρος άνθρακας που παράγεται από τον άνθρωπο μπορεί να προκαλεί την τήξη του επιφανειακού χιονιού έως και 23 χιλιοστά κάθε καλοκαίρι.
Τουρισμός με μέτρο
Όταν εξετάζουν συγκεκριμένα τουριστικές δραστηριότητες, οι ερευνητές υπολογίζουν ότι κάθε επισκέπτης μεταξύ 2016 και 2020 έλιωνε ουσιαστικά περίπου 83 μετρικούς τόνους χιονιού, κυρίως λόγω των εκπομπών από κρουαζιερόπλοια.
Οι επιστημονικές δραστηριότητες δεν εξαιρούνται – στην πραγματικότητα, οι σταθμοί επιστημονικής έρευνας συμβάλλουν σημαντικά στον ρυθμό τήξης του χιονιού μέσω της λειτουργίας εξοπλισμού και οχημάτων, όλο το χρόνο.
Καθώς αυξάνεται η ανθρώπινη δραστηριότητα στην Ανταρκτική, τόσο θα αυξάνονται και τα παράπλευρα αποτελέσματα. Η έρευνα για αυτές τις πραγματικές και πιθανές βλάβες παρέχει ζωτικής σημασίας πληροφορίες για το πώς θα μπορούσαν να μετριαστούν, ή να αποφευχθούν εντελώς. Για να ελαχιστοποιήσουμε τη ζημιά στην άγρια ζωή και το περιβάλλον, πρέπει να διασφαλίσουμε, δηλαδή, ότι τόσο η έρευνα όσο και ο τουρισμός τυγχάνουν προσεκτικής διαχείρισης.
πηγή: Science alert