Διπλός ο «πονοκέφαλος» της κυβέρνησης για το ενεργειακό
Με το που ξέσπασε η κρίση στην Ουκρανία, σήμανε συναγερμός στην κυβέρνηση καθώς οι εξελίξεις μπορεί να προκαλέσουν ένα ντόμινο προβλημάτων και για την Ελλάδα με βασικότερο –τουλάχιστον στην παρούσα φάση- αυτό της προμήθειας φυσικού αερίου.
Για αυτό και οι συσκέψεις είναι συνεχείς στο Μέγαρο Μαξίμου, με στόχο να εξετασθούν όλες οι πιθανές εξελίξεις και να ληφθούν έγκαιρα οι κατάλληλες πρωτοβουλίες και δράσεις για να μην υπάρξει έλλειψη φυσικού αερίου στην εσωτερική αγορά.
Για την ώρα πάντως από την κυβέρνηση διαβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ο εφοδιασμός με φυσικό αέριο και να συνεχίζεται απρόσκοπτα, μέσω εισροών LNG, τροποποιήσεων στο μείγμα που χρησιμοποιείται για την ηλεκτροπαραγωγή και αξιοποίησης του αγωγού από το Αζερμπαϊτζάν.
Οι ανατιμήσεις στην ενέργεια «καίνε» τους καταναλωτές
Αυτό όμως που επίσης απασχολεί πολύ την κυβέρνηση, είναι το θέμα των πληθωριστικών πιέσεων εξαιτίας της αυξημένης τιμής της ενέργειας. Κάτι που έχει ως αποτέλεσμα οι καταναλωτές να λαμβάνουν πολύ υψηλούς λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων να έχει αυξηθεί κατά πολύ ενώ επηρεάζεται αρνητικά και το κόστος παραγωγής προϊόντων και οι μεταφορές. Και αυτές οι αυξήσεις περνάνε πλέον στο καλάθι της νοικοκυράς. Τα έντονα παράπονα που διατυπώνονται το τελευταίο διάστημα από καταναλωτικές οργανώσεις, νοικοκυριά και επιχειρήσεις προκαλούν συνθήκες πίεσης στην κυβέρνηση η οποία μέχρι τώρα προσπαθεί να ενισχύσει το εισόδημα των πολιτών μέσω κρατικής επιδότησης στους λογαριασμούς ενέργειας. Επειδή όμως δεν φαίνεται να αντιμετωπίζονται οι συνέπειες των ανατιμήσεων, αναζητείται πλέον πιο αποτελεσματική παρέμβαση, αυτή τη φορά μέσω Βρυξελλών, καθώς πιέζεται το εισόδημα των πολιτών σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε χθες (23/2) από το Βουκουρέστι ότι θα θέσει το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημειώνοντας ότι είναι επιτακτική η ανάγκη να τεθεί προς συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο το θέμα της ενέργειας. Όπως λένε από την κυβέρνηση, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναληφθεί πλέον μία ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, στην ίδια λογική με αυτή που επικράτησε όταν η Ευρώπη αποφάσισε να αντιμετωπίσει με πνεύμα συνεργασίας τις συνέπειες της πανδημίας. «Χρειάζεται μια ευρωπαϊκή απάντηση σε ένα πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν όλα τα κράτη-μέλη και έχει παντού έναν σοβαρό δημοσιονομικό αντίκτυπο», υπογραμμίζουν από το Μέγαρο Μαξίμου και σημειώνουν ότι «η ΕΕ διαθέτει εργαλεία, όπως οι πωλήσεις των δικαιωμάτων ρύπων, έχει αποδείξει ότι μπορεί να επιδείξει ευελιξία σε ό,τι αφορά τους δημοσιονομικούς κανόνες όταν οι περιστάσεις το απαιτούν και ταυτόχρονα μπορεί να αξιοποιήσει το ειδικό βάρος που έχει ως μία μεγάλη ενιαία αγορά». Αυτό που επίσης τονίζουν κυβερνητικές πηγές είναι ότι «σε κάθε περίπτωση, η ΕΕ μπορεί και πρέπει να δράσει συντονισμένα προκειμένου να μην βασίζεται σε τόσο μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές της Ρωσίας, τη στιγμή που ο πρώην πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντεφ κάνει λόγο αέριο που θα κοστίζει 2.000 ευρώ ανά 1.000 κυβικά μέτρα».
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να υπάρξει ευρωπαϊκή συμφωνία για λήψη έκτακτων μέτρων αλλά και ταχύτητα στην υλοποίηση των όποιων αποφάσεων, κάτι για το οποίο όμως δεν φημίζονται οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί. Και αν στην Ελλάδα το πρόβλημα παραμείνει ή το χειρότερο ενταθεί, τότε η κατάσταση για πολλά νοικοκυριά μπορεί να φτάσει σε οριακό επίπεδο. Και αυτό μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τις πολιτικές εξελίξεις, καθώς το 2022 είναι ούτως ή άλλως προεκλογική χρονιά.