Η κυβέρνηση μιλά για αύξηση του πλούτου, αλλά οι ανισότητες διευρύνονται
Το πλουσιότερο 10% συγκεντρώνει το 45% του συνολικού καθαρού πλούτου, επιβεβαιώνοντας τη συγκέντρωση οικονομικής ισχύος σε ένα μικρό τμήμα του πληθυσμού.
Η αύξηση του καθαρού πλούτου των ελληνικών νοικοκυριών στα 963 δισ. ευρώ το δεύτερο τρίμηνο του 2024 αποτυπώνει μια θετική οικονομική δυναμική, ωστόσο, η εικόνα δεν είναι απόλυτα αισιόδοξη. Η ανισομερής κατανομή, η ακρίβεια, η δυσκολία πρόσβασης στη στέγαση και η εξάρτηση από τις αγορές δημιουργούν προκλήσεις. Παράλληλα, το υψηλό κόστος διαβίωσης και το ιδιωτικό χρέος περιορίζουν την πραγματική οικονομική ευημερία. Έτσι, παρά τη βελτίωση, η καθημερινότητα πολλών νοικοκυριών παραμένει δύσκολη.
Τα 963 δισ. ευρώ περιλαμβάνουν καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα και ακίνητα, μείον το ιδιωτικό χρέος, και αποτυπώνουν μια αύξηση της τάξης του 28,5% σε σχέση με το 2022 και 40,1% συγκριτικά με το 2020.
Όπως επισημαίνει το υπουργείο Οικονομικών, η αύξηση αυτή είναι αποτέλεσμα της ανόδου όλων των επιμέρους συνιστωσών, καθώς στο διάστημα αυτό ενισχύθηκαν τόσο ο γενικός δείκτης του Χρηματιστηρίου όσο και οι τιμές των ελληνικών ομολόγων, ενώ οι καταθέσεις και η αξία των ακινήτων παρουσίασαν επίσης σημαντική άνοδο. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, από το 2020 οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 57 δισ. ευρώ, με το 56% αυτής της αύξησης να προέρχεται από τα νοικοκυριά.
Παράλληλα, η αύξηση του καθαρού πλούτου των ελληνικών νοικοκυριών δεν αποδίδεται μόνο στην άνοδο των αξιών, αλλά και στη μείωση του ιδιωτικού χρέους, το οποίο υποχώρησε κατά 9,7% σε σχέση με το 2022.
Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ η κατανομή του πλούτου στην Ελλάδα εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από έντονες ανισότητες. Ο δείκτης Gini καταγράφει σημαντική απόκλιση μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων, με το φτωχότερο 50% του πληθυσμού να κατέχει μόλις το 12% του συνολικού καθαρού πλούτου. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τη δυσκολία μεγάλου μέρους των πολιτών να συγκεντρώσουν ή να διατηρήσουν περιουσιακά στοιχεία, ενώ παράλληλα περιορίζει τις δυνατότητές τους για οικονομική ανέλιξη.
Την ίδια στιγμή, το πλουσιότερο 10% συγκεντρώνει το 45% του συνολικού καθαρού πλούτου, επιβεβαιώνοντας τη συγκέντρωση οικονομικής ισχύος σε ένα μικρό τμήμα του πληθυσμού. Το υπόλοιπο 40% κατέχει το 44% του πλούτου, γεγονός που αποτυπώνει την ύπαρξη μιας μεσαίας τάξης με μερίδιο στον οικονομικό χάρτη, αλλά και μια διαρκή απόσταση από τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.