Εύσημα και προειδοποιήσεις του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία
Στην έκθεση του ΔΝΤ αναγνωρίζεται η πρόοδος της Ελλάδας στον τομέα της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Η Ελλάδα συνεχίζει την αναπτυξιακή της πορεία με σταθερούς ρυθμούς και ενισχυμένη δημοσιονομική βιωσιμότητα, σύμφωνα με τη σημερινή δήλωση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας.
Στην ανακοίνωση του Ταμείου τονίζεται ότι το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας εξακολούθησε να αναπτύσσεται με σταθερούς ρυθμούς το 2024, σημειώνοντας αύξηση 2,3% κατά τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους. Η ανάπτυξη αυτή υποστηρίχθηκε από την ισχυρή εγχώρια ζήτηση, τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης (NGEU) και τη διατήρηση υψηλών επιπέδων ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω της αύξησης του πραγματικού εισοδήματος. Η ανεργία σημείωσε ιστορικό χαμηλό από το 2009, πέφτοντας στο 9,5% το τρίτο τρίμηνο του έτους, ενώ η αγορά εργασίας δείχνει σημάδια περαιτέρω ενίσχυσης, με την άνοδο των κενών θέσεων εργασίας σε τομείς όπως οι κατασκευές, ο τουρισμός και οι υπηρεσίες υψηλής εξειδίκευσης.
Στην έκθεση του ΔΝΤ αναγνωρίζεται επίσης η πρόοδος της Ελλάδας στον τομέα της δημοσιονομικής προσαρμογής. Η συνεχιζόμενη εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών έχει οδηγήσει στη σημαντική μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, ο οποίος εκτιμάται ότι έχει υποχωρήσει κατά περισσότερες από 50 ποσοστιαίες μονάδες από το 2020. Οι ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξης, ο υψηλός πληθωρισμός και η ουσιαστική πρόοδος στη μείωση της φοροδιαφυγής διατήρησαν τη θετική δυναμική των φορολογικών εσόδων, παρά τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες από το 2019.
Η έκθεση αναφέρεται και στη βελτίωση του τραπεζικού συστήματος, σημειώνοντας ότι η ποιότητα των τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων έχει ενισχυθεί, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων να μειώνεται στο 3% το τρίτο τρίμηνο του 2024. Τα κέρδη των τραπεζών παραμένουν ισχυρά, ενώ οι εκδόσεις κεφαλαιακών μέσων έχουν ενισχύσει την κεφαλαιακή επάρκεια.
Ωστόσο, το Ταμείο επισημαίνει την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης της κεφαλαιακής βάσης, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση των τραπεζών από τους αναβαλλόμενους φόρους (DTCs), καθώς και τη σημασία της διατήρησης ισχυρών μηχανισμών εποπτείας για τον έλεγχο των πιστωτικών κινδύνων.
Όσον αφορά τις μελλοντικές προοπτικές, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική, με το ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 2,1% το 2025, πριν μετριαστεί σε χαμηλότερα επίπεδα μεσοπρόθεσμα. Οι επενδύσεις, κυρίως μέσω των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, αναμένεται να παραμείνουν βασικός μοχλός ανάπτυξης, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση θα συνεχίσει να στηρίζεται από τις θετικές τάσεις στην αγορά εργασίας και την αύξηση των εισοδημάτων.
Παρά τη θετική εικόνα, το Ταμείο επισημαίνει και τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Οι πιθανές επιπτώσεις από την επιβράδυνση της ανάπτυξης στις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης, οι γεωπολιτικές εντάσεις και η παγκόσμια οικονομική αβεβαιότητα μπορεί να επηρεάσουν τις προοπτικές της Ελλάδας. Επίσης, η διατήρηση υψηλών ρυθμών αύξησης των μισθών και των τιμών των υπηρεσιών μπορεί να παρατείνει την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, ασκώντας πιέσεις στο κόστος διαβίωσης και την ανταγωνιστικότητα.
Το ΔΝΤ υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης του μεταρρυθμιστικού ρυθμού για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις πολιτικές δημοσιονομικής εξυγίανσης με τρόπο φιλικό προς την ανάπτυξη, να ενισχύσει τη φορολογική συμμόρφωση, να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των δημόσιων επενδύσεων και να προχωρήσει σε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η διατήρηση του σημερινού μεταρρυθμιστικού ρυθμού, σε συνδυασμό με τις στρατηγικές επενδύσεις σε υποδομές, ψηφιακή τεχνολογία και την πράσινη μετάβαση, θα επιτρέψει στην Ελλάδα να ενισχύσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της, διασφαλίζοντας βιώσιμη ανάπτυξη και μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα.