Διαγωνισμός ΕΣΔΙ Δικαστικών Υπαλλήλων 2025 – Μελέτη διατάξεων 17-18, 22-31, 36-39, 66 & 92 (ΚΟΔΚΔΛ)

Σήμερα θα μελετήσουμε τις υπόλοιπες διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Ν.4938/2022), θα δώσουμε με bullets τι πρέπει να κρατήσετε από όλη αυτήν την ύλη ενώ στη συνέχεια θα σας δοθούν τα θέματα πάνω στις συγκεκριμένες διατάξεις που έχουν τεθεί έως σήμερα στην πρώτη φάση του εισαγωγικού διαγωνισμού των δικαστικών υπαλλήλων.
Ο 4ος Εισαγωγικός Διαγωνισμός της ΕΣΔι Δικαστικών Υπαλλήλων αναμένεται να διεξαχθεί εντός του 1ου εξαμήνου του 2025, προσφέροντας πλήθος θέσεων για την κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ). Ο διαγωνισμός αυτός παρέχει μια εξαιρετική ευκαιρία για όσους επιθυμούν να ενταχθούν στο σώμα των δικαστικών υπαλλήλων, αναλαμβάνοντας ρόλους υποστήριξης και οργάνωσης στα δικαστήρια και εισαγγελίας της χώρας.
Η εξεταστέα ύλη στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (μέχρι αυτή που ίσχυε μέχρι την Γ’ Σειρά ΕΣΔι Δικαστικών Υπαλλήλων) είναι η ακόλουθη:
⦁ Άρθρα 1-2 (έκταση εφαρμογής, ίδρυση, συγχώνευση, κατάργηση, περιφέρεια και έδρα δικαστηρίων)
⦁ Άρθρα 3-13 (αριθμός και κατανομή οργανικών θέσεων, συγκρότηση των δικαστηρίων, τμήματα, γραμματεία των δικαστηρίων και των εισαγγελιών κ.λπ.)
⦁ Άρθρα 14-16 (δικαστικά συμβούλια και ολομέλειες)
⦁ Άρθρα 17-18 & 22-26 (διεύθυνση δικαστηρίων και εισαγγελιών)
⦁ Άρθρο 27 (Άρειος Πάγος)
⦁ Άρθρα 28-29 (Εισαγγελία)
⦁ Άρθρα 30-31 (Πολιτικά και Ποινικά Δικαστήρια)
⦁ Άρθρο 36 (Διοικητικά δικαστήρια)
⦁ Άρθρα 37-39 (Νομική φύση της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο – Διάρθρωση της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο – Αρμοδιότητες Γενικού Επιτρόπου)
⦁ Άρθρο 66 (Βαθμοί ιεραρχίας – Αντιστοιχία – Προβάδισμα δικαστικών λειτουργών)
⦁ Άρθρο 92 (Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών)
Από τα παραπάνω, σήμερα θα ασχοληθούμε με τις διατάξεις των άρθρων 17-18, 22-31, 36-39, 66 & 92 ως ακολούθως:
Άρθρο 17 (Διεύθυνση δικαστηρίων)
1.Τα δικαστήρια διευθύνονται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου και, αν οι πρόεδροι είναι περισσότεροι, από τον αρχαιότερο.
2. Τα πολιτικά και διοικητικά Εφετεία και Πρωτοδικεία Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά διευθύνονται από τριμελές συμβούλιο.
3. Το συμβούλιο αποτελείται:
α) για τα πολιτικά και διοικητικά Εφετεία Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά, από έναν (1) πρόεδρο εφετών ως πρόεδρο και δύο (2) εφέτες ως μέλη,
β) για τα πολιτικά και διοικητικά Πρωτοδικεία Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά, από έναν (1) πρόεδρο πρωτοδικών ως πρόεδρο και δύο (2) πρωτοδίκες ως μέλη,
γ) [Καταργείται].
4. Ο πρόεδρος και τα μέλη των συμβουλίων και οι αναπληρωτές τους εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία από τις ολομέλειες των οικείων δικαστηρίων, οι οποίες συνέρχονται αυτοδικαίως για τον σκοπό αυτό ανά δύο (2) έτη την 11η πρωινή ώρα του τρίτου Σαββάτου του μηνός Σεπτεμβρίου. Αν κατά τη συνεδρίαση αυτή δεν υπάρχει η απαρτία που προβλέπεται στα δύο πρώτα εδάφια της παρ. 4 του άρθρου 15, οι ολομέλειες συνέρχονται την ίδια ώρα του επόμενου Σαββάτου και η εκλογή γίνεται από τα παρόντα κατά τη συνεδρίαση μέλη. Υποψήφιοι για τη θέση του προέδρου του συμβουλίου είναι υποχρεωτικά οι αρχαιότεροι, σε αριθμό ίσο με το ένα τέταρτο (1/4) κατά σειρά αρχαιότητας, από τους υπηρετούντες προέδρους στο Πρωτοδικείο Αθηνών και σε αριθμό ίσο με το ένα δεύτερο (1/2) κατά σειρά αρχαιότητας από τους υπηρετούντες προέδρους στα λοιπά δικαστήρια. Για τις θέσεις των μελών του συμβουλίου, υποψήφιοι είναι υποχρεωτικά οι αρχαιότεροι εφέτες και πρωτοδίκες, που υπηρετούν στα παραπάνω δικαστήρια, και σε αριθμό ίσο με το ένα δεύτερο (1/2) των υπηρετούντων στο δικαστήριο δικαστών. Για τις θέσεις των μελών του συμβουλίου διεύθυνσης των πολιτικών δικαστηρίων του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, στα οποία υπηρετούν δικαστές ειδικής επετηρίδας, υποψήφιοι δύνανται να είναι και οι αρχαιότεροι δικαστές της ειδικής επετηρίδας σε αριθμό ίσο με το ένα δεύτερο (1/2) των εξ αυτών υπηρετούντων. Οι ως άνω περιορισμοί στον αριθμό των υποψηφίων δεν ισχύουν αν οι υποψήφιοι που προκύπτουν από αυτούς δεν είναι τουλάχιστον δέκα (10). Στις περιπτώσεις αυτές, εκλόγιμοι είναι οι δέκα (10) αρχαιότεροι δικαστές. Δεν περιλαμβάνονται στους εκλόγιμους οι δικαστές που κατά τον χρόνο της εκλογής έχουν κριθεί προακτέοι με απόφαση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου σε βαθμό ανώτερο του απαιτούμενου για τη θέση του προέδρου ή του μέλους του συμβουλίου. Κάθε αμφιβολία ή ζήτημα σχετικά με το περιεχόμενο του καταλόγου ή την εκλογική διαδικασία επιλύεται από την ολομέλεια πριν από την έναρξη της ψηφοφορίας. Η εκλογή διενεργείται από τριμελή εφορευτική επιτροπή, που αποτελείται από τον νεότερο πρόεδρο και τους δύο (2) νεότερους από τους υπηρετούντες δικαστές, με χωριστά ψηφοδέλτια για τον πρόεδρο και τα μέλη, στα οποία αναγράφονται με αλφαβητική σειρά τα ονόματα των εκλόγιμων. Κάθε μέλος της ολομέλειας εκφράζει την προτίμησή του σε έναν μόνο υποψήφιο πρόεδρο και μέχρι δύο (2) από τα μέλη, με σταυρό προτίμησης που τίθεται στο ψηφοδέλτιο δίπλα από το όνομα του υποψηφίου. Πρόεδρος του συμβουλίου εκλέγεται ο υποψήφιος που έλαβε τις περισσότερες ψήφους και ο αμέσως επόμενος σε αριθμό ψήφων εκλέγεται αναπληρωτής του. Τακτικά μέλη του συμβουλίου εκλέγονται οι δύο (2) πρώτοι κατά σειρά ψήφων και οι δύο επόμενοι εκλέγονται αναπληρωτές τους. Αν υπάρξει ισοψηφία, διενεργείται κλήρωση από την εφορευτική επιτροπή.
5. Η θητεία του συμβουλίου είναι διετής. Αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους της εκλογής και λήγει, μετά από την πάροδο δύο (2) ετών, την 30ή Σεπτεμβρίου. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου ως προέδρου ή τακτικού μέλους συμβουλίου στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας δεν επιτρέπεται. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επανεκλογή του ίδιου προσώπου ως προέδρου ή τακτικού μέλους συμβουλίου στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας σε περίπτωση που η πρώτη θητεία του δεν υπερέβη το χρονικό διάστημα του ενός (1) έτους. Ο πρόεδρος δεν επιτρέπεται να μετατεθεί για οποιονδήποτε λόγο. Σε περίπτωση προαγωγής, παραμένει στη θέση του και ασκεί τα καθήκοντά του έως τη λήξη της θητείας του. Τα τακτικά μέλη του συμβουλίου δεν επιτρέπεται να μετατεθούν, εκτός εάν προαχθούν, οπότε τη θέση τους καταλαμβάνουν οι αναπληρωματικοί κατά τη σειρά των ψήφων που έλαβαν. Ο πρόεδρος και τα τακτικά μέλη του συμβουλίου εκπίπτουν από τη θέση τους, εάν τους επιβληθεί πειθαρχική ποινή βαρύτερη της επίπληξης. Αν οι ανωτέρω αδυνατούν προσωρινά να ασκήσουν τα καθήκοντά τους, αναπληρώνονται από τους αναπληρωτές τους και οι τελευταίοι από τους επόμενους κατά σειρά ψήφων δικαστές και, σε κάθε περίπτωση, από τους αρχαιότερους δικαστές που υπηρετούν στο οικείο εφετείο ή πρωτοδικείο, για τους οποίους δεν συντρέχουν τα κωλύματα της παρ. 6. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή με οποιονδήποτε τρόπο εξόδου από την υπηρεσία του προέδρου, των τακτικών και των αναπληρωματικών μελών του συμβουλίου, τη θέση τους καταλαμβάνουν οι αμέσως επόμενοι κατά σειρά ψήφων δικαστές. Η θητεία των ανωτέρω λήγει μαζί με τη θητεία των λοιπών μελών. Κατ’ εξαίρεση, αν η απομένουσα θητεία του προέδρου ή τακτικού μέλους υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, διεξάγεται, για την κενή ή τις κενές θέσεις, αναπληρωματική εκλογή, για την οποία εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία της παρ. 4.
6. Η θέση του προέδρου και των μελών του συμβουλίου είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου δικαστικών ενώσεων.
Δεν μπορεί να είναι υποψήφιοι ως πρόεδροι και ως μέλη συμβουλίων, όσοι:
α) έχουν τιμωρηθεί με οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή, εκτός από την επίπληξη, ή έχει κινηθεί εναντίον τους η διαδικασία για να τεθούν εκτός υπηρεσίας ή έχουν τεθεί εκτός αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 69,
β) εναντίον τους εκκρεμεί ποινική δίωξη για κακούργημα ή πλημμέλημα που τελέστηκε με δόλο,
γ) έχουν κριθεί μη προακτέοι στον επόμενο βαθμό από αυτόν που κατέχουν.
7. Τα όργανα που διευθύνουν τα δικαστήρια έχουν τις εξής αρμοδιότητες:
α) Το τριμελές συμβούλιο: αα) ορίζει τους δικαστές και δικαστικούς υπαλλήλους που μετέχουν σε επιτροπές, συλλογικά όργανα της διοίκησης, συμβούλια ή άλλα μη δικαιοδοτικά όργανα, που προβλέπονται από τον νόμο ή τον κανονισμό του δικαστηρίου,
αβ) καταρτίζει τις συνθέσεις των τμημάτων του δικαστηρίου πριν από την έναρξη του δικαστικού έτους, εφόσον ο νόμος ή ο κανονισμός του δικαστηρίου δεν ορίζει διαφορετικά. Στα δικαστήρια, όπου λειτουργούν περισσότερα από δύο (2) τμήματα, ο δικαστής δεν επιτρέπεται να υπηρετεί στο ίδιο τμήμα του δικαστηρίου πέραν της εξαετίας. Στην εξαετία αυτή συνυπολογίζεται και ο προγενέστερος της έναρξης ισχύος του παρόντος χρόνος υπηρεσίας στο ίδιο τμήμα,
αγ) παραπέμπει τα σημαντικά θέματα στην ολομέλεια του δικαστηρίου,
αδ) αποφασίζει για οποιοδήποτε άλλο θέμα, το οποίο δεν υπάγεται ρητά από τον νόμο ή τον κανονισμό στην αρμοδιότητα του προέδρου του συμβουλίου ή της ολομέλειας (τεκμήριο αρμοδιότητας),
αε) κατανέμει δικαστικούς υπαλλήλους στα διάφορα τμήματα και υπηρεσίες του δικαστηρίου,
αστ) μετακινεί δικαστές από ένα τμήμα σε άλλο κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους, εφόσον το επιβάλλουν ειδικές υπηρεσιακές ανάγκες.
Το συμβούλιο αποφασίζει κατά πλειοψηφία και πάντοτε με τριμελή σύνθεση.
β) Ο πρόεδρος του συμβουλίου: βα) εκπροσωπεί το δικαστήριο και φροντίζει για την εύρυθμη διεξαγωγή των εργασιών του, ββ) αποφασίζει για τη σύγκληση της ολομέλειας του δικαστηρίου στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τον νόμο ή τον κανονισμό του δικαστηρίου, καθορίζει την ημερήσια διάταξη και διευθύνει τις εργασίες της,
βγ) ορίζει τους κατά το άρθρο 5 αναπληρωτές δικαστές, βδ) προσδιορίζει κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους, σε επείγουσες περιπτώσεις, συζητήσεις υποθέσεων καθ’ υπέρβαση του αριθμού που έχει καθοριστεί από την ολομέλεια ή τον κανονισμό του δικαστηρίου και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατό (20%) του αριθμού αυτού,
βε) συγκαλεί το συμβούλιο με πρόσκληση που επιδίδεται με απόδειξη στα μέλη του συμβουλίου και εκτελεί τις αποφάσεις του συμβουλίου και της ολομέλειας του δικαστηρίου,
βστ) έχει την επιμέλεια της αλληλογραφίας του δικαστηρίου,
βζ) προΐσταται της γραμματείας του δικαστηρίου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 11,
βη) εγκρίνει τη χορήγηση αντιγράφων, βθ) βεβαιώνει την ιδιότητα και το γνήσιο της υπογραφής των δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων, βι) αποφαίνεται για τις αιτήσεις κατά προτίμηση προσδιορισμού συζήτησης υπόθεσης σε σύντομη δικάσιμο. Οι κατά προτίμηση προσδιοριζόμενες υποθέσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν τον αριθμό που έχει καθοριστεί από την ολομέλεια ή τον κανονισμό του δικαστηρίου,
βια) ορίζει το ανακριτικό τμήμα, στο οποίο εισάγεται κάθε υπόθεση για την οποία παραγγέλθηκε κύρια ανάκριση,
βιβ) ορίζει έναν (1) δικαστικό υπάλληλο που υπηρετεί στο δικαστήριο ως υπεύθυνο για ζητήματα πρόσβασης των ατόμων με αναπηρία, ενημέρωσής τους, και διευκόλυνσης της εξυπηρέτησής τους.
Στην άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών ο πρόεδρος επικουρείται από τα μέλη του συμβουλίου, στα οποία μπορεί να αναθέτει ορισμένες από αυτές.
γ) Ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο, ασκεί όλες τις αρμοδιότητες του τριμελούς συμβουλίου και του προέδρου του.
8. Σε περίπτωση λήψης από δικαστικό λειτουργό άδειας απουσίας από την υπηρεσία για οποιονδήποτε
λόγο, συνεχόμενης διάρκειας ενός (1) τουλάχιστον μηνός, η υπηρεσιακή χρέωσή του μετά από τη λήξη της άδειάς του είναι ανάλογη με τον χρόνο της πραγματικής υπηρεσίας του κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου δικαστικού έτους. Ειδικά, αν η άδεια απουσίας του δικαστικού λειτουργού από την υπηρεσία του οφείλεται σε λόγο υγείας, συνεκτιμάται για την υπηρεσιακή του χρέωση και η κατάσταση της υγείας του μετά από τη λήξη της άδειάς του.
9. Οι πράξεις και οι αποφάσεις του τριμελούς συμβουλίου για όλα τα θέματα των αρμοδιοτήτων του, καθώς και του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο για τις αντίστοιχες αρμοδιότητες, υπόκεινται σε προσφυγή στην ολομέλεια του δικαστηρίου, που συγκαλείται σύμφωνα με την περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 15, καθώς και αν ζητηθεί από το μέλος ή τα μέλη της ολομέλειας, στα οποία αφορούν οι πράξεις και οι αποφάσεις αυτές, ή από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους για θέματα που άπτονται της άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος. Οι πράξεις και αποφάσεις του τριμελούς συμβουλίου κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της υποπερ. αστ’ της περ. α’ της παρ. 7, καθώς και οι αντίστοιχες του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, υπόκεινται σε προσφυγή στην ολομέλεια του δικαστηρίου, σύμφωνα με την περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 15.
10. Στα δικαστήρια, στα οποία δεν εκλέγονται διοικήσεις και στα οποία υπηρετούν περισσότεροι του ενός (1) πρόεδροι, δεν μπορεί να ασκεί τη διεύθυνση αυτού ο πρόεδρος για τον οποίο συντρέχουν τα κωλύματα της παρ. 6. Στα δικαστήρια αυτά δεν μπορεί να ασκεί καθήκοντα διεύθυνσης ο ίδιος πρόεδρος για περισσότερα από δύο (2) συνεχόμενα έτη, αν πρόκειται για πολιτικά δικαστήρια και για περισσότερα από τέσσερα (4) συνεχόμενα έτη, αν πρόκειται για διοικητικά δικαστήρια. Στο χρονικό διάστημα, πέραν του οποίου δεν μπορεί να ασκήσει καθήκοντα διεύθυνσης ο ίδιος δικαστικός λειτουργός, συνυπολογίζεται και ο προγενέστερος της ενάρξεως ισχύος της ως άνω διατάξεως χρόνος διεύθυνσης στο ίδιο δικαστήριο. Στα πολιτικά δικαστήρια του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας στα οποία κατά την έναρξη ισχύος του ν. 5108/2024 (Α’ 65) υπηρετούν άνω των τριάντα (30) δικαστικοί λειτουργοί, η θητεία του διευθύνοντος το δικαστήριο παρατείνεται για ένα (1) έτος.
Άρθρο 18 (Διεύθυνση εισαγγελιών)
1. Την εισαγγελία διευθύνει ο εισαγγελέας, ο οποίος ασκεί τις αρμοδιότητες της παρ. 7 του άρθρου 17. Αν στην ίδια εισαγγελία υπηρετούν περισσότεροι εισαγγελείς, τη διεύθυνση ασκεί ο αρχαιότερος, εφόσον στο πρόσωπό του δεν συντρέχουν τα κωλύματα που προβλέπονται στην παρ. 6 του άρθρου 17. Ο διευθύνων την εισαγγελία του πρωτοδικείου της έδρας ορίζει, με πράξη του, τον ή τους εισαγγελείς της παράλληλης έδρας, καθώς και τα καθήκοντά τους.
2. Η Εισαγγελία Εφετών Αθηνών και οι Εισαγγελίες Πρωτοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης διευθύνονται από τον εισαγγελέα που εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία από τις ολομέλειες των οικείων εισαγγελιών, οι οποίες συνέρχονται αυτοδικαίως για τον σκοπό αυτόν ανά δύο (2) έτη την 11η πρωινή ώρα του τρίτου Σαββάτου του μηνός Σεπτεμβρίου. Αν κατά τη συνεδρίαση αυτή δεν υπάρχει απαρτία, οι ολομέλειες συνέρχονται την ίδια ώρα του επόμενου Σαββάτου και η εκλογή γίνεται από τα μέλη που είναι παρόντα.
Υποψήφιοι είναι υποχρεωτικά οι αρχαιότεροι εισαγγελείς σε αριθμό ίσο με το ένα δεύτερο (1/2) κατά σειρά αρχαιότητας από τους υπηρετούντες.
Η εκλογή διενεργείται από τριμελή εφορευτική επιτροπή, που αποτελείται από τον νεότερο εισαγγελέα και τους δύο (2) νεότερους από τους υπηρετούντες αντεισαγγελείς.
Τα ονόματα των εκλόγιμων αναγράφονται με αλφαβητική σειρά σε ένα ψηφοδέλτιο και κάθε μέλος της ολομέλειας εκφράζει την προτίμησή του σε έναν μόνο υποψήφιο, με σταυρό προτίμησης που τίθεται στο ψηφοδέλτιο δίπλα από το όνομα του υποψηφίου.
Ως διευθύνων την εισαγγελία εκλέγεται ο υποψήφιος που έλαβε τις περισσότερες ψήφους και ο αμέσως επόμενος σε αριθμό ψήφων εκλέγεται αναπληρωτής του. Αν υπάρξει ισοψηφία, διενεργείται κλήρωση από την εφορευτική επιτροπή.
3. Η θητεία των ανωτέρω είναι διετής. Αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους της εκλογής και λήγει, μετά από την πάροδο δύο (2) ετών, την 30ή Σεπτεμβρίου. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου ως διευθύνοντος στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας, δεν επιτρέπεται. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επανεκλογή του ίδιου προσώπου στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας αν η πρώτη θητεία του δεν υπερέβη το χρονικό διάστημα του ενός (1) έτους. Οι εισαγγελείς που διευθύνουν τις παραπάνω εισαγγελίες, δεν επιτρέπεται να μετατεθούν για οποιονδήποτε λόγο. Σε περίπτωση προαγωγής, παραμένουν στη θέση τους και ασκούν τα καθήκοντά τους έως τη λήξη της θητείας τους. Οι ανωτέρω εισαγγελείς εκπίπτουν από τη θέση τους, εάν τους επιβληθεί πειθαρχική ποινή βαρύτερη της επίπληξης. Αν αδυνατούν προσωρινά να ασκήσουν τα καθήκοντα τους, αναπληρώνονται από τον αναπληρωτή τους και ο τελευταίος από τον επόμενο κατά σειρά ψήφων εισαγγελέα και, σε κάθε περίπτωση, από τον αρχαιότερο εισαγγελέα που υπηρετεί στην οικεία εισαγγελία, για τον οποίο δεν συντρέχουν τα κωλύματα της παρ. 6 του άρθρου 17. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης από το αξίωμα ή καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εξόδου από την υπηρεσία του διευθύνοντος, διενεργείται συμπληρωματική εκλογή, εντός μηνός, στην οποία εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 17. Μέχρι την ανάδειξη νέου διευθύνοντος την εισαγγελία τα καθήκοντά του ασκεί ο αναπληρωτής του. Η θητεία του εκλεγομένου με συμπληρωματική εκλογή διαρκεί έως τον χρόνο λήξης της θητείας του θανόντος, του παραιτούμενου ή του καθ’ οιονδήποτε τρόπον εξελθόντος από την υπηρεσία.
4. Η θέση του διευθύνοντος την εισαγγελία είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου δικαστικών ενώσεων. Δεν μπορούν να είναι υποψήφιοι, όσοι έχουν τα κωλύματα που αναφέρονται στην παρ. 6 του άρθρου 17. Στις εισαγγελίες στις οποίες δεν εκλέγονται διοικήσεις και υπηρετούν σε αυτές περισσότεροι του ενός εισαγγελείς, δεν μπορεί να ασκεί τη διεύθυνση ο εισαγγελέας για τον οποίον συντρέχουν τα κωλύματα της παρ. 6 του άρθρου 17.
Άρθρο 22 (Δικαστικό κατάστημα, λειτουργία και συνεδριάσεις των δικαστηρίων)
1. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, με απόφασή του, ορίζει τα δικαστικά καταστήματα. Τα δικαστικά καταστήματα στεγάζονται σε κτίρια, τα οποία: α) διασφαλίζουν ευπρεπείς συνθήκες απονομής της δικαιοσύνης και ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες λειτουργίας των δικαστηρίων και εισαγγελιών, β) παρέχουν εύκολη και ασφαλή πρόσβαση στους δικαστικούς λειτουργούς, τους δικαστικούς υπαλλήλους, τους δικηγόρους και τους πολίτες, καθώς και όλες τις αναγκαίες ευκολίες προκειμένου τα άτομα με αναπηρία να μπορούν να μετάσχουν στη δικαιοδοτική διαδικασία και γ) διαθέτουν ειδικούς χώρους υποδοχής για τους δικηγόρους και τους διαδίκους, λειτουργικές αίθουσες συνεδριάσεων και επαρκείς χώρους για τα γραφεία των δικαστικών λειτουργών και των δικαστικών υπαλλήλων.
2. Αν, για λόγους ανωτέρας βίας, καθίσταται αδύνατη η ομαλή λειτουργία ενός δικαστηρίου ή μίας εισαγγελίας, ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή ο δικαστικός λειτουργός που διευθύνει το δικαστήριο ή την εισαγγελία, σταθμίζοντας τη σοβαρότητα της κατάστασης, αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αντίστοιχα, την αναστολή μέρους ή του συνόλου των εργασιών του δικαστηρίου ή της εισαγγελίας, για τον απολύτως αναγκαίο χρόνο μέχρι να εκλείψουν οι λόγοι αυτοί. Η απόφαση γνωστοποιείται στους δικηγορικούς συλλόγους της περιφέρειας του δικαστηρίου και αναρτάται στην είσοδο του δικαστικού καταστήματος και στην ιστοσελίδα του δικαστηρίου, εφόσον υπάρχει. Με όμοια απόφαση ρυθμίζονται τα δικονομικά και λοιπά ζητήματα που προκύπτουν από την αναστολή λειτουργίας του δικαστηρίου. Αν για τους ίδιους λόγους ανωτέρας βίας καθίσταται αδύνατη η ομαλή λειτουργία περισσότερων δικαστηρίων ή εισαγγελιών της αυτής περιφέρειας, ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του εφετείου ή ο δικαστικός λειτουργός που διευθύνει το εφετείο ή το διοικητικό εφετείο ή ο διευθύνων την εισαγγελία εφετών, με τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου του Αρείου Πάγου ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Γενικού Επίτροπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, αντίστοιχα, κατόπιν ενημέρωσης του Υπουργού Δικαιοσύνης, σταθμίζοντας τη σοβαρότητα της κατάστασης, αποφασίζει την αναστολή μέρους ή του συνόλου των εργασιών όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της περιφέρειας για τον απολύτως αναγκαίο χρόνο μέχρι να εκλείψουν οι λόγοι αυτοί. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στην είσοδο των δικαστικών καταστημάτων της περιφέρειας και στις ιστοσελίδες των δικαστηρίων, εφόσον υπάρχουν. Με όμοια απόφαση ρυθμίζονται τα δικονομικά και λοιπά ζητήματα που προκύπτουν από την αναστολή λειτουργίας των δικαστηρίων της περιφέρειας. Αν για τους ίδιους λόγους ανωτέρας βίας καθίσταται αδύνατη η ομαλή λειτουργία περισσότερων δικαστηρίων ή εισαγγελιών της χώρας, ο Υπουργός Δικαιοσύνης, μετά από αίτημα ενός εκ των τριών προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων ή κατόπιν ενημέρωσής τους, δύναται να αποφασίσει την αναστολή μέρους ή του συνόλου των εργασιών όλων των δικαστηρίων και εισαγγελιών της χώρας για τον απολύτως αναγκαίο χρόνο μέχρι να εκλείψουν οι λόγοι αυτοί. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στην είσοδο των δικαστικών καταστημάτων της χώρας και στις ιστοσελίδες των δικαστηρίων, εφόσον υπάρχουν. Με όμοια απόφαση ρυθμίζονται τα δικονομικά και λοιπά ζητήματα που προκύπτουν από την αναστολή λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας.
3. Τις αίθουσες του καταστήματος στις οποίες συνεδριάζουν τα δικαστήρια ορίζουν με πράξη τους:
α. για τον Άρειο Πάγο, ο Πρόεδρός του,
β. για τα δικαστήρια της έδρας του εφετείου ή του διοικητικού εφετείου αντίστοιχα, ο δικαστής που το διευθύνει,
γ. για τα άλλα δικαστήρια, οι δικαστές που τα διευθύνουν.
Η πράξη κοινοποιείται στους δικηγορικούς συλλόγους της περιφέρειας του δικαστηρίου και αναρτάται στην είσοδο των δικαστικών καταστημάτων της χώρας και στις ιστοσελίδες των δικαστηρίων, εφόσον υπάρχουν.
4. Αν για οποιονδήποτε λόγο η συνεδρίαση του δικαστηρίου στην αίθουσα που έχει οριστεί είναι αδύνατη, ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο ή ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ορίζει, αν αυτό είναι δυνατόν, άλλη αίθουσα συνεδριάσεων του ίδιου καταστήματος, με πράξη του, που γνωστοποιείται με τον προσφορότερο τρόπο πριν από την έναρξη της συνεδρίασης. Η συνέχιση της συνεδρίασης μπορεί να γίνει και σε άλλη αίθουσα που ορίζει ο δικαστής που διευθύνει τη συνεδρίαση και την ανακοινώνει από την έδρα.
Αν υπάρχει προσωρινή αντικειμενική αδυναμία πραγματοποίησης των συνεδριάσεων του δικαστηρίου, ορίζεται, ύστερα από αίτηση του δικαστή που το διευθύνει, από τον Πρόεδρο Εφετών της οικείας εφετειακής περιφέρειας η αίθουσα άλλου δικαστηρίου για την πραγματοποίηση των συνεδριάσεων, ο οποίος ενημερώνει σχετικά τον Πρόεδρο του οικείου ανώτατου δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή του Προέδρου Εφετών γνωστοποιείται στους δικηγορικούς συλλόγους της οικείας εφετειακής περιφέρειας του δικαστηρίου και στην ολομέλεια των δικηγορικών συλλόγων της χώρας και αναρτάται στην είσοδο των δικαστικών καταστημάτων της οικείας εφετειακής περιφέρειας και στις ιστοσελίδες των δικαστηρίων, εφόσον υπάρχουν.
4Α. Σε περίπτωση παραπομπής προς εκδίκαση υποθέσεων με μεγάλο αριθμό διαδίκων ή υποθέσεων που αφορούν στην οργανωμένη εγκληματικότητα ή έχουν σοβαρό κοινωνικό αντίκτυπο, ο διευθύνων την αρμόδια εισαγγελία ή ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή ο διευθύνων το δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση, ενημερώνουν σχετικά με την επικείμενη διεξαγωγή της δίκης και τις απαιτήσεις της τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
5. Στην αίθουσα συνεδριάσεων υπάρχουν ιδιαίτερη έδρα για το δικαστήριο, ειδικά έδρανα για τους δικηγόρους και χωριστές θέσεις για τους διαδίκους, τους κατηγορουμένους, τους μάρτυρες και τους ακροατές, λαμβανομένου κάθε πρόσφορου μέτρου για την πρόσβαση πολιτών με κινητικά προβλήματα. Τη διαρρύθμιση των αιθουσών, όπου συνεδριάζουν τα δικαστήρια, καθορίζει ειδικότερα με απόφασή του ο Πρόεδρος Εφετών της οικείας εφετειακής περιφέρειας.
6. Η θέση του δικαστή που διευθύνει τη συνεδρίαση είναι στο μέσο των άλλων δικαστών. Η θέση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο ή του αναπληρωτή του, καθώς και του Γενικού Επιτρόπου των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του αναπληρωτή του, όταν παρίσταται, και του εισαγγελέα είναι στο δεξιό και του γραμματέα στο αριστερό μέρος. Οι εισαγγελείς, δικηγόροι, διάδικοι, μάρτυρες και κατηγορούμενοι απευθύνονται προς το δικαστήριο όρθιοι.
7. Τα δικαστήρια συνεδριάζουν τις εργάσιμες ημέρες. Η συνεδρίαση μπορεί να διακοπεί για να συνεχιστεί και σε ημέρα που είναι αργία.
Τα δικαστήρια μπορούν να συνεδριάζουν και σε ημέρα αργίας για να δικάσουν:
α. υποθέσεις ποινικές, με τη διαδικασία των άρθρων 417 έως 427 του ΚΠΔ,
β. υποθέσεις που εισάγονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ή για τις οποίες ο δικαστής του μονομελούς ή ο πρόεδρος του πολυμελούς, αρμόδιου για την εκδίκασή τους, δικαστηρίου κρίνει ότι υπάρχει άμεσος κίνδυνος από την αναβολή. Κάθε δικαστής, εισαγγελέας, γραμματέας και επιμελητής ακροατηρίου εμφανίζεται κατά την ορισμένη ώρα στον τόπο της συνεδρίασης.
8. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, με απόφασή του, ορίζει τις ώρες εργασίας των δικαστικών γραφείων και της εισόδου σε αυτά του κοινού. Αν τοπικές ή άλλες συνθήκες επιβάλλουν ειδική ρύθμιση, εξουσιοδοτεί το όργανο που διευθύνει το δικαστήριο, την εισαγγελία ή τη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο να ρυθμίσει το ωράριο εργασίας με πράξη του, που γνωστοποιείται με το προσφορότερο μέσο.
9. Με την επιφύλαξη του άρθρου 12 του ν. 5108/2024 (Α’ 65), ο Υπουργός Δικαιοσύνης καθορίζει, με απόφασή του, τα όργανα διοίκησης και διαχείρισης των δικαστικών μεγάρων, τα οποία, κατά περίπτωση, επιμελούνται της κατάρτισης του κανονισμού λειτουργίας τους, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες ανάγκες των υπηρεσιών που στεγάζονται στο κτίριο αυτό. Αντίγραφο του κανονισμού κοινοποιείται στον Υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος εντός ενός (1) μηνός μπορεί να τον αναπέμψει για τροποποίηση ή διόρθωση.
10. Τα μέλη του Αρείου Πάγου και της εισαγγελίας του, καθώς και οι γραμματείς τους φορούν στις δημόσιες συνεδριάσεις τήβεννο που καθορίζει ο Υπουργός Δικαιοσύνης με απόφασή του. Η χρήση τηβέννου μπορεί να επεκταθεί σταδιακώς και σε άλλα δικαστήρια ή κατηγορίες δικαστικών λειτουργών και λοιπών παραγόντων της δίκης με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης που καθορίζει το ύφασμα, το σχήμα και τον τρόπο ραφής, το χρώμα, την ανάληψη της σχετικής δαπάνης και κάθε άλλο θέμα σχετικό με κάθε κατηγορία. Με απόφαση της ολομέλειας του οικείου δικαστηρίου, ύστερα από τροποποίηση του κανονισμού του, επιτρέπεται να αναρτηθεί σε χώρους των δικαστηρίων η εικόνα και να δοθεί σε δικαστική αίθουσα το όνομα δικαστικού λειτουργού, που έχει αποβιώσει πριν από τρία (3) τουλάχιστον έτη και είχε διακριθεί για τις δικαστικές του αρετές.
11. Ο δικαστής που διευθύνει τη συζήτηση λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την ευταξία και ευπρέπεια της συνεδρίασης του δικαστηρίου.
Άρθρο 23 (Εποπτεία)
1. Ασκούν εποπτεία:
α. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης στη διοίκηση της δικαιοσύνης.
β. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, στα διοικητικά δικαστήρια όλης της χώρας, τη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και τις γραμματείες τους και ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, στα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια όλης της χώρας και τις γραμματείες τους.
γ. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, στις εισαγγελίες όλης της χώρας και στις γραμματείες τους.
δ. Ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, στα δικαστήρια αυτά και στις γραμματείες τους.
ε. Ο πρόεδρος του συμβουλίου ή ο δικαστής που διευθύνει το εφετείο, στα δικαστήρια της περιφέρειας του εφετείου και τις γραμματείες τους.
στ. Ο εισαγγελέας που διευθύνει την εισαγγελία εφετών, στις εισαγγελίες και τις γραμματείες της περιφέρειάς της.
ζ. Ο πρόεδρος του συμβουλίου ή ο δικαστής που διευθύνει το πρωτοδικείο, στα δικαστήρια της περιφέρειας του πρωτοδικείου και τις γραμματείες του.
η. Ο εισαγγελέας που διευθύνει την εισαγγελία πρωτοδικών, στους ανακριτικούς υπαλλήλους, συμβολαιογράφους, φύλακες μεταγραφών, υποθηκών, κτηματολογίων, νηολογίων και υποθηκολογίων πλοίων και αεροσκαφών, καθώς και στους ληξιάρχους, υπαλλήλους και επιμελητές της εισαγγελίας πρωτοδικών και τους άμισθους δικαστικούς επιμελητές.
2. Η εποπτεία συνίσταται στην επίβλεψη και την έκδοση γενικών οδηγιών για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών των δικαστηρίων και των εισαγγελιών.
3. Οποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη και συνιστά πειθαρχικό αδίκημα.
4. Στην εποπτεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης ανήκει και η ενημέρωση των εισαγγελιών σε σχέση με την εφαρμογή των νομικών μέσων που θεσπίζονται στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορούν στη δικαστική συνεργασία των κρατών μελών στους τομείς της πρόληψης και καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος, της εμπορίας και διακίνησης ναρκωτικών, της διεθνούς τρομοκρατίας, της σύστασης συμμοριών και εγκληματικών οργανώσεων για τη διάπραξη ανθρωποκτονιών, της εμπορίας ανθρώπων και των εγκλημάτων κατά παιδιών, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των εγκλημάτων με χρήση μέσων υψηλής τεχνολογίας και του διεθνούς οικονομικού εγκλήματος.
Άρθρο 24 (Γραφείο νομολογίας, έρευνας και δικαστικής ιστορίας)
1. Σε κάθε δικαστήριο, στο οποίο υπηρετούν περισσότεροι από δύο (2) πρόεδροι ή τουλάχιστον οκτώ (8) δικαστές, λειτουργεί γραφείο νομολογίας, έρευνας και δικαστικής ιστορίας. Έργο του γραφείου αυτού είναι ιδίως:
α. η συγκέντρωση, ταξινόμηση, ευρετηρίαση και γενικότερα η αξιοποίηση, κατά τον προσφορότερο τρόπο, νομολογιακού υλικού και η σύνδεσή του για την παροχή πληροφοριών με ηλεκτρονικό υπολογιστή,
β. η οργάνωση της βιβλιοθήκης του δικαστηρίου,
γ. η επικουρία στην επιμόρφωση δικαστικών λειτουργών και δικαστικών υπαλλήλων,
δ. η καταγραφή της ιστορίας του δικαστηρίου και των δικαστών που υπηρετούν σε αυτό.
2. Το γραφείο της παρ. 1 διευθύνεται από δικαστή και στελεχώνεται από υπαλλήλους της γραμματείας του δικαστηρίου. Ο δικαστής, κατά το χρονικό διάστημα που διευθύνει το παραπάνω γραφείο, μπορεί, αν τούτο κρίνεται αναγκαίο, να απαλλαγεί, με απόφαση της ολομέλειας, μερικώς από τα κύρια δικαστικά του καθήκοντα.
Άρθρο 25 (Υπηρεσιακή σφραγίδα)
1. Τα δικαστήρια και οι γραμματείες τους χρησιμοποιούν, για την εγκυρότητα των εγγράφων που εκδίδουν, υπηρεσιακή σφραγίδα, που αποτελείται από τρεις ομόκεντρους κύκλους, με διάμετρο του εξωτερικού κύκλου τέσσερα εκατοστά (0.04 μ.). Αυτή, στον εσωτερικό κύκλο φέρει το έμβλημα της Ελληνικής Δημοκρατίας, στο ενδιάμεσο κυκλικό διάστημα την ονομασία του δικαστηρίου και στον εξωτερικό κύκλο τις λέξεις «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ».
2. Την ίδια νομική και αποδεικτική ισχύ με τα πρωτότυπα έγγραφα της παρ. 1, που φέρουν ιδιόχειρη υπογραφή και σφραγίδα, έχουν και τα ηλεκτρονικά έγγραφα που συντάσσονται από τα δικαστήρια και τις γραμματείες τους, εφόσον φέρουν είτε την εγκεκριμένη κατά την έννοια του άρθρου 3 (στοιχ. 27) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 910/2014 ηλεκτρονική υπογραφή του εξουσιοδοτημένου οργάνου είτε την εγκεκριμένη κατά την έννοια του ίδιου Κανονισμού ηλεκτρονική σφραγίδα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο διαχειρίζεται το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα, διαμέσου του οποίου διεξάγονται οι εργασίες των Δικαστηρίων της οικείας δικαιοδοσίας. Η ένδειξη της ψηφιακής σφραγίδας επί του ηλεκτρονικού εγγράφου περιλαμβάνει τις λέξεις «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» και την ονομασία του οικείου Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων (ολογράφως και σε συντομογραφία).
Άρθρο 26 (Αλληλογραφία Αντίγραφα)
1. Οι δικαστικές αρχές αλληλογραφούν μεταξύ τους και με άλλες αρχές, καθώς και με οποιοδήποτε πρόσωπο, απευθείας, εκτός αν επιβάλλεται η τήρηση ορισμένης διαδικασίας. Η αλληλογραφία διεξάγεται και με χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ), οπότε και εφαρμόζονται αναλόγως οι οικείες διατάξεις του ν. 4727/2020 (Α’ 184). Τις αναγκαίες αποφάσεις εκδίδουν από κοινού οι Υπουργοί Δικαιοσύνης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, με απόφασή του, ορίζει τον τύπο και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθούν οι δικαστικές αρχές και οι δικαστικοί λειτουργοί και υπάλληλοι, όταν υποβάλλουν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, εκθέσεις, αναφορές, αιτήσεις, πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα.
2. Έχουν δικαίωμα να λάβουν γνώση, αντίγραφα ή αποσπάσματα, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή:
α) των μη ανωνυμοποιημένων αποφάσεων και των εγγράφων κάθε άλλης διαδικασίας, εκτός από την ποινική, καθώς και των αποφάσεων και γνωμοδοτήσεων για διοικητικά θέματα, οι διάδικοι, ενώ οι τρίτοι, μόνο αν έχουν έννομο συμφέρον, κατά την κρίση του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο και υπό τους πρόσθετους όρους του ν. 4624/2019 (Α’ 137),
β) των εγγράφων της ποινικής διαδικασίας, όσοι και, όπως ορίζει το άρθρο 147 του ΚΠΔ.
Με τους ίδιους όρους χορηγούνται πιστοποιητικά που βεβαιώνουν τον χρόνο δημοσίευσης και το διατακτικό των αποφάσεων των πολιτικών και τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Εφόσον η πρόσβαση, τα αντίγραφα ή αποσπάσματα και τα πιστοποιητικά των προηγούμενων εδαφίων ζητούνται ή χορηγούνται με χρήση ΤΠΕ, εφαρμόζονται αναλόγως οι οικείες διατάξεις του ν. 4727/2020. Ειδικώς για την ισχύ των πιστοποιητικών των δικαστικών αρχών που ζητούνται ή χορηγούνται με χρήση ΤΠΕ, εφαρμόζεται η παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 4727/2020. Τις αναγκαίες αποφάσεις εκδίδουν από κοινού οι Υπουργοί Δικαιοσύνης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Άρθρο 27 (Ολομέλεια Τμήματα)
1. Το δικαστήριο του Αρείου Πάγου δικάζει σε τμήματα και σε Ολομέλεια. Κάθε τμήμα συγκροτείται από τον πρόεδρό του και τέσσερις (4) αρεοπαγίτες. Η Ολομέλεια συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και από το ήμισυ τουλάχιστον των λοιπών μελών του Αρείου Πάγου (πλήρης Ολομέλεια).
2. Όταν η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου δικάζει πολιτικές ή ποινικές υποθέσεις, αποτελείται από τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και εναλλάξ, κατά δικάσιμο, από τους αντιπροέδρους και τους αρεοπαγίτες που κληρώνονται κατ’ έτος και συνεδριάζει νομίμως με την παρουσία δεκαεπτά (17) τουλάχιστον μελών (τακτική Ολομέλεια). Αν λόγω έλλειψης ή κωλύματος δεν αρκούν για τη συγκρότηση της τακτικής Ολομέλειας οι κληρωθέντες, καλούνται για τη συγκρότησή της αρεοπαγίτες της άλλης σειράς, κατά την τάξη της κλήρωσής τους.
Στην πλήρη Ολομέλεια υπάγονται: α) αιτήσεις αναίρεσης υπέρ του νόμου, β) αιτήσεις αναίρεσης που παραπέμπονται σε αυτή για εκδίκαση με κοινό πρακτικό του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή με ομόφωνη απόφαση του δικάζοντος τμήματος ή με απόφαση της τακτικής Ολομέλειας, γ) οι περιπτώσεις που το τμήμα αρνείται την εφαρμογή νόμου ως αντισυνταγματικού και δ) οι περιπτώσεις που το τμήμα πρόκειται να εκδώσει απόφαση αντίθετη με προηγούμενη θέση της ολομέλειας ή τμήματος του Αρείου Πάγου, για το ίδιο θέμα. Η παραπομπή μπορεί να γίνει για όλους ή ορισμένους μόνο λόγους αναίρεσης, αν πρόκειται για ζήτημα εξαιρετικής σημασίας. Η τακτική Ολομέλεια παραπέμπει την εκδίκαση της υπόθεσης στην πλήρη Ολομέλεια, αν σχηματισθεί πλειοψηφία με διαφορά μίας (1) μόνο ψήφου.
Η απόφαση της Ολομέλειας λαμβάνεται μετά από διάσκεψη, στην οποία αρκεί να παρίστανται δεκαπέντε (15) τουλάχιστον μέλη (τακτική Ολομέλεια) ή είκοσι εννέα (29) μέλη (πλήρης Ολομέλεια) εκ των συμμετεχόντων στη συζήτηση της υπόθεσης μελών αυτής, εφόσον τα ελλείποντα μέλη έχουν αποβιώσει ή αποχωρήσει από την υπηρεσία ή συντρέχει στο πρόσωπό τους σοβαρό κώλυμα, που αναφέρεται στο πρακτικό της διάσκεψης.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ορίζονται τα πολιτικά και ποινικά τμήματα, η συγκρότησή τους, οι αρμοδιότητες κάθε τμήματος και ρυθμίζονται η εσωτερική οργάνωση, ο τρόπος διεξαγωγής των εργασιών και κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά στην εύρυθμη λειτουργία του Αρείου Πάγου και της Εισαγγελίας του. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ορίζεται επίσης ο τρόπος κατανομής των αιτήσεων αναιρέσεως μεταξύ των ποινικών τμημάτων του δικαστηρίου.
4. Με απόφαση της Ολομέλειας σε συμβούλιο, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η σύνθεση των τμημάτων, με κατανομή σε αυτά των μελών του Αρείου Πάγου. Για την κατανομή λαμβάνονται υπόψη οι προτιμήσεις των αντιπροέδρων και των αρεοπαγιτών, όπως και η αρχαιότητά τους, προκειμένου να υπηρετούν σε κάθε τμήμα και αρχαιότεροι αρεοπαγίτες. Κατά την κατανομή μπορεί να ορίζονται για κάθε τμήμα και αναπληρωτές αρεοπαγίτες, που υπηρετούν σε άλλα τμήματα. Ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου μπορεί κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους να συμπληρώνει τη σύνθεση ορισμένων τμημάτων από άλλα τμήματα, εφόσον αυτό επιβάλλεται από ειδικές υπηρεσιακές ανάγκες. Η πράξη αυτή του Προέδρου έχει προσωρινή ισχύ μέχρι να ληφθεί σχετική απόφαση από την Ολομέλεια, η οποία συγκαλείται εντός τριάντα (30) ημέρων και η απόφασή της να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, πλήρους και τακτικής, και των ποινικών τμημάτων του Αρείου Πάγου παρίσταται ο εισαγγελέας του δικαστηρίου. Στις συνεδριάσεις των τμημάτων που εκδικάζουν πολιτικές υποθέσεις ο εισαγγελέας παρίσταται μόνο αν είναι διάδικος ή έχει υποβάλει, έως την έναρξη της δικασίμου, έγγραφη πρόταση την οποία αναπτύσσει και προφορικά.
6. Αν δεν υπάρχει, κωλύεται ή είναι απών, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αναπληρώνεται από αντεισαγγελέα κατά τη σειρά της αρχαιότητάς του.
Άρθρο 28 (Η εισαγγελία ως ανεξάρτητη δικαστική αρχή)
1. Η εισαγγελία είναι δικαστική αρχή, ανεξάρτητη από τα δικαστήρια και την εκτελεστική εξουσία.
2. Δρα ενιαία και αδιαίρετα και έχει ως αποστολή την τήρηση της νομιμότητας, την προστασία του πολίτη και τη διαφύλαξη των κανόνων της δημόσιας τάξης.
3. Η τοπική αρμοδιότητα της εισαγγελίας συμπίπτει με εκείνη του δικαστηρίου στο οποίο λειτουργεί.
4. Τους εισαγγελικούς λειτουργούς συνδέει σχέση ιεραρχικής εξάρτησης. Προϊστάμενος όλων είναι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Ο εισαγγελικός λειτουργός οφείλει να εκτελεί τις παραγγελίες των προϊσταμένων του. Κατά την εκτέλεση όμως των καθηκόντων του και την έκφραση της γνώμης του ενεργεί αδέσμευτα, υπακούοντας στον νόμο και στη συνείδησή του.
5. Έχουν δικαίωμα να απευθύνουν παραγγελίες, γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων τους:
α. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, προς όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας.
β. Ο εισαγγελέας εφετών και πρωτοδικών, προς τους εισαγγελικούς λειτουργούς, ανακριτικούς υπαλλήλους, συμβολαιογράφους, υπαλλήλους εισαγγελίας, φύλακες μεταγραφών, υποθηκών, κτηματολογίων, νηολογίων, υποθηκολογίων πλοίων και αεροσκαφών, καθώς και τους ληξιάρχους, υπαλλήλους και επιμελητές και άμισθους δικαστικούς επιμελητές, της περιφέρειας της εισαγγελίας εφετών και πρωτοδικών, αντιστοίχως.
6. Αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται ο εισαγγελέας δικαστηρίου, αναπληρώνεται από τους εισαγγελικούς λειτουργούς της οικείας εισαγγελίας κατά τη σειρά της αρχαιότητάς τους και αυτοί από τον δικαστή που ορίζει ο διευθύνων το δικαστήριο.
Άρθρο 29 (Αρμοδιότητες εισαγγελέα)
1. Στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα υπάγεται:
α. η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης,
β. η άσκηση της ποινικής δίωξης,
γ. η διεύθυνση της προανάκρισης,
δ. η εποπτεία και ο έλεγχος των αστυνομικών αρχών αναφορικά με την πρόληψη και τη δίωξη των εγκλημάτων,
ε. η υποβολή προτάσεων στα δικαστικά συμβούλια και τα δικαστήρια,
στ. η άσκηση των ενδίκων μέσων,
ζ. η εκτέλεση των ποινικών αποφάσεων και η παροχή συνδρομής για την εκτέλεση εκτελεστών τίτλων,
η. η εποπτεία και ο έλεγχος των σωφρονιστικών καταστημάτων,
θ. ο έκτακτος έλεγχος των συμβολαιογράφων, των φυλάκων μεταγραφών, υποθηκών, νηολογίων, κτηματολογίων, υποθηκολογίων πλοίων και αεροσκαφών, καθώς και των ληξιάρχων και των υπαλλήλων, επιμελητών και άμισθων δικαστικών επιμελητών, σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση του, με οποιοδήποτε τρόπο, πληροφορία για παράβαση των υποχρεώσεων και απαγορεύσεων που προβλέπονται από τον νόμο και από τις λοιπές κανονιστικές πράξεις ή εγκύκλιους που συνδέονται με την υπηρεσιακή κατάσταση ή την άσκηση του λειτουργήματός τους, καθώς και τη σύννομη κατάρτιση όλων των πράξεων ή εγγράφων που εκδίδουν,
ι. ό,τι άλλο ο νόμος ορίζει.
2. Οι εισαγγελείς γνωμοδοτούν σε νομικά ζητήματα,που δεν έχουν εισαχθεί στα δικαστήρια, όταν τους υποβάλλουν ερωτήματα που αντιμετωπίζουν στην εκτέλεση των καθηκόντων τους:
α. όσοι αναφέρονται στην περ. β’ της παρ. 5 του άρθρου 28,
β. οι υπηρεσίες του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή της ποινικής νομοθεσίας.
Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου γνωμοδοτεί και σε νομικά ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος.
3. Οι εισαγγελείς βεβαιώνουν την ιδιότητα και το γνήσιο της υπογραφής των εισαγγελικών λειτουργών και υπαλλήλων της εισαγγελίας τους. Ο εισαγγελέας πρωτοδικών βεβαιώνει επίσης την ιδιότητα και το γνήσιο της υπογραφής των προσώπων που αναφέρονται στην περ. β’ της παρ. 5 του άρθρου 28.
4. Ο εισαγγελέας πρωτοδικών:
α) έχει δικαίωμα να συνιστά σε όσους φιλονικούν να αποφύγουν την τέλεση αξιόποινων πράξεων και να επιδιώξουν την ειρηνική επίλυση της διαφοράς τους,
β) παραγγέλλει στις υπηρεσίες του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των λοιπών φορέων γενικής κυβέρνησης του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), καθώς και στις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αν έχει προηγηθεί αποδεδειγμένη με έγγραφα άρνηση παράδοσης ή χορήγησής τους, να παραδώσουν έγγραφα ή να χορηγήσουν αντίγραφά τους, όταν το ζητήσουν νομικά ή φυσικά πρόσωπα που έχουν δικαίωμα ή έννομο συμφέρον, εκτός αν πρόκειται για έγγραφα από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 263 του ΚΠΔ.
Άρθρο 30 (Ανακριτές και δικαστές ανηλίκων)
1. Ανακριτές στα πλημμελειοδικεία ορίζονται για μια τριετία πρόεδροι πρωτοδικών ή πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας της περ. δ) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024 (Α’ 65), με απόφαση του οικείου τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου ή με πράξη του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο και γνώμη του οικείου εισαγγελέα εφετών. Με την ίδια διαδικασία, ορίζεται ο ανακριτής ανηλίκων του πλημμελειοδικείου και του εφετείου για θητεία δύο (2) ετών. Για την ανάθεση καθηκόντων ανακριτή συνεκτιμώνται η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου ή διδακτορικού διπλώματος στο ποινικό δίκαιο και η αποδεδειγμένα πολύ καλή γνώση μίας (1) τουλάχιστον ξένης γλώσσας και ιδίως της αγγλικής. Ειδικά στα Πρωτοδικεία Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιώς ως ανακριτές ορίζονται για μία τριετία πρόεδροι πρωτοδικών ή πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας της περ. δ) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024 με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, στην οποία συνυπολογίζεται και η υπηρεσία αυτών ως παρέδρων πρωτοδικείου και, σε περίπτωση που δεν υπηρετούν πρωτοδίκες με την πιο πάνω υπηρεσία ή αυτοί που υπηρετούν δεν επαρκούν, ορίζονται ως ανακριτές οι κατά τον διορισμό αρχαιότεροι. Στα λοιπά δικαστήρια πλημμελειοδικών οι ανακριτές ορίζονται μεταξύ των προέδρων πρωτοδικών και των αρχαιότερων πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας της περ. δ) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024, εφόσον δεν έχουν ασκήσει στο παρελθόν καθήκοντα ανακριτή στο ίδιο δικαστήριο ή σε άλλο και η υπηρεσία τους είναι συνεχόμενη.
2. Σε υποθέσεις επείγουσες ή που απαιτούν ιδιαίτερη ή μακρόχρονη έρευνα, το τριμελές συμβούλιο διεύθυνσης ή ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο μπορούν, με σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα εφετών, να ορίσουν επίκουρο ανακριτή έναν πρόεδρο πρωτοδικών ή περισσότερους πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας της περ. δ) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024, εφόσον το ζητήσει ο ανακριτής.
3. Αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται ή έπαψε να υπηρετεί ο ανακριτής και δεν μπορεί άλλος ανακριτής να τον αναπληρώσει, το τριμελές συμβούλιο διεύθυνσης ή ο δικαστής που διευθύνει το πρωτοδικείο ορίζει ως ανακριτή έναν (1) πρόεδρο πρωτοδικών ή πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας της περ. δ) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024 για διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι (6) μήνες. Ο αριθμός των ανακριτών που υπηρετεί σε κάθε Πρωτοδικείο, προσδιορίζεται ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, από την ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου. Στα Πρωτοδικεία Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, δύνανται να δημιουργούνται κατά περίπτωση, με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του πρωτοδικείου της έδρας, Ανακριτικά Τμήματα Διεθνούς Δικαστικής Συνδρομής και Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας, προς διεκπεραίωση των υποβαλλομένων εισαγγελικών παραγγελιών, με αντικείμενο την εκτέλεση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής και ευρωπαϊκών εντολών έρευνας. Ο ως άνω Ανακριτής Διεθνούς Δικαστικής Συνδρομής και Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας, επιλέγεται, με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του πρωτοδικείου, μεταξύ των δικαστών της παρ. 1 που υπηρετούν σε αυτό και μπορεί σύμφωνα με τις υπηρεσιακές ανάγκες να τυγχάνει αποκλειστικής απασχόλησης. Για τη γραμματειακή υποστήριξη του Ανακριτή Διεθνούς Δικαστικής Συνδρομής και Ευρωπαϊκών Εντολών Έρευνας, συγκροτείται Γραφείο Διεθνών Δικαστικών Συνδρομών, το οποίο στελεχώνεται από δικαστικούς υπαλλήλους, με σχετική εμπειρία και γνώση ξένων γλωσσών.
4. Αν συντρέχει επείγουσα ανάγκη, ανακριτικά καθήκοντα εκτελεί και ο πρόεδρος πρωτοδικών.
5. Δικαστές ανηλίκων στα πλημμελειοδικεία ορίζονται για δύο (2) έτη ένας ή περισσότεροι πρόεδροι πρωτοδικών ή πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας της περ. δ) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024 με απόφαση του οικείου τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου ή με πράξη του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο. Με την ίδια διαδικασία ορίζεται ο δικαστής ανηλίκων του Εφετείου. Σε όσα δικαστήρια υπηρετούν περισσότεροι από είκοσι (20) δικαστές, οι δικαστές ανηλίκων ορίζονται με απόφαση της ολομέλειας του δικαστηρίου. Για τον ορισμό στη θέση του δικαστή και του εισαγγελέα ανηλίκων αξιολογείται η προηγούμενη συμμετοχή σε ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης που οργανώνει η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών (ΕΣΔι) ή η κατοχή διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου στο ειδικό αντικείμενο.
6. Ο ανακριτής και ο δικαστής ανηλίκων ασκούν τα καθήκοντά τους και μετά τη συμπλήρωση του χρόνου για τον οποίο ορίστηκαν, μέχρι την αντικατάστασή τους ή την ανανέωση της θητείας τους. Πριν από την πάροδο του παραπάνω χρονικού διαστήματος, απαλλάσσονται από τα καθήκοντά τους με τη διαδικασία της παρ. 1 ή κατά περίπτωση της παρ. 5, αν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Η θητεία του ανακριτή και του εισαγγελέα ανηλίκων μπορεί να ανανεώνεται με αίτηση αυτού και με απόφαση του ορίζοντος αυτόν οργάνου για ένα (1) ακόμη έτος. Η θητεία του δικαστή ανηλίκων και του ανακριτή ανηλίκων μπορεί να ανανεώνεται με τον ίδιο τρόπο για δύο (2) ακόμη έτη.
Άρθρο 30Α (Προανακριτές Πρωτοδίκες)
1. Για τη στελέχωση των ειδικών προανακριτικών τμημάτων της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν.5108/2024 (Α’ 65) ορίζονται με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του πρωτοδικείου της έδρας ή πράξη του διευθύνοντος προέδρου πρωτοδικών του πρωτοδικείου, δικαστές του οικείου πρωτοδικείου ως προανακριτές με τριετή θητεία. Για τον ορισμό στη θέση του προανακριτή λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα της προηγούμενης υπηρεσίας του στο ειδικό αντικείμενο της προκαταρκτικής εξέτασης και της προανάκρισης. Επίσης, συνεκτιμώνται η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου ή διδακτορικού διπλώματος στο ποινικό δίκαιο και η αποδεδειγμένα πολύ καλή γνώση μίας (1) ξένης γλώσσας και ιδίως της αγγλικής. Η θητεία του προανακριτή μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του πρωτοδικείου της έδρας ή πράξη του διευθύνοντος προέδρου πρωτοδικών του πρωτοδικείου για ένα (1) ακόμη έτος.
2. Αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται ή έπαψε να υπηρετεί ή εντάχθηκε στη γενική επετηρίδα ο προανακριτής και δεν μπορεί άλλος προανακριτής να τον αναπληρώσει, ο πρόεδρος πρωτοδικών ή το τριμελές συμβούλιο διεύθυνσης που διευθύνει το πρωτοδικείο της έδρας, ορίζουν ως προανακριτή έναν (1) πρωτοδίκη της ειδικής επετηρίδας και, αν στην έδρα του πρωτοδικείου της έδρας δεν υπηρετούν πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας ή αυτοί που υπηρετούν δεν επαρκούν αριθμητικά, έναν (1) πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας. Η διάρκεια της αναπλήρωσης δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν της ημερομηνίας έναρξης του επόμενου δικαστικού έτους.
3. Ο αριθμός των προανακριτών που υπηρετεί σε κάθε πρωτοδικείο, προσδιορίζεται ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, από την ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου. Στα Πρωτοδικεία Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, δύνανται να δημιουργούνται κατά περίπτωση, με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του πρωτοδικείου, Προανακριτικά Τμήματα Διεθνούς Δικαστικής Συνδρομής και Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας, προς διεκπεραίωση των υποβαλλομένων εισαγγελικών παραγγελιών, σχετικά με αιτήματα δικαστικής συνδρομής και ευρωπαϊκών εντολών έρευνας. Ο ως άνω Προανακριτής Διεθνούς Δικαστικής Συνδρομής και Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας, επιλέγεται με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του πρωτοδικείου της έδρας ή πράξη του διευθύνοντος προέδρου πρωτοδικών, μεταξύ των προανακριτών, που υπηρετούν στα προανακριτικά τμήματα του πρωτοδικείου και μπορεί κατά την κρίση του προέδρου και σύμφωνα με τις υπηρεσιακές ανάγκες να τυγχάνει αποκλειστικής απασχόλησης. Για τη διαδικασία αναπλήρωσής του εφαρμόζεται η παρ. 2. Για τη γραμματειακή υποστήριξη του Προανακριτή Διεθνούς Δικαστικής Συνδρομής και Ευρωπαϊκών Εντολών Έρευνας, συγκροτείται Γραφείο Διεθνών Δικαστικών Συνδρομών, το οποίο στελεχώνεται από δικαστικούς υπαλλήλους, με σχετική εμπειρία και γνώση ξένων γλωσσών.
4. Ο προανακριτής ασκεί τα καθήκοντά του και μετά τη συμπλήρωση του χρόνου, για τον οποίον ορίστηκε, μέχρι την αντικατάστασή του ή την ανανέωση της θητείας του. Πριν από την πάροδο του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στην παρ. 1, ο προανακριτής δύναται να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του, με τη διαδικασία της παρ. 1, αν συντρέχει σπουδαίος λόγος.
5. Μεταξύ των αρμοδιοτήτων του προανακριτή συμπεριλαμβάνεται και η κατά προτεραιότητα, έναντι των λοιπών αρμόδιων δικαστικών λειτουργών, διενέργεια ερευνών κατ’ οίκον σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του Συντάγματος και των άρθρων 253 έως 256 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 182). Σε περίπτωση που δεν επαρκούν οι υπηρετούντες προανακριτές ή οι κατά την παρ. 2 του παρόντος αναπληρωτές τους, η έρευνα διενεργείται από τους νεότερους πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας της περ. ε) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024, οι οποίοι δεν έχουν συμπληρώσει δωδεκαετή υπηρεσία και, εάν οι τελευταίοι δεν επαρκούν, από αντεισαγγελείς πλημμελειοδικών ή από εισαγγελικούς παρέδρους.
6. Η παρ. 1 του παρόντος αναφορικά με την ανάθεση καθηκόντων προανακριτή και τη διάρκεια της θητείας του εφαρμόζεται ως προς τους υπηρετούντες κατά την έναρξη ισχύος του ν. 5108/2024 πταισματοδίκες μετά από τη συμπλήρωση της τριετίας, η οποία προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 14 του ίδιου νόμου. Οι υπηρετούντες κατά τη διάταξη αυτή προανακριτές δύνανται να ζητήσουν με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται το αργότερο τρεις (3) μήνες πριν από τη λήξη της τριετίας, προς το τριμελές συμβούλιο διεύθυνσης ή τον διευθύνοντα το πρωτοδικείο της περ. α) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024, την εκ νέου ανάθεση σε αυτούς καθηκόντων προανακριτή σύμφωνα με την παρ. 1 του παρόντος.
Άρθρο 31 (Εκδίκαση υποθέσεων κατά τα θερινά τμήματα από τα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια)
1. Στην περίοδο των θερινών τμημάτων τα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια κατ’ εξαίρεση δικάζουν:
α. ποινικές υποθέσεις,
β. υποθέσεις τις οποίες ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο χαρακτήρισε ως κατεπείγουσες, με σημείωσή του στην υποβαλλόμενη αίτηση. Ο ίδιος δικαστής μπορεί να επιτρέψει να διεξαχθεί κατά την περίοδο των θερινών τμημάτων απόδειξη που δεν έχει αρχίσει, αν από την αναβολή κινδυνεύει να ματαιωθεί.
γ. υποθέσεις που αφορούν:
γα. ασφαλιστικά μέτρα και αναστολή εκτέλεσης,
γβ. διαταγές πληρωμής και πιστωτικούς τίτλους, γγ. εργατικές διαφορές και γδ. απόδοση της χρήσης του μισθίου.
2. Κατά τον μήνα Αύγουστο τα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια δικάζουν μόνο: α. ποινικές υποθέσεις που εκδικάζονται κατά τη διαδικασία του αυτοφώρου (άρθρα 417 έως 427 του ΚΠΔ) ή για τις οποίες προβλέπεται προθεσμία εκδίκασης ή αφορούν τον καθορισμό συνολικής ποινής ή αιτήσεις ακύρωσης διαδικασίας και απόφασης ή αιτήσεις αναβολής της δίκης ή διακοπής της ποινής ή αντιρρήσεις ή αμφιβολίες για την εκτέλεση ποινής και την ανασταλτική δύναμη ένδικου μέσου,
β. αιτήσεις για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων ή την αναστολή εκτέλεσης αποφάσεων,
3. Η ολομέλεια του δικαστηρίου καταρτίζει τα τμήματά του και ο εισαγγελέας που διευθύνει την εισαγγελία τα τμήματά της για την περίοδο των θερινών τμημάτων, ανάλογα με την κίνησή τους.
4. Η αναπλήρωση του ανακριτή κατά την περίοδο των θερινών τμημάτων γίνεται με πράξη του προέδρου του δικαστηρίου.
5. Αν κατά τη διάρκεια των θερινών τμημάτων ανακύψει αναπόφευκτη υπηρεσιακή ανάγκη στο δικαστήριο ή την εισαγγελία, μπορεί να κληθούν:
α. οι δικαστές, που δεν υπηρετούν στο συγκεκριμένο θερινό τμήμα, από τον δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο,
β. οι εισαγγελικοί λειτουργοί, που δεν υπηρετούν στο συγκεκριμένο θερινό τμήμα, από τον εισαγγελέα που διευθύνει την οικεία ή την αμέσως ανώτερη εισαγγελία.
Άρθρο 36 (Εκδίκαση υποθέσεων κατά τα θερινά τμήματα από τα διοικητικά δικαστήρια)
1. Κατά την περίοδο των θερινών τμημάτων τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια δικάζουν:
α. υποθέσεις της αρμοδιότητάς τους που εκκρεμούν σε αυτά πάνω από έξι (6) μήνες σε αριθμό ίσο προς το ήμισυ του συνήθους των συζητούμενων κατά μήνα υποθέσεων,
β. αιτήσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας,
γ. υποθέσεις που εισάγονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων,
δ. ανακοπές κατά διοικητικής εκτέλεσης,
ε. υποθέσεις, τις οποίες ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο κρίνει ως κατεπείγουσες.
2. Κατά τα λοιπά ισχύουν αναλόγως οι παρ. 3 και 5 του άρθρου 31.
Άρθρο 37 (Νομική φύση της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο)
Η Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο είναι ανώτατη, ανεξάρτητη δικαστική αρχή, η οποία δρα ενιαία και αδιαίρετα. Συμμετέχει στην άσκηση της δικαιοδοτικής και γνωμοδοτικής λειτουργίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συμβάλλοντας στην τήρηση των αρχών της δίκαιης δίκης.
Άρθρο 38 (Διάρθρωση της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο)
1. Στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας προΐσταται ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας.
2. Η Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας αποτελείται από: α) Τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας, β) τον Επίτροπο της Επικρατείας, γ) πέντε (5) αντεπιτρόπους της Επικρατείας, δ) τέσσερις (4) παρέδρους, και ε) οκτώ (8) εισηγητές.
3. Η Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας αποτελείται από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας, τον Επίτροπο της Επικρατείας και τους αντεπιτρόπους της Επικρατείας, οι οποίοι έχουν αποφασιστική ψήφο. Οι πάρεδροι της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας μετέχουν σε αυτή με συμβουλευτική ψήφο.
4. Η Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας επικουρείται στο έργο της από γραμματεία. Τη γραμματεία διευθύνει γραμματέας με βαθμό Επιτρόπου, ο οποίος αναπληρώνεται, σε περίπτωση έλλειψης, κωλύματος ή απουσίας, με απόφαση του Γενικού Επιτρόπου από υπηρετούντα σε αυτήν προϊστάμενο τμήματος.
Άρθρο 39 (Αρμοδιότητες Γενικού Επιτρόπου)
1. Με την επιφύλαξη του οργανικού νόμου και της δικονομίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας:
α) Παρίσταται, υπέρ του δημόσιου συμφέροντος, στις δημόσιες συνεδριάσεις της Ολομέλειας και των δικαιοδοτικών Τμημάτων και συμμετέχει στις συνεδριάσεις των Τμημάτων Ελέγχων του Ελεγκτικού Συνεδρίου,
β) ασκεί αιτήσεις καταλογισμού σε υποθέσεις: βα) αστικής ευθύνης πολιτικών και στρατιωτικών δημόσιων υπαλλήλων, καθώς και υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού και των άλλων νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, ββ) κατοχής μη νόμιμου περιουσιακού οφέλους, βγ) κατά οποιουδήποτε άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου, που ο νόμος ορίζει,
γ) συγκαλεί και διευθύνει την Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας,
δ) συνεργάζεται με εθνικές, ενωσιακές και διεθνείς υπηρεσίες για την καταπολέμηση της διαφθοράς,
ε) συγκροτεί ομάδες εργασίας από μέλη ή και υπαλλήλους της Γενικής Επιτροπείας για την επεξεργασία θεμάτων, που αποσκοπούν στην εύρυθμη λειτουργία της,
στ) ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτόν από τις κείμενες διατάξεις.
2. Ο Επίτροπος της Επικρατείας:
α) Αναπληρώνει τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας αν κωλύεται ή απουσιάζει και ασκεί τα καθήκοντά του αν δεν υπάρχει,
β) ασκεί καθήκοντα Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας.
3. Οι αντεπίτροποι της Επικρατείας: α) Αναπληρώνουν τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας και τον Επίτροπο της Επικρατείας στις αρμοδιότητες της παρ. 1,
β) συντάσσουν ετήσια έκθεση επιθεώρησης για τους παρέδρους και τους εισηγητές της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας,
γ) επιθεωρούν τη γραμματεία της Γενικής Επιτροπείας και ορίζονται, για τον υπηρετούντα σε αυτήν Επίτροπο, ως δεύτεροι αξιολογητές, κατά το άρθρο 132 του ν. 4798/2021 (Α’ 68).
4. Οι πάρεδροι της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας:
α) Αναπληρώνουν τους αντεπιτρόπους της Επικρατείας,
β) ελέγχουν, κατόπιν έγγραφης εντολής του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας, τη νομιμότητα των διοικητικών πράξεων απονομής σύνταξης ή βοηθημάτων που συνέχονται με τη σύνταξη από το Δημόσιο ή από άλλον δημόσιο φορέα, καθώς και τη νομιμότητα διοικητικών πράξεων που ενέχουν δημοσιονομικό αποτέλεσμα, εφόσον οι ανακύπτουσες διαφορές υπάγονται στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου,
γ) ασκούν τα καθήκοντα, που τους ανατίθενται από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας και την Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας.
5. Οι εισηγητές και οι δόκιμοι εισηγητές της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας:
α) Επικουρούν τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας, τον Επίτροπο της Επικρατείας, τους αντεπιτρόπους της Επικρατείας και τους παρέδρους στο έργο τους,
β) ασκούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας και την Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας.
6. Η Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας:
α) Καταρτίζει, τροποποιεί και συμπληρώνει τον κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας,
β) αναθέτει καθήκοντα στους δικαστικούς λειτουργούς της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας, στο πλαίσιο των προβλεπόμενων αρμοδιοτήτων τους,
γ) επιλύει κάθε νομικό, διοικητικό ή άλλο ζήτημα που εισάγεται σε αυτήν.
7. Η Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας συγκαλείται από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας. Η Ολομέλεια συνέρχεται επίσης, εφόσον το ζητήσουν τρία (3) από τα έχοντα αποφασιστική ψήφο μέλη της. Ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας συγκαλεί την Ολομέλεια και κατόπιν αιτήματος του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον ανακύπτει ζήτημα μείζονος σπουδαιότητας που σχετίζεται με τη λειτουργία του Δικαστηρίου.
Άρθρο 66 (Βαθμοί ιεραρχίας Αντιστοιχία Προβάδισμα δικαστικών λειτουργών)
1. Οι βαθμοί της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών είναι οι εξής:
α) Του Συμβουλίου της Επικρατείας: Πρόεδρος, αντιπρόεδρος, σύμβουλος, πάρεδρος, εισηγητής, δόκιμος εισηγητής.
β) Των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων:
βα) Πρόεδρος, Εισαγγελέας, αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, αρεοπαγίτης, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου,
ββ) πρόεδρος, εισαγγελέας εφετών, εφέτης, αντεισαγγελέας εφετών,
βγ) πρόεδρος, εισαγγελέας πρωτοδικών, πρωτοδίκης, αντεισαγγελέας πρωτοδικών, πρωτοδίκης ειδικής επετηρίδας, πάρεδρος πρωτοδικείου, πάρεδρος εισαγγελίας,
βδ) [Καταργείται].
γ) Του Ελεγκτικού Συνεδρίου: Πρόεδρος, αντιπρόεδρος, σύμβουλος, πάρεδρος, εισηγητής, δόκιμος εισηγητής.
δ) Της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο: Γενικός Επίτροπος, Επίτροπος, αντεπίτροπος, πάρεδρος, εισηγητής, δόκιμος εισηγητής.
ε) Της Γενικής Επιτροπείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων: Γενικός Επίτροπος, επίτροπος, αντεπίτροπος.
στ) Των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων: Πρόεδρος εφετών, εφέτης, πρόεδρος πρωτοδικών, πρωτοδίκης και πάρεδρος πρωτοδικείου διοικητικών δικαστηρίων.
2. Εξομοιώνονται βαθμολογικά:
α) ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Πρόεδρος και ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων,
β) οι αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Επίτροπος της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο και ο Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων,
γ) οι σύμβουλοι της Επικρατείας, οι αρεοπαγίτες, οι αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου και οι αντεπίτροποι της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και οι αντεπίτροποι Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων,
δ) οι πρόεδροι και οι εισαγγελείς εφετών, καθώς και οι πρόεδροι εφετών διοικητικών δικαστηρίων,
ε) οι πάρεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι εφέτες, οι αντεισαγγελείς εφετών, οι πάρεδροι του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και οι εφέτες των διοικητικών δικαστηρίων,
στ) οι πρόεδροι και οι εισαγγελείς πρωτοδικών και οι πρόεδροι πρωτοδικών διοικητικών δικαστηρίων,
ζ) οι εισηγητές του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, οι πρωτοδίκες, οι αντεισαγγελείς πρωτοδικών, οι πρωτοδίκες των διοικητικών δικαστηρίων και οι δικαστές ειδικής επετηρίδας,
η) οι δόκιμοι εισηγητές του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, οι πάρεδροι πρωτοδικείου, οι πάρεδροι εισαγγελείς, οι πάρεδροι πρωτοδικείου των διοικητικών δικαστηρίων.
3. Μεταξύ των δικαστικών λειτουργών που ανήκουν στην ίδια βαθμίδα εξομοίωσης, προβαδίζει ο αρχαιότερος στον βαθμό με την εξής σειρά:
α) δικαστές, πλην δικαστών ειδικής επετηρίδας,
β) εισαγγελείς,
γ) επίτροποι,
δ) δικαστές ειδικής επετηρίδας πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων.
4. Στις επίσημες τελετές ή εορτές καλούνται, ως εκπρόσωποι της δικαστικής εξουσίας:
α) στην Αθήνα, ο Πρόεδρος και οι αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο Πρόεδρος, ο Εισαγγελέας και οι αντιπρόεδροι του Αρείου Πάγου, ο Πρόεδρος και οι αντιπρόεδροι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος και ο Επίτροπος της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο και ο Γενικός Επίτροπος και ο Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων,
β) στις πόλεις έδρες εφετείων, ο πρόεδρος και ο εισαγγελέας των εφετών και ο πρόεδρος εφετών διοικητικών δικαστηρίων,
γ) στις πόλεις έδρες πρωτοδικείων, ο πρόεδρος πρωτοδικών γενικής επετηρίδας και ο εισαγγελέας πρωτοδικών και ο πρόεδρος πρωτοδικών διοικητικών δικαστηρίων, και στις παράλληλες και περιφερειακές έδρες ο οριζόμενος από τον διευθύνοντα το πρωτοδικείο ή την εισαγγελία,
δ) [Καταργείται].
5. Οι πρόεδροι και οι εισαγγελείς εφετών, καθώς και οι πρόεδροι εφετών διοικητικών δικαστηρίων εξομοιώνονται μισθολογικά με τους δικαστικούς λειτουργούς, που αναφέρονται στην περ. γ) της παρ. 2.
Άρθρο 92 (Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών)
Η ΕΣΔι είναι αρμόδια για την επιλογή, κατάρτιση και αξιολόγηση των εκπαιδευομένων, οι οποίοι πρόκειται να διοριστούν σε θέσεις δόκιμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, για τη διαρκή επιμόρφωση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, για την εκπόνηση και εφαρμογή των ειδικών προγραμμάτων κατάρτισης ή επιμόρφωσης δικαστικών λειτουργών που προέρχονται από τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τρίτες χώρες και για τις διεθνείς εκπαιδευτικές ανταλλαγές, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον ν. 4871/2021.
Τι πρέπει να θυμόμαστε από τα παραπάνω σε μορφή bullets (με τις παρακάτω ερωτήσεις θα έχετε στο μυαλό σας τι πρέπει να γνωρίζετε για τα άρθρα και στα γραπτά αλλά και στα προφορικά αργότερα):
⦁ Από ποιον διευθύνονται τα δικαστήρια;
⦁ Από ποιον διευθύνονται τα πολιτικά και διοικητικά Εφετεία και Πρωτοδικεία Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά;
⦁ Από ποιους αποτελείται το συμβούλιο διεύθυνσης των πολιτικών και διοικητικών εφετείων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά;
⦁ Από ποιους αποτελείται το συμβούλιο διεύθυνσης των πολιτικών και διοικητικών Πρωτοδικείων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά;
⦁ Πως εκλέγονται ο πρόεδρος και τα μέλη των συμβουλίων διεύθυνσης δικαστηρίων και οι αναπληρωτές τους;
⦁ Πόση είναι η θητεία του συμβουλίου, πότε αρχίζει και πότε λήγει;
⦁ Με ποια ιδιότητα είναι ασυμβίβαστη η θέση του προέδρου και των μελών του συμβουλίου διεύθυνσης δικαστηρίων;
⦁ Ποιοι δεν μπορούν να είναι υποψήφιοι ως πρόεδροι και ως μέλη συμβουλίων διεύθυνσης δικαστηρίων;
⦁ Ποιες οι αρμοδιότητες του τριμελούς συμβουλίου των δικαστηρίων;
⦁ Πως αποφασίζει το συμβούλιο και με ποια σύνθεση;
⦁ Ποιος διευθύνει την διεύθυνση εισαγγελίας;
⦁ Αν στην ίδια εισαγγελία υπηρετούν περισσότεροι εισαγγελείς, ποιος διευθύνει την εισαγγελία;
⦁ Από ποιον διευθύνεται η εισαγγελία Εφετών Αθηνών και οι εισαγγελίες Πρωτοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης;
⦁ Πότε λήγει και πότε αρχίζει η θητεία του διευθύνοντος την εισαγγελία;
⦁ Με ποια ιδιότητα είναι ασυμβίβαστη η θέση του διευθύνοντος την εισαγγελία;
⦁ Ποιος ορίζει τα δικαστικά καταστήματα;
⦁ Που στεγάζονται τα δικαστικά καταστήματα;
⦁ Τι συμβαίνει στην περίπτωση που για λόγους ανωτέρας βίας καθίσταται αδύνατη η ομαλή λειτουργία ενός δικαστηρίου ή μιας εισαγγελίας;
⦁ Ποιοι ασκούν εποπτεία;
⦁ Σε τι συνίσταται η εποπτεία;
⦁ Τι λειτουργεί σε κάθε δικαστήριο στο οποίο υπηρετούν περισσότεροι από δύο πάρεδροι ή τουλάχιστον οχτώ δικαστές;
⦁ Ποιο είναι το έργο του γραφείου νομολογίας;
⦁ Από ποιους διευθύνεται και στελεχώνεται το γραφείο νομολογίας;
⦁ Τι χρησιμοποιούν τα δικαστήρια και οι γραμματείες τους για την εγκυρότητα των εγγράφων που εκδίδουν;
⦁ Από τι αποτελείται η υπηρεσιακή σφραγίδα;
⦁ Έχει την ίδια νομική και αποδεικτική ισχύ η ψηφιακή σφραγίδα;
⦁ Ποια είναι η ένδειξη της ψηφιακής σφραγίδας;
⦁ Πως διεξάγεται η αλληλογραφία των δικαστικών αρχών με άλλες αρχές;
⦁ Πως δικάζει το δικαστήριο του Αρείου Πάγου;
⦁ Από ποιους αποτελείται η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου όταν δικάζει πολιτικές ή ποινικές υποθέσεις;
⦁ Ποιοι καλούνται σε περίπτωση έλλειψης ή κωλύματος των μελών της τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου;
⦁ Τι υπάγεται στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου;
⦁ Πως λαμβάνεται η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου;
⦁ Πως ορίζονται τα πολιτικά και ποινικά τμήματα καθώς και οι αρμοδιότητές τους στον Άρειο Πάγο;
⦁ Πως καθορίζεται η σύνθεση των τμημάτων στον Άρειο Πάγο;
⦁ Παρίσταται ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στις συνεδριάσεις της πλήρους και τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου καθώς και των ποινικών τμημάτων του;
⦁ Παρίσταται ο εισαγγελέας στα τμήματα που δικάζουν πολιτικές υποθέσεις στον Άρειο Πάγο;
⦁ Ποιος αναπληρώνει τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου;
⦁ Πως δρα και τι αποστολή έχει η εισαγγελία δικαστηρίου;
⦁ Τι σχέση συνδέει τους εισαγγελικούς λειτουργούς μεταξύ τους;
⦁ Ποιος εισαγγελέας είναι Προϊστάμενων όλων των εισαγγελέων;
⦁ Σε ποιους απευθύνει παραγγελίες ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου;
⦁ Σε ποιους απευθύνει παραγγελίες ο εισαγγελέας εφετών και πρωτοδικών;
⦁ Ποιος αναπληρώνει τον εισαγγελέα δικαστηρίου αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται;
⦁ Ποιες οι αρμοδιότητες του εισαγγελέα δικαστηρίου;
⦁ Ποιοι ορίζονται ανακριτές στα πλημμελειοδικεία και οι ανακριτές ανηλίκων;
⦁ Πότε ορίζεται επίκουρος ανακριτής;
⦁ Ποιος αναπληρώνει τον ανακριτή αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται;
⦁ Από τι προσδιορίζεται ο αριθμός των ανακριτών σε κάθε Πρωτοδικείο;
⦁ Αν συντρέχει επείγουσα ανάγκη ποιος εκτελεί ανακριτικά καθήκοντα;
⦁ Ποιοι ορίζονται δικαστές ανηλίκων στα πλημμελειοδικεία και στα εφετεία;
⦁ Κάθε πότε ανανεώνεται η θητεία του ανακριτή και του εισαγγελέα ανηλίκων;
⦁ Πως στελεχώνονται τα ειδικά προανακριτικά τμήματα της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν.5108/2024;
⦁ Ποιος αναπληρώνει τον προανακριτή αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται;
⦁ Από τι προσδιορίζεται ο αριθμός των προανακριτών σε κάθε Πρωτοδικείο;
⦁ Τι δικάζουν τα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια στην περίοδο των θερινών τμημάτων;
⦁ Τι δικάζουν τα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια κατά τον μήνα Αύγουστο;
⦁ Πως γίνεται η αναπλήρωση του ανακριτή κατά την περίοδο των θερινών τμημάτων;
⦁ Τι δικάζουν τα διοικητικά δικαστήρια κατά τα θερινά τμήματα;
⦁ Τι είναι η Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Ποιος προΐσταται της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Από ποιους αποτελείται η Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Από ποιους αποτελείται η Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Από ποιον επικουρείται το έργο της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Ποιες οι αρμοδιότητες του Γενικού Επιτρόπου της Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Ποιος συγκαλεί τη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Ποιος συγκαλεί την Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Ποιοι είναι οι βαθμοί της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών στο Συμβούλιο της Επικρατείας;
⦁ Ποιοι είναι οι βαθμοί της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών στα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια;
⦁ Ποιοι είναι οι βαθμοί της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Ποιοι είναι οι βαθμοί της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
⦁ Ποιοι είναι οι βαθμοί της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων;
⦁ Ποιοι είναι οι βαθμοί της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια;
⦁ Με ποιους εξομοιώνεται βαθμολογικά ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας;
⦁ Με ποιους εξομοιώνεται βαθμολογικά ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας;
⦁ Με ποιους εξομοιώνεται βαθμολογικά ο σύμβουλος του Συμβουλίου της Επικρατείας;
⦁ Με ποιους εξομοιώνεται βαθμολογικά ο πρόεδρος εφετείου;
⦁ Με ποιους εξομοιώνεται βαθμολογικά ο πάρεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας;
⦁ Με ποιους εξομοιώνεται βαθμολογικά ο εισηγητής του Συμβουλίου της Επικρατείας;
⦁ Ποιοι καλούνται στις επίσημες τελετές ή εορτές ως εκπρόσωποι της δικαστικής εξουσίας;
⦁ Σε τι είναι αρμόδια η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών;
Παρακάτω παρατίθενται ερωτήσεις ΚΟΔΚΔΛ στις συγκεκριμένες διατάξεις, όπως ακριβώς έπεσαν σε προηγούμενες εξετάσεις:
⦁ Στο μικτό ορκωτό δικαστήριο της πόλεως Ζ έχει προσδιορισθεί προς εκδίκαση σοβαρότατη ποινική υπόθεση με επτά (7) κατηγορούμενους. Κατά την έναρξη της διαδικασίας διαπιστώνεται πλήρης αδυναμία να συνεχισθεί αυτή (διαδικασία) γιατί η αίθουσα είναι μικρή, δεν υπάρχουν επαρκή καθίσματα και τα έδρανα τα προοριζόμενα για τους δικηγόρους δεν επαρκούν ούτε για τους μισούς εξ αυτών. Το δικαστήριο διαπιστώνει την κατάσταση αυτή και την αδυναμία συνεχίσεως της διαδικασίας και ευρίσκεται σε απορία περί του πρακτέου. Ο δήμαρχος της πόλεως, δικηγόρος το επάγγελμα, προσφέρεται να παραχωρήσει, για τη διεξαγωγή της δίκης, την αίθουσα τελετών του δημαρχιακού μεγάρου. Το δικαστήριο πιεζόμενο και από τις διαμαρτυρίες των συμμετεχόντων στη δίκη, διακόπτει τη συνεδρίαση και διατάσσει τη συνέχισή της, μετά από δύο (2) ημέρες και ώρα 9:00 στην παραχωρηθείσα αίθουσα. Είναι ορθή η απόφαση αυτή;
Α. ναι, γιατί η δίκη πρέπει οπωσδήποτε να γίνει
Β. όχι
Γ. ναι, εφόσον όμως είχε προηγηθεί σχετική διαδικασία (ποια)
⦁ Ο διευθύνων το εφετείο της πόλεως Ω, πρόεδρος εφετών Μ.Ν., γίνεται καθημερινά δέκτης παραπόνων δικηγόρων, καταδικασθέντων, επαγγελματικών φορέων κ.λπ. για την άκρα αυστηρότητα που επιδεικνύουν οι δικαστές του πρωτοδικείου της πόλεως Κ, που υπάγεται στην περιφέρεια του εφετείου. Έτσι, στο πλαίσιο της εποπτείας του στο προαναφερόμενο πρωτοδικείο, συντάσσει εγκύκλιο στην οποία ορίζει ότι, στο εξής, πρέπει οι δικαστές του ως άνω πρωτοδικείου να είναι επιεικείς και να επιβάλλουν ποινές έως το 1/3 της ανώτατης προβλεπόμενης ποινής. Είχε ο πρόεδρος εφετών την εξουσία να πράξει ως έπραξε με την ιδιότητα του εποπτεύοντος του ανωτέρω πρωτοδικείου;
Α. ναι, αυτό άλλωστε είναι το νόημα της εποπτείας
Β. όχι
Γ. όχι, η εποπτεία έχει άλλο σκοπό και περιεχόμενο
⦁ Ο διευθυντής της Δ.Ο.Υ. της κωμοπόλεως Ζ αγανακτισμένος από το γεγονός ότι λογιστές και πολίτες διαφωνούν με την εκφερθείσα από τον ίδιο άποψη για την έννοια του άρθρου 10 παρ. 1 του Ν.Θ/1960, ο οποίος είναι αμιγώς φορολογικός, αποφασίζει να ζητήσει γνωμοδότηση από τον οικείο εισαγγελέα, έτσι ώστε, σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί η άποψή του, να την επικαλείται κάθε φορά που αμφισβητείται από τους προαναφερόμενους. Ο εισαγγελέας θα ικανοποιήσει το αίτημά του;
Α. ναι, εφόσον ο εισαγγελέας εκδίδει γνωμοδοτήσεις
Β. όχι, γιατί αρμόδιος είναι ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Γ. όχι, γιατί το τιθέμενο θέμα είναι εκτός της αρμοδιότητάς του
⦁ Επιτρέπεται Δικαστήριο να συνεδριάσει σε ημέρα αργίας;
Α. επιτρέπεται
Β. δεν επιτρέπεται
Γ. επιτρέπεται υπό προϋποθέσεις
⦁ Σε περίπτωση παραίτησης του Διευθύνοντα την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών διενεργείται συμπληρωματική εκλογή για το νέο Διευθύνοντα:
Α. εντός 15 ημερών από την παραίτηση
Β. εντός μηνός από την παραίτηση
Γ. εντός 45 ημερών από την παραίτηση
⦁ Δικηγόρος αιτείται από τον Εισαγγελέα όπως γνωμοδοτήσει επί υπόθεσης πελάτη του. Το εν λόγω αίτημα:
Α. μπορεί να ικανοποιηθεί
Β. δεν μπορεί να ικανοποιηθεί
Γ. μπορεί να ικανοποιηθεί υπό προϋποθέσεις
Απαντήσεις με διατάξεις άρθρων:
1.Γ (άρθρο 22 παρ. 4 ΚΟΔ) «4. Αν για οποιονδήποτε λόγο η συνεδρίαση του δικαστηρίου στην αίθουσα που έχει οριστεί είναι αδύνατη, ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο ή ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ορίζει, αν αυτό είναι δυνατόν, άλλη αίθουσα συνεδριάσεων του ίδιου καταστήματος, με πράξη του, που γνωστοποιείται με τον προσφορότερο τρόπο πριν από την έναρξη της συνεδρίασης. Η συνέχιση της συνεδρίασης μπορεί να γίνει και σε άλλη αίθουσα που ορίζει ο δικαστής που διευθύνει τη συνεδρίαση και την ανακοινώνει από την έδρα»
2.Γ (άρθρο 23 παρ. 2 και 3 ΚΟΔ) «2. Η εποπτεία συνίσταται στην επίβλεψη και την έκδοση γενικών οδηγιών για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών των δικαστηρίων και των εισαγγελιών.
3. Οποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη και συνιστά πειθαρχικό αδίκημα»
3.Γ (άρθρο 29 παρ. 1 ΚΟΔ) «Στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα υπάγεται:
α. η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης,
β. η άσκηση της ποινικής δίωξης,
γ. η διεύθυνση της προανάκρισης,
δ. η εποπτεία και ο έλεγχος των αστυνομικών αρχών αναφορικά με την πρόληψη και τη δίωξη των εγκλημάτων,
ε. η υποβολή προτάσεων στα δικαστικά συμβούλια και τα δικαστήρια,
στ. η άσκηση των ενδίκων μέσων,
ζ. η εκτέλεση των ποινικών αποφάσεων και η παροχή συνδρομής για την εκτέλεση εκτελεστών τίτλων,
η. η εποπτεία και ο έλεγχος των σωφρονιστικών καταστημάτων,
θ. ο έκτακτος έλεγχος των συμβολαιογράφων, των φυλάκων μεταγραφών, υποθηκών, νηολογίων, κτηματολογίων, υποθηκολογίων πλοίων και αεροσκαφών, καθώς και των ληξιάρχων και των υπαλλήλων, επιμελητών και άμισθων δικαστικών επιμελητών, σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση του, με οποιοδήποτε τρόπο, πληροφορία για παράβαση των υποχρεώσεων και απαγορεύσεων που προβλέπονται από τον νόμο και από τις λοιπές κανονιστικές πράξεις ή εγκύκλιους που συνδέονται με την υπηρεσιακή κατάσταση ή την άσκηση του λειτουργήματός τους, καθώς και τη σύννομη κατάρτιση όλων των πράξεων ή εγγράφων που εκδίδουν,
ι. ό,τι άλλο ο νόμος ορίζει»
4.Γ (άρθρο 22 παρ. 7 ΚΟΔ) «Τα δικαστήρια συνεδριάζουν τις εργάσιμες ημέρες. Η συνεδρίαση μπορεί να διακοπεί για να συνεχιστεί και σε ημέρα που είναι αργία. Τα δικαστήρια μπορούν να συνεδριάζουν και σε ημέρα αργίας για να δικάσουν:
α. υποθέσεις ποινικές, με τη διαδικασία των άρθρων 417 έως 427 του ΚΠΔ,
β. υποθέσεις που εισάγονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ή για τις οποίες ο δικαστής του μονομελούς ή ο πρόεδρος του πολυμελούς, αρμόδιου για την εκδίκασή τους, δικαστηρίου κρίνει ότι υπάρχει άμεσος κίνδυνος από την αναβολή. Κάθε δικαστής, εισαγγελέας, γραμματέας και επιμελητής ακροατηρίου εμφανίζεται κατά την ορισμένη ώρα στον τόπο της συνεδρίασης»
5.Β (άρθρο 18 παρ. 3 ΚΟΔ) «…σε περίπτωση… παραίτησης από το αξίωμα ή καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εξόδου από την υπηρεσία του διευθύνοντος, διενεργείται συμπληρωματική εκλογή ενός μηνός…»
6.Β (άρθρο 29 παρ. 2 ΚΟΔ) «οι εισαγγελείς γνωμοδοτούν σε νομικά ζητήματα που δεν έχουν εισαχθεί στα δικαστήρια, όταν τους υποβάλλουν ερωτήματα που αντιμετωπίζουν στην εκτέλεση των καθηκόντων τους α) όσοι αναφέρονται στην περ. β της παρ. 5 του άρθρου 28 β) οι υπηρεσίες του δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή της ποινικής νομοθεσίας»