Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής: Να μη εκτροχιάσουν τη δημοσιονομική σύνεση οι αμυντικές δαπάνες

Τη σημασία να διατηρήσει η Ελλάδα την πορεία της δημοσιονομικής σταθερότητας και της σταδιακής μείωσης του δημόσιου χρέους, υπογραμμίζει ερευνητικό σημείωμα του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, το οποίο ταυτόχρονα καλεί σε ίση μεταχείριση της χώρας στις διαδικασίες ενίσχυσης των αμυντικών δαπανών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην έκθεση, με τίτλο «Fiscal Space and Sovereign Bond Market Developments in Selected European Economies», διατυπώνεται η θέση πως το ευρωπαϊκό σχέδιο ReArm Europe δεν θα πρέπει να εκληφθεί ως απομάκρυνση από τη δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά ως ευκαιρία για αντικατάσταση εθνικών πόρων με κοινή ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για στοχευμένες αμυντικές δαπάνες και την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας τόσο της ΕΕ όσο και της Ελλάδας.
Το σημείωμα συνυπογράφουν ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Έσεξ, Αλέξανδρος Κοντονίκας, και ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, Γιάννης Τσουκαλάς. Πρόκειται για το πρώτο μιας νέας σειράς αναλύσεων που θα εστιάζουν σε κρίσιμα ευρωπαϊκά ζητήματα με άμεσο αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία.
Στην ανάλυση εξετάζονται δεδομένα από την αγορά κρατικών ομολόγων δέκα ευρωπαϊκών χωρών για την περίοδο 2004-2024, καθώς και συγκριτικά στοιχεία για τον δημοσιονομικό χώρο μεταξύ 2016 και 2024. Σύμφωνα με τα ευρήματα, η Ελλάδα πέτυχε σημαντική πρόοδο, καταγράφοντας πρωτογενή πλεονάσματα και μειώνοντας τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ κατά 54,8 ποσοστιαίες μονάδες από το 2021. Ωστόσο, οι συγγραφείς προειδοποιούν ότι το ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο χαρακτηρίζεται από αυξημένες αμυντικές ανάγκες και έντονη γεωπολιτική αβεβαιότητα, γεγονός που απαιτεί συνεχή εγρήγορση.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο ζήτημα των αμυντικών δαπανών, καθώς η Ελλάδα παραδοσιακά δαπανά μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ της στον τομέα αυτό σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το 2022, οι σχετικές δαπάνες ανήλθαν στο 2,6% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σταθερά τον στόχο του ΝΑΤΟ, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ ήταν μόλις 1,3%. Στο πλαίσιο αυτό, το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ReArm Europe χαρακτηρίζεται θετικό, υπό την προϋπόθεση ότι θα προβλέπει κοινοτική χρηματοδότηση και δίκαιη κατανομή των βαρών.
Η έκθεση επισημαίνει πως τα κράτη-μέλη που διαχρονικά επωμίστηκαν υψηλό κόστος για την άμυνα, όπως η Ελλάδα, η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ισότιμα σε σχέση με χώρες που τώρα αυξάνουν τις αμυντικές δαπάνες τους. Παράλληλα, τονίζεται η ανάγκη για μια πιο φιλόδοξη ευρωπαϊκή απάντηση μέσω της έκδοσης κοινού χρέους, πέραν των 150 δισ. ευρώ που προβλέπονται στο πλαίσιο του ReArm Europe, καθώς καμία χώρα δεν μπορεί μακροπρόθεσμα να επενδύσει στην άμυνα χωρίς να διακινδυνεύσει τη δημοσιονομική της σταθερότητα.
Καταληκτικά, οι συντάκτες επισημαίνουν τον καθοριστικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην υποστήριξη των αγορών ομολόγων. Ωστόσο, προειδοποιούν ότι ενδεχόμενα νέα πληθωριστικά σοκ θα μπορούσαν να περιορίσουν τη δυνατότητα της ΕΚΤ να εφαρμόσει μέτρα νομισματικής στήριξης, καθιστώντας ακόμα πιο απαραίτητο τον συντονισμό και την αποφασιστικότητα στην οικονομική πολιτική της ΕΕ.