Στουρνάρας: Απαραίτητη η ευρωπαϊκή ενοποίηση για να γίνει η Ευρώπη ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επανέλαβε ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα οφείλει να προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις, ώστε να καταστεί πόλος σταθερότητας, ασφάλειας και ελκυστικότητας για το διεθνές κεφάλαιο.
Την ανάγκη επιτάχυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης και του συντονισμού των πολιτικών ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάδειξη της Ευρώπης σε ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο, τη θωράκισή της έναντι εξωτερικών κραδασμών και την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ, υπογράμμισε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο CEO Clubs Greece με θέμα «Οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις, ο ρόλος του ευρώ και η ελληνική οικονομία».
Ο κ. Στουρνάρας περιέγραψε το παγκόσμιο περιβάλλον ως ιδιαίτερα μεταβλητό και αβέβαιο, λόγω της εντεινόμενης στροφής των ΗΠΑ προς τον προστατευτισμό και της κλιμακούμενης απειλής ενός εμπορικού πολέμου, ο οποίος, όπως σημείωσε, επηρεάζει αρνητικά τις εμπορικές ροές, την επενδυτική εμπιστοσύνη και τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Κατά την εκτίμησή του, η πολιτική των ΗΠΑ με την επιβολή υπέρογκων δασμών – που φτάνουν έως και 145% για κινεζικά προϊόντα – ανατρέπει βασικά στοιχεία της μεταπολεμικής παγκόσμιας οικονομικής τάξης και προκαλεί σοβαρές αλυσιδωτές επιπτώσεις.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη μεταβολή της στάσης των επενδυτών απέναντι στα αμερικανικά ομόλογα, τα οποία για πρώτη φορά από την εποχή του Bretton Woods παύουν να λειτουργούν ως απόλυτα ασφαλές καταφύγιο. Η αύξηση των αποδόσεων συνοδεύεται πλέον από αυξανόμενη δυσπιστία, ενώ οι διεθνείς επενδυτές στρέφονται σε εναλλακτικούς προορισμούς. Η Ευρώπη, σύμφωνα με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, έχει την ευκαιρία να καλύψει αυτό το κενό, υπό την προϋπόθεση ότι θα κινηθεί αποφασιστικά προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης των κρίσιμων θεσμικών ενοτήτων – της τραπεζικής, της δημοσιονομικής και της κεφαλαιαγοράς.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και θετικές επιδόσεις. Το 2024 καταγράφηκε ρυθμός ανάπτυξης 2,3%, με ισχυρή συμβολή των επενδύσεων, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 60% από το 2019, και με αισθητή πρόοδο στη μείωση της ανεργίας και του πληθωρισμού. Παρά την πρόοδο αυτή, το επενδυτικό κενό παραμένει, ενώ επισημαίνεται η ανάγκη ταχύτερης αξιοποίησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων και περαιτέρω μεταρρυθμίσεων για την προσέλκυση νέων επενδύσεων.
Ο Γιάννης Στουρνάρας χαρακτήρισε τις πρόσφατες αναβαθμίσεις της ελληνικής πιστοληπτικής ικανότητας ως ισχυρό σήμα εμπιστοσύνης προς την οικονομία, υπογραμμίζοντας την εντυπωσιακή δημοσιονομική επίδοση της χώρας, με πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ το 2024 και δημόσιο χρέος μειούμενο στο 153,6%. Τόνισε, δε, ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των λίγων ευρωπαϊκών κρατών με πλεονασματικό προϋπολογισμό, ενώ οι συστημικές τράπεζες διανέμουν μέρισμα για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια, στοιχείο που σηματοδοτεί τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Ο Διοικητής της ΤτΕ προειδοποίησε ότι οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας και της ευρωζώνης παραμένουν ευάλωτες λόγω γεωπολιτικών εντάσεων, αυστηρών χρηματοδοτικών συνθηκών και κινδύνων από τις πολιτικές των ΗΠΑ. Υπογράμμισε επίσης ότι η νομισματική πολιτική θα πρέπει να διατηρήσει ευελιξία και προσαρμοστικότητα, ώστε να ανταποκρίνεται στις εξελίξεις και να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών.
Σε αυτό το πλαίσιο, χαρακτήρισε καθοριστικής σημασίας τη δημιουργία ενιαίων ευρωπαϊκών θεσμών – όπως το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων (EDIS), η Ένωση Κεφαλαιαγορών και η ενίσχυση της ενιαίας αγοράς – με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και τη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ. Επικαλούμενος την έκθεση Draghi, επισήμανε ότι η Ευρώπη χρειάζεται αύξηση των επενδύσεων κατά 800 δισ. ευρώ ετησίως για να μειώσει το χάσμα με τις ΗΠΑ και να ανακόψει την εκροή ευρωπαϊκών αποταμιεύσεων προς το εξωτερικό.
Κλείνοντας, ο Γιάννης Στουρνάρας επανέλαβε ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα οφείλει να προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις, ώστε να καταστεί πόλος σταθερότητας, ασφάλειας και ελκυστικότητας για το διεθνές κεφάλαιο. «Οι διεθνείς ανατροπές δεν είναι μόνο απειλή. Είναι και ευκαιρία για την Ευρώπη να προχωρήσει μπροστά με τόλμη και όραμα», κατέληξε.