Header Ads

Αντώνης Μαυρόπουλος στο Dnews: Ο Γκέιτς, οι δάσκαλοι και το σχολείο

Αντώνης Μαυρόπουλος στο Dnews: Ο Γκέιτς, οι δάσκαλοι και το σχολείο

Ο Γκέιτς και οι υπόλοιποι της Silicon Valley αντιμετωπίζουν τη διαδικασία μάθησης και ανάπτυξης των μαθητών σαν ένα ντους: βάζουμε τους μαθητές κάτω από έναν σωλήνα που θα τους λούζει με γνώσεις, γρήγορα και εντατικά, κάπως σαν το «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» που έλεγε και η παλιά διαφήμιση της τηλεόρασης. Αυτή τους η αντίληψη εκπηγάζει από τη φαντασίωση τους ότι η νοημοσύνη είναι κάτι που ανάγεται σε δεδομένα και υπολογιστικές διαδικασίες, αντί για κάτι που αναπτύσσεται μέσω της βιωμένης εμπειρίας.

Η είδηση: ο Μπιλ Γκέιτς, σε συνέντευξη του στο «The Tonight Show» του NBC, προέβλεψε ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία, οι άνθρωποι δεν θα χρειάζονται πλέον «για τα περισσότερα πράγματα». Χρησιμοποίησε μάλιστα το παράδειγμα των γιατρών και των δασκάλων στους οποίους ακόμα βασιζόμαστε για να τονίσει ότι σταδιακά δεν θα τους χρειαζόμαστε διότι «µε την τεχνητή νοημοσύνη, την επόμενη δεκαετία, αυτό θα γίνεται δωρεάν, θα έχουμε εξαιρετικές ιατρικές συμβουλές και σπουδαία διδασκαλία». Οι τίτλοι: «Σε 10 χρόνια η τεχνητή νοημοσύνη θα αντικαταστήσει δασκάλους και γιατρούς» ή «Επάγγελμα προς εξάλειψη οι δάσκαλοι λόγω τεχνητής νοημοσύνης».

Η γνώμη του Γκέιτς επηρεάζεται, σίγουρα, και από το γεγονός ότι έχει επενδύσει κάποια δισεκατομμύρια δολάρια στην εξάπλωση της τεχνητής νοημοσύνης σε κάθε είδους εφαρμογή της ανθρώπινης ζωής. Η ουσία ωστόσο είναι ότι αυτό που λέει ο Γκέιτς κυκλοφορεί και συζητιέται πολύ και δημιουργεί, μαζικά, αντιλήψεις και πεποιθήσεις σε σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη. Αρκετοί άνθρωποι ασπάζονται την ιδέα ότι βαδίζουμε προς ένα μέλλον στο οποίο η τεχνητή νοημοσύνη θα αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας και επομένως ο ρόλος των εκπαιδευτικών σταδιακά θα απομειώνεται, και ίσως και τελικά να εξαλειφθεί.

Μια ματιά στην ιστορία

Σχεδόν εκατό χρόνια πριν, ένας άλλος μεγιστάνας της τεχνολογίας, ο Τόμας Έντισον, προέβλεψε ότι οι κινηματογραφικές ταινίες θα μεταμόρφωναν την εκπαίδευση. Ο Έντισον, φυσικά, είχε να κερδίσει από αυτόν τον ισχυρισμό διότι είχε πολλές πατέντες σχετικά με τις τεχνολογίες κινηματογράφου. Το 1913, ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε για την «εκπαιδευτική αξία των ταινιών» ο Έντισον απάντησε ότι τα βιβλία σύντομα θα είναι παρωχημένα. Με τα λόγια του «Κάθε κλάδος της ανθρώπινης γνώσης είναι εφικτό να διδαχθεί με την κινηματογραφική εικόνα. Το σχολικό μας σύστημα θα αλλάξει εντελώς μέσα σε δέκα χρόνια». Η ζωή έδειξε ότι δεν είχε δίκιο. Η κινηματογραφική τεχνολογία είναι αναμφίβολα χρήσιμη και στην εκπαίδευση, αλλά ουδέποτε είχε τη δυναμική να μεταμορφώσει μια σχολική τάξη.

Το 1922, ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ Χέρμπερτ Χούβερ, που το όνομα του συζητιέται αυτή την περίοδο λόγω της πολιτικής των δασμών που είχε επιβάλλει, έγραψε ένα άρθρο στο “Popular Science” εξηγώντας ότι το ραδιόφωνο θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην υψηλού επιπέδου εκπαίδευση των ανθρώπων. Μέσα από κατάλληλες ραδιοφωνικές διαλέξεις, θα δημιουργούσε ένα πολύ μορφωμένο κοινό, το οποίο θα ήταν παράλληλα και πλήρως ενημερωμένο για τα πράγματα. Όπως είναι προφανές, ούτε και αυτός δικαιώθηκε.

Κάτι αντίστοιχο έγινε και με την τηλεόραση. Το 1952, ο Επίτροπος Εκπαίδευσης των ΗΠΑ Earl McGrath δήλωνε ότι «εκεί που το ραδιόφωνο χρησιμοποιεί μόνο τα αυτιά, η τηλεόραση χρησιμοποιεί και τα αυτιά και τα μάτια». Ο ίδιος πίστευε ότι «μέσω της χρήσης της τηλεόρασης, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα μπορούν να φέρουν τους μεγαλύτερους δασκάλους, τους καλύτερους καλλιτέχνες, επιστήμονες και φιλοσόφους στα σχολεία και τα σπίτια». Πολλά πανεπιστήμια άρχισαν να ονειρεύονται την αναμετάδοση μαθημάτων στα σπίτια και οι εμπορικοί σταθμοί παρήγαγαν όντως εκπαιδευτική τηλεόραση, ειδικά για μικρά παιδιά (κάτι που έφτασε με 30 χρόνια καθυστέρηση και στην Ελλάδα). Τελικά, όπως κάποιοι μεγαλύτεροι στην ηλικία θυμόμαστε, και η εκπαιδευτική τηλεόραση πήγε … κουβά από άποψη συνεισφοράς στην εκπαιδευτική διαδικασία και απέδωσε από ελάχιστα έως καθόλου.

Στη συνέχεια ήρθε η επαναστατική επίδραση που θα έφερνε στην εκπαίδευση ο προσωπικός υπολογιστής και το διαδίκτυο. Αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν όντως διαφορετικά διότι οι ταινίες, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση είναι παθητικά μέσα, ενώ η πραγματική μάθηση είναι ενεργητική και διαδραστική, όπως οι υπολογιστές. Το διαδίκτυο θα έφερνε όλη τη διαθέσιμη γνώση του κόσμου στα χέρια κάθε μαθητή και θα του άνοιγε διάπλατα δρόμους βαθιάς μάθησης και καλλιέργειας. Παρά το γεγονός ότι η δυνατότητα αυτή υπήρχε και υπάρχει, οι πραγματικές μεταβολές που επέφερε στην εκπαιδευτική διαδικασία απέχουν πολύ από τις υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις που υπήρχαν στα τέλη της δεκαετίας του 1990 για το λαμπρό μέλλον μιας πλήρως ψηφιοποιημένης εκπαίδευσης. Και φυσικά, ακολούθησε το έξυπνο κινητό τηλέφωνο, το smartphone, το οποίο θα έφερνε κυριολεκτικά όλη τη γνώση του κόσμου στα χέρια μας, ανά πάσα στιγμή, σε οποιοδήποτε μέρος, όποτε θα χρειαζόσουν να μάθεις κάτι.

Αναμφίβολα κάποιοι φιλομαθείς μαθητές αξιοποιούν το διαδίκτυο και τα κινητά τους για να μάθουν περισσότερα και να εμβαθύνουν σε αντικείμενα που τους ενδιαφέρουν. Το ίδιο έγινε και γίνεται και με την τηλεόραση και τα ντοκιμαντέρ, το ραδιόφωνο, τα podcast. Αλλά αυτό δεν αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία, είναι κάτι παράλληλο προς αυτήν. Αντίθετα, η εκπαιδευτική διαδικασία μάλλον υπονομεύεται σήμερα από την αδυναμία συγκέντρωσης και τη διάσπαση προσοχής που συνδέεται άμεσα με τον εθισμό των εφήβων στα κινητά. Και για αυτό προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να περιορίσουμε ή και να απαγορεύσουμε τη χρήση των τεχνολογικών συσκευών που κάποτε διαφημίζονταν ως το μέλλον της εκπαίδευσης.

Η ιστορία μας δείχνει με ανάγλυφο και χειροπιαστό τρόπο ότι όλες οι ελπίδες ριζικής βελτίωσης της εκπαίδευσης που εναποτέθηκαν σε κάποια νέα, καινοτόμα τεχνολογία αποδείχθηκαν φρούδες. Και ότι οι υποσχέσεις μετασχηματισμού της εκπαίδευσης προς το καλύτερο μέσα από την τηλεόραση, τους υπολογιστές, το διαδίκτυο και τα κινητά τηλέφωνα μετατράπηκαν στο αντίθετο τους έξω από το σχολείο, υπονομεύοντας την εκπαιδευτική διαδικασία μέσα σε αυτό. Με άλλα λόγια, η ιστορία μας δείχνει ότι αυτό που είναι καθοριστικό είναι το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο αφομοιώνεται μια τεχνολογία και ότι η σχολική τάξη δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτό.

Μια ματιά στο μέλλον

Οι άνθρωποι δεν ρουφάμε τη γνώση με καλαμάκια - την κατασκευάζουμε μέσω της συνεχούς αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον μας, και μέρος αυτού του περιβάλλοντος είναι το σχολείο. Κανένα παιδί δεν μαθαίνει τους νόμους της βαρύτητας διαβάζοντας τύπους - στοιβάζει τουβλάκια, τα αναποδογυρίζει και νιώθει το βάρος των αντικειμένων στα χέρια του. Η γλώσσα δεν μεταφορτώνεται στον εγκέφαλό μας από στικάκια ή δισκέτες - την «περπατάμε», προφέρουμε λάθος λέξεις, μας διορθώνουν και σταδιακά βελτιώνουμε την κατανόησή μας μέσω της εμπειρίας. Κάθε στιγμή της ανάπτυξής μας διαμορφώνεται από βρόχους ανατροφοδότησης μεταξύ του μυαλού μας, του σώματός μας και του απρόβλεπτου κόσμου γύρω μας. Η εκπαιδευτική διαδικασία οφείλει να είναι πάνω από όλα μια καθημερινή σχέση ανατροφοδότησης.

Η τεχνητή νοημοσύνη έχει αρκετά προβλήματα που πρέπει να λυθούν για να είναι κάτι παραπάνω από η εύκολη λύση στη συγγραφή εργασιών για τους μαθητές, η ασπιρίνη για τον πονοκέφαλο απέναντι στον τρόμο της λευκής σελίδας. Ακόμα όμως και αν αυτά λυθούν, πράγμα για το οποίο διατηρώ αμφιβολίες, υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν πρόκειται ποτέ να μπορέσει να κάνει. Παραθέτω μερικά ενδεικτικά και όχι περιοριστικά και είμαι σίγουρος ότι οι εκπαιδευτικοί θα βρουν πολύ περισσότερα.

Α. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να διδάξει στους μαθητές τις κοινωνικές δεξιότητες που αναπτύσσονται μόνο από την άμεση εμπειρία της προσωπικής αλληλεπίδρασης με άλλους ανθρώπους σε πολλές, πολλές επαναλήψεις. Αυτή η αλληλεπίδραση διευκολύνεται καθοριστικά από ικανούς και επικοινωνιακούς δασκάλους.

Β. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να διδάξει τη συμπεριφορική/συναισθηματική ανάπτυξη. Αυτό προϋποθέτει έναν ώριμο ενήλικα που έχει εμπειρία στην παιδική ψυχολογία. Επιπλέον, γνωρίζουμε καλά ότι σε πολλές περιπτώσεις οι δάσκαλοι είναι αυτοί που εντοπίζουν (και πάντως οφείλουν να εντοπίζουν) σημαντικά προβλήματα που τα παιδιά κουβαλάνε από το σπίτι τους και παρέχουν βοήθεια για την αντιμετώπιση τους.

Γ. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να διδάξει στους μαθητές πώς να αξιολογούν την ποιότητα των πληροφοριών, και επομένως πώς να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ ψεύτικων και αληθινών ειδήσεων. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια. Εκτελεί μόνο λειτουργίες σε πληροφορίες που τροφοδοτούνται στους αλγορίθμους της και δεν έχει κανέναν τρόπο να διδάξει και να αξιολογήσει την κριτική σκέψη σχετικά με αυτές τις πληροφορίες.

Δ. Δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός στην τεχνητή νοημοσύνη για την αξιολόγηση της πραγματικής μάθησης. Η πραγματική μάθηση δεν ταυτίζεται με τα τυποποιημένα τεστ πολλαπλών επιλογών. Η αξιολόγηση της μάθησης, δηλαδή του αν ο μαθητής γνωρίζει επαρκώς ένα αντικείμενο προϋποθέτει διαφοροποίηση των οικείων στο μαθητή προβλημάτων και μεθόδων, δημιουργία πλαισίων για έλεγχο της γνωσιακής του επάρκειας και τελικά ανθρώπινη αλληλεπίδραση.

Ε. Τα προβλήματα ψυχικής υγείας που σχετίζονται με τα κινητά τηλέφωνα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ήδη αρκετά και συνδέονται άμεσα με το χρόνο που περνάμε απομονωμένοι μπροστά σε οθόνες. Η μαζική χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στη θέση της ζωντανής διδασκαλίας θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο αυτά τα προβλήματα.

Αντί επιλόγου

Ο Γκέιτς και οι υπόλοιποι της Silicon Valley αντιμετωπίζουν τη διαδικασία μάθησης και ανάπτυξης των μαθητών σαν ένα ντους: βάζουμε τους μαθητές κάτω από έναν σωλήνα που θα τους λούζει με γνώσεις, γρήγορα και εντατικά, κάπως σαν το «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» που έλεγε και η παλιά διαφήμιση της τηλεόρασης. Αυτή τους η αντίληψη εκπηγάζει από τη φαντασίωση τους ότι η νοημοσύνη είναι κάτι που ανάγεται σε δεδομένα και υπολογιστικές διαδικασίες, αντί για κάτι που αναπτύσσεται μέσω της βιωμένης εμπειρίας. Η φαντασίωση τους αυτή τροφοδοτείται από τη μανία τους να τυποποιήσουν, και τελικά να εμπορευματοποιήσουν, ακόμα και τον τρόπο που κατανοούμε τον κόσμο. Και για να το κάνουν αυτό ποντάρουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια για να εκπαιδεύσουν ένα μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης που θα περάσει κάποιο αόρατο κατώφλι και ξαφνικά θα «καταλάβει» τον κόσμο όπως εμείς.

Η προβολή του μέλλοντος είναι πολιτικό εργαλείο, δημιουργεί συνειδήσεις και καθορίζει τη στάση μας απέναντι στις πολιτικές που ακολουθούνται και έρχονται. Αυτά που λέει ο Γκέιτς δεν είναι το μέλλον που αναπόφευκτα έρχεται, αλλά το μέλλον που θέλει ο ίδιος να έρθει. Ο Γκέιτς μας προετοιμάζει για ένα μέλλον όπου η εκπαιδευτική διαδικασία θα παραμορφωθεί βαθιά και μόνιμα για να έρθει στα μέτρα των μηχανών – θα αφυδατωθεί από την ουσία της και θα γίνει ένα πλήρως ελεγχόμενο βιομηχανικό τυποποιημένο προϊόν χαμηλού κόστους, υψηλής ταχύτητας και μηδενικής αξίας για την ανάπτυξη των μαθητών.

Μια εκπαίδευση χωρίς δασκάλους, η με πολύ περιορισμένο το ρόλο τους λόγω εφαρμογών της τεχνητής νοημοσύνης, θα είναι αφυδατωμένη από όλα όσα αναφέρθηκαν. Δεν μιλάμε επομένως για σχολεία χωρίς δασκάλους, αλλά για ψεκασμό μαθημάτων χωρίς εκπαίδευση.

Η τεχνητή νοημοσύνη θα επιδράσει σημαντικά στην εκπαιδευτική διαδικασία. Ωστόσο το πόσο σημαντική θα είναι αυτή η επίδραση, πόσο γρήγορα θα συμβεί και ποιο ακριβώς θα είναι το περιεχόμενο της δεν έχει κριθεί ακόμα, και κανένας δεν μπορεί με ασφάλεια να το προβλέψει διότι θα περάσει αναγκαστικά μέσα από τις Συμπληγάδες της κοινωνικής και πολιτικής διαπάλης και θα καθοριστεί και από το σημαντικό ρόλο των εκπαιδευτικών. Η ματαίωση των ονειρώξεων της Silicon Valley για το σχολείο είναι απαραίτητος όρος για να εξετάσουμε τις πιθανότητες μιας ενσωμάτωσης της τεχνητής νοημοσύνης στην εκπαίδευση με θετικό κοινωνικό πρόσημο. Και με τον τρόπο αυτό, επανέρχεται στην επιφάνεια η ανάγκη για ένα νέο πειστικό όραμα για το σχολείο και την εκπαίδευση…

Ο Αντώνης Μαυρόπουλος είναι σύμβουλος κυκλικής οικονομίας και συγγραφέας του βιβλίου «Τεχνητή Νοημοσύνη – Άνθρωπος, Φύση, Μηχανές» (εκδόσεις Τόπος)

#ΜΠΙΛ_ΓΚΕΙΤΣ
Η συνέχεια εδώ
Από το Blogger.